Quantcast
Channel: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΠΟΝΤΟΣ
Viewing all 95 articles
Browse latest View live

Παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους

$
0
0

Αγώνα για την επανασύσταση του Ταμείου Ανταλλαξίμου Περιουσίας και Αποκατάστασης Προσφύγων (ΤΑΠΑΠ), που καταργήθηκε το 1998, αποφάσισαν να δώσουν οι εκπρόσωποι των Ομοσπονδιών του Προσφυγικού Ελληνισμού της καθ ημάς Ανατολής, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στα γραφεία της επιτροπής Μακεδονίας της Ομοσπονδίας Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος (ΟΠΣΕ), στη Θεσσαλονίκης. Στη σύσκεψη παρέστησαν...
ο εκπρόσωπος της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος κ. Κων. Παπουτσίδης, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θρακικών Σωματείων κ. Ελ. Χατζόπουλος, η εκπρόσωπος της Οικουμενικής Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών κ. Κρίστη Ψάλτη και ο πρόεδρος της ΟΠΣΕ κ. Αθ. Λαγοδήμος.

Επίσης παρέστη, ως σύμβουλος, ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Νικ. Ιντζεσίλογλου ενώ η απόφαση τέθηκε υπόψη του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων κ. Χαρ. Αποστολίδη, που δεν κατέστη δυνατό να παραστεί στη σύσκεψη, λόγω αιφνίδιας αναχώρησης του από τη Θεσσαλονίκη και ο οποίος συμφώνησε απόλυτα με το περιεχόμενο της και δήλωσε ότι την συνυπογράφει.

Η απόφαση, που πάρθηκε, είναι η ακόλουθη:

«Για πρώτη φορά, εμείς οι φορείς του οργανωμένου προσφυγικού Ελληνισμού της καθ ημάς Ανατολής, αποφασίσαμε να λάβουμε την πρωτοβουλία να διεκδικήσουμε ότι μας ανήκει δικαιωματικά από τη Συνθήκη της Λοζάνης και όχι μόνο.

Τονίζουμε ότι δεν αντιπολιτευόμαστε καμία εξουσία, αλλά συμπληρώνουμε την πολιτεία εκεί που υστερεί, δηλαδή στην διατήρηση της μνήμης των αλησμόνητων πατρίδων της καθ ημάς Ανατολής και της πολιτιστικής και πολιτισμικής μας κληρονομιάς και ταυτότητας.

Δηλώνουμε ενωμένοι, εκπροσωπώντας πλέον του 1/3 του Ελληνικού πληθυσμού μέσω των σωματείων μελών μας, δίχως κομματικές εξαρτήσεις και προσωπικές φιλοδοξίες, με πρωταρχικό μέλημα μας να αλλάξουμε το απαράδεκτο ΠΔ 137 του 1998 με το οποίο καταργήθηκε το ΤΑΠΑΠ, που χρηματοδοτούσε εν μέρει τα σωματεία μέλη μας, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση τους.

Περαιτέρω, στόχος μας είναι ο διαρκής και στοχευόμενος διάλογος με τα αρμόδια υπουργεία ή φορείς, ώστε να καταστεί δυνατή η επανασύσταση του ΤΑΠΑΠ καθώς και η εξέταση του ενδεχομένου προσφυγής τόσο στο ΣτΕ, όσο και στο συμβούλιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ για την τελική δικαίωση μας.

Δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι η πολιτεία από διαχειριστής της προσφυγικής περιουσίας, έγινε σφετεριστής της».

Η κρίση από τη σκοπιά του προσφυγικού ελληνισμού

$
0
0

Ένας φίλος μας έστειλε ένα  πολύ καλό κείμενο τoυ Κωσταντινουπολίτη, καθηγητή στο ΕΜΠ Νίκου  Ουζούνογλου, που εκφράζει τον ελληνισμό της Ανατολής (που συνετρίβη από τις ίδιες δυνάμεις που οδήγησαν στη σημερινή κρίση), δημοσιεύτηκε στο Ενημερωτικό Δελτίοτου Νέου Κύκλου Κωνσταντινουπολιτών (Ιούλιος 2011). Το αναδημοσιεύουμε:

 Η παρατεταμένη  κρίση που βρίσκεται η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια ήταν αναμενόμενη εδώ και πολλά χρόνια αφού όλες  οι προϋποθέσεις για να έλθει είχαν ετοιμαστεί από τις πολιτικές ηγεσίες που κυβέρνησαν τον τόπο τις τελευταίες δεκαετίες.  Εδώ και πολλά χρόνια έχει εγκαταλειφθεί οποιαδήποτε όραμα  και βούληση για ανάπτυξη και δημιουργία από τις πολιτικές ηγεσίες. Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες η  όλη οικονομική ιδεολογία βασίστηκε στον συνεχή  δανεισμό από το εξωτερικό,  σε συνδυασμό με την διαφθορά που ενορχηστρώθηκε με την συνεργασία πολιτικών των κυβερνώντων κομμάτων που είχε σαν αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρίσκεται στο επίπεδο της διαφθοράς μεταξύ των πρώτων χωρών παγκοσμίως. Αν δει κανείς την διεθνή  αξιολόγηση του επιπέδου της  διαφοράς βλέπει την χώρα μας δυστυχώς με τον δείκτη 3.5 να έπεται από το Μαλαούι με αντίστοιχο δείκτη 3.4 (http://en.wikipedia.org/wiki/Corruption_Perceptions_Index). Με την διασπάθιση των δημόσιων πόρων, κυρίως κάνοντας κατάχρηση της πραγματικής εξωτερικής απειλής,  σπαταλήθηκε ποσό περίπου 150 δισεκατομμυρίων ευρώ την περίοδο 1996-2004. Η αναποτελεσματική  αξιοποίηση των πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. το Υπουργείο Υγείας είχε μόλις 10% απορροφητικότητα από τα κονδύλια της Ε.Ε. επειδή δεν είναι δυνατή η εφαρμογή διαδικασιών που εμπεριέχουν διαφθορά και έτσι χάθηκαν τεράστια ποσά  σε όφελος της Υγείας).
Σε όποιες δε περιπτώσεις υπήρξε απορρόφηση Κοινοτικών κονδυλίων,  με την κακοδιαχείριση που ακολουθήθηκε, προέκυψαν καταστροφικά αποτελέσματα  για τον παραγωγικό δυναμικό της χώρας σε πολλούς τομείς και πρωτίστως στην αγροτική βιομηχανία. Με τις παράλογες επιδοτήσεις ο αγροτικός τομέας οδηγήθηκε σε κατάρρευση.  Βέβαια όλα αυτά συνδυάστηκαν με την παλινόρθωση του παλαιοκομματικού συστήματος και την εγκατάλειψη ουσιαστικής πολιτικής δράσης για την επίλυση των ζωτικών ζητημάτων του τόπου. Κορυφαία εκδήλωση του παλαιοκομματισμού είναι ο νεποτισμός και το κυλιόμενο κλειστό σύστημα της οικογενειοκρατίας που δεν περιορίζεται σε τρεις δυναστείες αλλά και σε πολλές μικρότερες με έντονο τοπικιστικό χαρακτήρα. Οι αιτίες αυτές  έχουν  οδηγήσει στην ζοφερή κατάσταση στην χώρα  που το παρών πολιτικό σύστημα φαίνεται ότι αδυνατεί να ανταπεξέλθει.
  Για να οδηγηθεί η χώρα σε αυτή την κατάσταση υπήρξε και μακρόχρονη ιδεολογική προετοιμασία από εγκάθετους θεωρητικούς που η βάση τους προέρχεται από τις αγκυλώσεις   της «μικρής χώρας που τυπολατρικά πρέπει να είναι προσκολλημένη  στην Αρχαιότητα», «αρκεί να μιλάει κανείς λόγια ανεξάρτητα αν έχουν έννοια ή όχι αυτά που λέει»και το σοβαρότερο η κεντρική κρατική ιδεολογία: «να σβηστούν ακόμα και τα τελευταία ίχνη της Ρωμιοσύνης».
  Η λυσσαλέα καταπολέμηση οποιαδήποτε δημιουργικής πρωτοβουλίας που θα τόνωνε το παραγωγικό δυναμικό της χώρας, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες μπορεί να αποδειχθεί δίνοντας μερικά ελάχιστα παραδείγματα, όπως:
α)Πλήθος ικανών επιστημόνων που προσπάθησαν να βοηθήσουν την Ελλάδα αντιμετωπίστηκε από τις εξουσίες με εχθρότητα ενώ όλες οι χώρες κάνουν το παν για να προσελκύσουν ικανούς επιστήμονες. Κορυφαίο παράδειγμα είναι η περίπτωση του Ιωάννη Αργύρη (Κωνσταντινουπολίτης στην καταγωγή και συγγενής του επίσης Κωνσταντινουπολίτη διάσημου μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή) που υπήρξε από τους μεγαλύτερους επιστήμονες μηχανικούς στην μεταπολεμική Ευρώπη. Όταν προσκλήθηκε στα   τέλη της δεκαετίας του 1970 από τον τότε πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή,  μετά από παρότρυνση του Καγκελάριου Χ. Σμίτ, για να ιδρύσει ένα μεγαλεπήβολο ερευνητικό κέντρο βρήκε πλήθος εμποδίων από το σύμπλεγμα των ατζέντηδων και των συνεργατών τους. Τελικά για να εξαναγκαστεί σε φυγή του ασκήθηκε ποινική δίωξη για εξαγωγή συναλλάγματος επειδή έστειλε 100 μάρκα της εποχής στην γραμματέα του στην Γερμανία για τις εργασίες δακτυλογράφησης κειμένων. Μάλιστα καταδικάστηκε πρωτόδικα και αθωώθηκε όταν άσκησε έφεση. Παραδείγματα σαν αυτά μπορούμε να δώσουμε τουλάχιστο 20 αν ζητηθούν.
β)Η Ελλάδα για πολλές δεκαετίες υπήρξε από τους πρώτους εισαγωγέας  προϊόντων υψηλής τεχνολογίας μετά από το 1975 (κυρίως αμυντικά συστήματα) πληρώντας με σκληρό συνάλλαγμα. Ενώ σχεδόν όλες οι χώρες με τις εισαγωγές αυτές  χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό των «αντισταθμιστικών ωφελημάτων» επέτυχαν να αναπτύξουν σε ορισμένους τομείς δικές  τους βιομηχανικές και ερευνητικές μονάδες, η Ελλάδα αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα που τα αντισταθμιστικά ωφελήματα υπήρξαν η πηγή παράνομου πλουτισμού των ατζέντηδων.
γ)Αν σκεφτεί κανείς ότι σε διεθνή κλίμακα σε απόλυτους αριθμούς ο Ελληνισμός διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό επιστημόνων σε όλους τους  κλάδους της σύγχρονης επιστήμης και η σε δεύτερη σε σειρά σε σημαντική απόσταση Εβραίοι τα τελευταία 40 χρόνια έχουν αναδείξει το Ισραήλ  σε μια παγκόσμια δύναμη επιστήμης καταλαβαίνει κανείς το μέγεθος του προβλήματος.
δ)Πλήθος επενδυτών σε σύγχρονες τεχνολογίες ουσιαστικά εκδιώχθηκαν επειδή η επιτυχία τους θα δημιουργούσε μια υγιή οικονομία που δεν μπορεί να ανεχτεί το παλαιοκομματικό πελατειακό σύστημα. Όταν σε μια χώρα οι βουλευτές εννοούν να διορίζουν όχι μόνος τους ημέτερους τους σε δημόσιες θέσεις αλλά διεκδικούν από ιδιωτικές εταιρείες να προσλαμβάνουν με ρουσφέτι τους οπαδούς τους, καταλαβαίνει κανείς το μέγεθος του προβλήματος.
 Σημαντικό όμως είναι να αναφερθεί το αίσθημα της ατιμωρησίας που έχει επικρατήσει λόγω των δυσλειτουργιών του συστήματος δικαιοσύνης. Το θέμα αυτό έχει εξαιρετική σημασία και θα αναλυθεί σε επόμενο άρθρο με αφορμή και την πρόσφατη απόφαση περί «αθώωσης» των υπαιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής όταν αποδεδειγμένα αυτοί είχαν εγκαταλείψει εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες στο σίδερο και τη φωτιά γνωρίζοντας πολύ καλά το τι θα συμβεί.
 Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την ανάλυση αυτή των αιτιών για πολύ και να αποδεικνύαμε κάθε φορά ότι τα προσωπικά συμφέρονται ολίγων πως οδήγησαν τον τόπο σε κατάρρευση. Αυτό είναι απαραίτητο  να γίνει,  όμως δεν είναι το θέμα που προέχει τώρα.
  Εκείνο που προέχει είναι αυτό που αναφέρουμε στο τίτλο η ανάγκη της Ανάστασης του Πνεύματος Δημιουργίας του Ελληνισμού που τα τελευταία 200 χρόνια έδειξε  ότι υπήρξε μια μεγάλη δύναμη αναβίωσης και αναζωογόνησης.
 Καλό είναι να θυμηθούμε δύο σημαντικά επιτεύγματα του Ελληνισμού:
(α)Την περίοδο 1850-1910 ο Ελληνισμός στην  Ανατολή επέτυχε ένα πρωτόγνωρο επίτευγμα δημιουργώντας μια οικονομία μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που κυριαρχούσε παντού σε όλα τα μήκη και πλάτη της Ανατολικής Μεσογείου και Βαλκάνια. Το πρόγραμμα αφανισμού των Χριστιανικών λαών που σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από το Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος είχε σαν συνέπεια την καταστροφή αυτής της προόδου που θα καθιστούσε την Ανατολική Μεσόγειο μια περιοχή μεγάλης ευημερίας για όλους τους λαούς της. Οι δυτικές δυνάμεις με πρώτη την Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία την τότε νέα Σοβιετική Ένωση και εν μέρει η Αγγλία έχουν το μερίδιο τους στον αφανισμό αυτό.
(β)Ο Ελληνισμός της Ανατολής ακόμα και ακρωτηριασμένος μετά από την Μικρασιατική Καταστροφή έδειξε την ικανότητα του να αναστήσει την Ελλάδα την περίοδο 1924-1940 μετατρέποντας την πιο φτωχή χώρα των Βαλκανίων σε μια χώρα Ευρωπαϊκή. Η πρόοδος  αυτή καταστράφηκε με την τριπλή κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο που η βασική του αιτία υπήρξε η απεμπόληση της προσφυγικής περιουσίας με την συμφωνία Βενιζέλου-Κεμάλ κατά παράβαση της συνθήκης της Λωζάννης. Ακόμα και μετά από το 1950 αν εξετάσει κανείς με προσοχή τα δεδομένα, βλέπει κανείς ότι  η οικονομία της χώρας αναστήθηκε από το προσφυγικό στοιχείο παρόλο που υπάρχει μια εντυπωσιακή απουσία των προσφύγων από την πολιτική ζωή της χώρας. Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας ότι το δάνεια που έλαβαν οι πρόσφυγες από την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων που είχε τον άμισθο Πρόεδρο τον Χένρυ Μοργκεντάου (Πρέσβης των Η.Π.Α στην Κωμσταντινούπολη 1913-17) εξοφλήθηκαν  πλήρως από τους ίδιους τους πρόσφυγες και είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία ενός πολύ αξιόλογου παραγωγικού δυναμικού και οικιών για την στέγαση περίπου του 50% των 1.5 εκατομμυρίων προσφύγων την περίοδο 1923-1929.

 

Είναι σαφές ότι πρέπει το πνεύμα την δημιουργίας και προόδου  είναι εκείνο που πρέπει να κινητοποιηθεί και να αναστήσει τον τόπο ξανά. Το ερώτημα είναι το πως μπορεί όμως να γίνει αυτό με τα σημερινά δεδομένα αφού  όλοι δέχονται ότι το πολιτικό σύστημα έχει εξαντλήσει όλα τα αποθέματα του – όποια ήταν αυτά.
  Για το ζήτημα της διασπάθισης της προσφυγικής περιουσίας των υπαγόμενων στην Ανταλλαγή πληθυσμών αλλά και των περιουσιών των μη-ανταλλαξίμων Κωνσταντινουπολιτών θα αναφερθούμε σε ένα άλλο επόμενο άρθρο μας. Είναι από τα λίγα γνωστά θέματα το πως λεηλατήθηκε ο βιός  των Ελλήνων της Ανατολής από τις οντότητες κράτη-έθνη.
 Η ανάγκη της κινητοποίησης των συλλογικών φορέων του  προσφυγικού κόσμου  και ο  απεγκλωβισμός τους από το παλαιοκομματικό σύστημα αποτελεί την βασική προϋπόθεση της έναρξης της προσπάθειας αυτής. Η συνεργασία μεταξύ των συλλογικών φορέων που μεταφέρουν το πνεύμα της δημιουργίας και προόδου είναι το δεύτερο βήμα. Στα πλαίσια αυτά καλό  θα ήταν οι προσφυγογενείς σύλλογοι να εξετάσουν τα αρχεία τους και να ανακαλέσουν πιθανές τιμητικούς τίτλους που έχουν απονείμει σε πολιτικούς που αποδεδειγμένα έχουν οδηγήσει την χώρα σε αυτή την κατάσταση.  Η συνεργασία θα πρέπει να κατευθυνθεί με στόχο την  απομάκρυνση από το παλαιοκομματικό σύστημα,   που παρά την απαξίωση του, διαθέτει  ακόμα ερείσματα στον λαό. Παράλληλη δεύτερη ενέργεια πρέπει να είναι η  κινητοποίηση του επιστημονικού, τεχνικού και παραγωγικού ανθρώπινου δυναμικού του Ελληνισμού παντού για να συντονιστεί και να ανατρέψει την καταβαράθρωση της χώρας. Όσοι Έλληνες δεν έχουν χάσει το αίσθημα της φιλοτιμίας, φιλοπατρίας και αξιοπρέπειας πρέπει να ενωθούν για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός το συντομότερο δυνατό. Σαν πρώτο βήμα θα πρέπει να συγκροτηθούν επιτροπές εμπειρογνωμόνων που θα παρέχουν δωρεάν συμβουλές προς την δημόσια διοίκηση και ακόμα τεχνικά μέσα που θα εξασφαλίσουν την αναζωογόνηση της οικονομίας σε υγιή βάση. Εκείνο δε που πρέπει να ΜΗΝ γίνειείναι η επικράτηση της λήθης δηλαδή της μη-αλήθειας.
Δεν πρέπει να ξεχαστεί ποιοι και πως έφεραν την χώρα σε αυτή την κατάσταση. Αν δε δεν αποκαλυφθεί  πλήρως το πώς φθάσαμε στην παρούσα κατάσταση, ένα πράγμα είναι σίγουρο: ότι θα επαναληφθούν τα ίδια ξανά και μάλιστα σύντομα.
Ο Νικόλαος  Ουζούνογλου
(Αναδημοσίευση από το Ενημερωτικό Δελτίο του Ν.Κ.Κων.λιτών, Ιούλιος 2011)

Στην Ελλάδα πότε θα ποινικοποιηθεί η άρνηση της γενοκτονίας των Ποντίων;

$
0
0

by PONTIAKO KINIMA ELLADOS on Saturday, 24 December 2011 at 00:12

Ψηφίστηκε από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση το νομοσχέδιο που προβλέπει την ποινικοποίηση της άρνησης της Γενοκτονίας των Αρμενίων.

Χιλιάδες Τούρκοι διαδήλωσαν έξω από το κτίριο της Εθνοσυνέλευσης κατά τη διάρκεια συζήτησης και ψήφισης του
νομοσχεδίου.

Εξαγριωμένη η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν και συνεπής στις απειλές της ανακάλεσε τον Τούρκο πρεσβευτή στο Παρίσι και «δείχνει» οικονομικά αντίποινα προς τη Γαλλία.

Τούρκοι αξιωματούχοι συνδέουν τη ψήφιση του νομοσχεδίου με την προσπάθεια της κυβέρνησης να κερδίσει τις ψήφους των 500.000 Αρμενίων που ζουν στη Γαλλία εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2012.

H Γαλλία έχει αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων από το 2001. Την Πέμπτη η Βουλή ψήφισε ότι η άρνησή της θα διώκεται και από τον νόμο – με προβλεπόμενη ανώτατη ποινή κάθειρξης ενός έτους και πρόστιμο 45.000 ευρώ.

Το νομοσχέδιο συντάχθηκε στη νομοθετική βάση της ποινικοποίησης της άρνησης του Ολοκαυτώματος, την οποία έχει υιοθετήσει η Γαλλία από το 1990.

Αναλυτές εκτιμούν ότι η Αγκυρα, αντιμέτωπη και με την άρνηση του Νικολά Σαρκοζί για ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έχει τίποτα να χάσει από έναν «πολιτικό καβγά» με το Παρίσι.

Ο τούρκος πρόεδρος, Αμπντουλάχ Γκιουλ, έχει ήδη πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου καλέσει τη γαλλική ηγεσία να αντιταχθεί στο νομοσχέδιο, ενώ ο τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν είχε προειδοποιήσει τη Γαλλία με βαρύτατες, μη αναστρέψιμες συνέπειες εφόσον εγκριθεί η νομοθεσία.

Σε επιστολή του προς τον γάλλο πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί την περασμένη εβδομάδα, ο Ταγίπ Ερντογάν προειδοποίησε ότι η προτεινόμενη νομοθεσία είναι «εχθρική» και στοχοποιεί άμεσα την Τουρκία και τους Τούρκους που ζουν στη Γαλλία.

Από την Άγκυρα εξετάζονται, επίσης, εμπορικές κυρώσεις ως αντίποινα κατά της Γαλλίας – περίπου 1.000 γαλλικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=436025

Την Παρασκευή στις 22:00 ο τηλεοπτικός σταθμός ΑΧΕΛΩΟΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ από το Αγρίνιο θα παρουσιάσει ένα αφιέρωμα στην Ποντιακό Ελληνισμό.

$
0
0
Καλεσμένοι στο στούντιο είναι είναι ο πρώην δήμαρχος ΑΠΟΛΛΩΝΙΩΝ Λευκάδας Γιώργος Λογοθέτης, π. πανεπιστημιακός, π. διευθυντής της ΕΤ3 και επί 17 χρόνια δημοσιογράφος και σκηνοθέτης τηλεοπτικών εκπομπών της Σουηδικής Τηλεόρασης.
Κατά την διάρκεια της εκπομπής θα παρουσιαστεί και ένα τηλεοπτικό αφιέρωμα στον μοναδικό Πόντιο καλιτέχνη-τραγουδιστή Χρύσανθο που δημιούργησε ο Γιώργος Λογοθέτης για την Σουηδική Τηλεόραση με την κ. Φωτεινή Χαραλαμπίδου η οποία επίσης εργάστηκε επί χρόνια στην Σουηδική Τηλεόραση.
Στην εκπομπή θα παρουσιαστούν και τηλεοπτικά ντοκουμέντα από ταξίδια του κ. Λογοθέτη και της κ. Χαραλαμπίδου στον Πόντο και θα γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο Ποντιακό Φεστιβάλ που με πρωτοβουλία του κ. Λογοθέτη οργάνωσε ο Δήμος ΑΠΟΛΛΩΝΙΩΝ Λευκάδας.
Η εκπομπή θα παρουσιαστεί αμέσως μετά το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του σταθμού στις 21:15 το βράδυ και θα μεταδοθεί ψηφιακά από το Ιντερνετ στην σελίδα
http://www.axeloostv.gr/nea/index.php?option=com_content&view=article&id=78&Itemid
 

Η φοβερή, ανέκδοτη μαρτυρία της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου

$
0
0

*Μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν ντόπιοι που χρηματίζονται από το μαύρο χρήμα της Εργενεκόν και της Siemens. Μην ξεχνάμε ότι κάποιοι προσπαθούν να διαβάλλουν την ιστορική μνήμη. Η λήθη φέρνει επανάληψη.
Διαβάστε τα συγκλονιστικά αποσπάσματα από την εφημερίδα “Ποντιακή Γνώμη“. Πρωτογενείς μαρτυρίες που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Η γενοκτονία των πανάρχαιων, γηγενών πληθυσμών από τους εχθρούς της ανθρωπότητας.
οι αιώνιοι εχθροί της ανθρωπότητας και τα έργα τους
Η μαρτυρία που αποδεικνύει τον σχεδιασμό της φρίκης και δείχνει πως το ολοκαύτωμα αυτό δεν πρέπει να λησμονηθεί, ούτε όμως να μείνει ατιμώρητο. Αυτές οι κραυγές πόνου απαιτούν δικαίωση. Η λήθη είναι η μεγαλύτερη ύβρις, ιδιαίτερα όταν προέρχεται από τα εγγόνια των μαρτύρων.
Οφείλουμε όλοι να θυμόμαστε. Οφείλουμε όλοι να τιμούμε, οφείλουμε όλοι να επιβάλλουμε στο Ελληνικό κράτος τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με δύο απλές απαιτήσεις:
- Αναγνώριση της γενοκτονίας των γηγενών του Πόντου από την ΕΕ και καθιέρωση ημέρας μνήμης
- Αποδοχή της “σύγχρονης” Τουρκίας των εγκλημάτων αυτών και έμπρακτη συγνώμμη.
Διαβάστε τις συγκλονιστικές μαρτυρίες:
Μνήμες του διωγμού και της προσφυγιάς
Μοναδική  ανέκδοτη μαρτυρία του Θανάση Γ. Κακογιάννη από Αλάτσατα Ερυθραίας
Σεπτέμβριος 1987
στον  Δημήτρη Κρασσά
Πάντα ξυπνούν οι βαθιά θαμμένες μα ολοζώντανες, φοβερές κι ανατριχιαστικές παιδικές θύμησες. Να, εκεί, που όσο περνούν τα χρόνια, γυρίζει ο νους πολλές φορές σε όλα εκείνα που έζησε κανείς και τα θυμάται ένα-ένα, με τα κύρια και καταλυτικά γεγονότα, χωρίς να τα ‘χει αμαυρώσει ο χρόνος, με τις εικόνες των ζωηρές και ανεξίτηλες, γεγονότα και εικόνες που σημάδεψαν τη ζωή των όσων τα έζησαν και τις είδαν. Ακόμα εκεί που διαβάζεις κείμενα για τη Μικρασία, εκεί που αναζητάς στον όποιο χάρτη δεις τα παράλια της Μικρασίας, τον τόπο που γεννήθηκες με τα νησιά μας απέναντι. Και σε κάθε πια επέτειο, ατόφιες μπροστά σου οι σκηνές, οι γιομάτες δέος και ανατριχίλα θανάτου, οι σκηνές του βασανισμού, του βιασμού και της ατίμωσης, βαθιά χαραγμένες και άσβεστες.
Η πονεμένη μορφή της χαροκαμένης  μάνας, η ορφάνια, τα πονεμένα παιδικά  πρόσωπα, είναι ό,τι απόμεινε από  εκείνη την εποχή του διωγμού και μετά για πολλά κατοπινά χρόνια. Και μέσα σ’ αυτό το ζοφερό κύκλο του φονικού, της καταστροφής και του ξεριζωμού, άσβεστη και ζωντανή η απέραντη άφθαρτη μνήμη.
Το δίλημμα μετά την πρώτη προσφυγιά
Έτσι  κι έγινε στη Μικρασία, στα ξακουστά ελληνικά παράλια της. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που άρχισε το 1914, άγγιξε από τις πρώτες του μέρες εκείνους τους τόπους. Κι οι πάτριοι εκείνοι τόποι με τη σφύζουσα ελληνική πνοή και πίστη άδειασαν. Ο αλλόθρησκος εχθρός σκόρπισε τους πληθυσμούς των Χριστιανών κατοίκων στην Ελλάδα. Προσφυγιά κάπου έξι χρόνια. Κι’ ύστερα ξαναγύρισμα στις Πατρίδες. Μύριοι κόποι να ξαναναστηθεί στους πατρογονικούς τόπους η ζωή.
Στα Αλάτσατα, μία μικρή κωμόπολη με 15.000 κατοίκους Έλληνες και ελάχιστους Τούρκους, που βρίσκεται στη χερσόνησο Ερυθραίας, δυτικά της Σμύρνης, και σε απόσταση 70 χλμ., είχε φθάσει εκείνο τον Αύγουστο του 1922 ο απόηχος του Ελληνοτουρκικού Πολέμου, στο μέτωπο της Μικρασίας. Ημέρα με την ημέρα βάραινε πάνω σε όλους τους κατοίκους το φοβερό προαίσθημα της επερχόμενης συμφοράς. Μία αβεβαιότητα ανάμικτη με τρόμο σκέπαζε το χωριό, όπως έλεγαν τη μικρή τους κωμόπολη οι κάτοικοί της, όσο πλήθαιναν τα νέα του μετώπου που κατέρρεε. Οι κάτοικοι, μπροστά στ’ αποκαρδιωτικά μηνύματα της υποχώρησης του στρατού μας και της καθόδου των διαβόητων Τσετών και του Τουρκικού Στρατού, που μαζί απλώνονταν αιμοχαρείς, νικηφόροι και εκδικητές προς τη Σμύρνη και τα παράλια, αντιμετώπιζαν το παράλογο δίλημμα να μείνουν στον τόπο τους, στην πατρίδα, ή να την αφήσουν πάλι και να φύγουν στην ξενιτιά.
Στη μικρή αυτή πολιτειούλα ήταν πολύ ζωντανά τα πατριωτικά αισθήματα  των κατοίκων της και βαθιά η χριστιανική πίστη τους. Ήταν αφέλεια ακόμα και η σκέψη να μείνουν. Κι όμως ο καημός και τα βάσανα της πρώτης προσφυγιάς, κι ύστερα το ξαναζωντάνεμα της πατρίδας, να, η αιτία του διλήμματος. Οι χριστιανοί ήταν σχεδόν το σύνολο των κατοίκων. Ελάχιστες οι τουρκικές οικογένειες, γι’ αυτό και πολύ λίγοι κάτοικοι ήξεραν την τουρκική γλώσσα.
Στο γυρισμό, στα 1920, ύστερα από τον πρώτο διωγμό στα 1914, όσοι γύρισαν στην πατρίδα είχαν ξαναδημιουργήσει τα νοικοκυριά τους. Ξανακαλλιέργησαν την καρπερή γη της πατρίδας, ξαναστόλισαν τις εκκλησίες τους, αποτελείωσαν και τον Άγιο Κωνσταντίνο στο Κάτω Χωριό και τον στύλωσαν ωραίο κι επιβλητικό. Η σταφίδα γέμισε και πάλι τα σπίτια, τα χέρσα χωράφια με τα σπαρτά και τα καρποφόρα δέντρα ομόρφυναν όπως πριν τον τόπο τους. Το εμπόριο με τη Σμύρνη ξανάρχισε και η ζωή είχε βρει ξανά τον ήρεμο ρυθμό της, με τις καινούργιες εμπειρίες της προσφυγιάς μα και της προόδου.
Και να τώρα, μπροστά  στο αδυσώπητο δίλημμα: Να τ’ αφήσουν πάλι όλα, χαμένος πάλι ο ιδρώτας και ο μόχθος, και να φύγουν, να πάρουν και πάλι το δρόμο της προσφυγιάς, ή να μείνουν;
Ολέθρια συμβουλή
Όντας μακριά από τα μέτωπα, δεν είχαν επίγνωση των καταστροφών, των φονικών μαχών, του ολέθρου που κάθε μάχη σκορπούσε παντού. Έτσι τους έμενε κάποια αμυδρή ελπίδα πως ίσως δεν πειραχτούν από τον Κεμάλ. Με κάποιες τέτοιες σκέψεις, ολότελα αντίθετες με την εξέλιξη του πολέμου, οι Προεστοί συμβούλεψαν να μην εγκαταλειφθεί ο πατρογονικός τόπος.
Όλοι έρμαια των Τσετών μετά την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού
Στο μεταξύ οι φήμες μέρα με τη μέρα προμηνούσαν  τον όλεθρο. Ο τρόμος και η αγωνία συνείχε τους πάντες. Η δράση των άτακτων Τούρκων, των Τσετών, ήταν από παλιότερα γνωστή. Εκείνες τις μέρες του τρόμου και της αγωνίας, κατέφθασε στα Αλάτσατα, οπισθοχωρώντας, η οπισθοφυλακή του Ελληνικού Στρατού με τον Πλαστήρα επί κεφαλής. Το μόνο που είπε στους κατοίκους που είχαν συγκεντρωθεί στην είσοδο του χωριού ήταν ο πικρός του λόγος:
«Λυπάμαι που σας αφήνουμε…».
Ήταν  πια οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη  του 1922. Ο Ελληνικός Στρατός είχε αποχωρήσει. Ο Τουρκικός Στρατός, με προπομπό τους άτακτους Τσέτες, κατέβαινε στις πόλεις και στα χωριά. Κι άρχισε το απερίγραπτο δράμα των χριστιανών.
Στις 4 του Σεπτέμβρη εισέβαλαν με πυροβολισμούς και κραυγές. Τα σπίτια αμπαρώθηκαν, ερημιά παντού. Έρμαια της μανίας των άτακτων στιφών τα πάντα. Όλοι περίμεναν τη μοίρα τους. Πολλές οικογένειες μαζεύονταν σ’ ένα σπίτι, έτσι για να μη μένουν μόνοι και με την παρηγοριά ο ένας του άλλου. Οι χτύποι στις πόρτες, οι κοντακιές και τα σπασίματα για ν’ ανοίξουν και να μπουν μέσα στα σπίτια, η χλαλοή και τα τρεχοβολητά, κατακορύφωναν το δέος και την αγωνία. Όσο μπορούσαν οι κάτοικοι να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, μάθαιναν τα όσα γίνονταν. Παντού σφαγή, βασανισμοί και βιασμοί. Όλοι έρμαια των Τσετών. Έτσι, μια παγωμένη θανατερή αναμονή πλάκωνε τις καρδιές όλων.
Και η σειρά μας  ήρθε
Μαζεμένοι στο σπίτι του παππού, η οικογένεια ζούσε τον εφιάλτη της προσμονής της δικής μας δοκιμασίας. Οι Τσέτες μπαινόβγαιναν και ανεβοκατέβαιναν στα σπίτια των χριστιανών. Σκοπός τους η διαρπαγή, η λεηλασία, η σφαγή, οι βιασμοί. Το ακόρεστο πάθος κυρίαρχο και ανελέητο καταπάνω σε γέροντες, γυναίκες και παιδιά. Με αισθήματα αφόρητης αγωνίας, περίμεναν οι μεγάλοι, ο παππούς, η γιαγιά, η μάνα και ο Μήτσος μας τη σειρά μας. Τα μικρά, εμείς, κουλουριασμένα, φοβισμένα και χωρίς συναίσθηση του τι μας περίμενε, το ένα κοντά στο άλλο, πιασμένα από τα φουστάνια της μάνας και της γιαγιάς. Ο πατέρας άφαντος κάπου για να γλιτώσει.
Και η σειρά μας ήρθε. Αγρία χτυπήματα  στην αμπαρωμένη πόρτα με φοβερές  φωνές. Ο μεγάλος αδελφός, ο Μήτσος, κατέβηκε και άνοιξε την πόρτα. Ήταν ο πρώτος που δοκίμασε την επιδρομή μιας ομάδας από Τσέτες. Αφού τον  κοπάνισαν με τα κοντάκια των τουφεκιών  τους, αγρίμια αληθινά, όρμησαν ανεβαίνοντας τις σκάλες. Άρπαξαν το γέρο παππού ζητώντας να τους δώσει χρήματα και ό,τι άλλο είχε. Συνέχεια άρπαξαν από τα μαλλιά τη γιαγιά και ζητούσαν να τους δώσει δαχτυλίδια, ρούχα και τρόφιμα. Δεν τους έφταναν ό,τι έπαιρναν. Άρχισαν να χτυπούν. Μ’ ένα γουδοχέρι πέτρινο έσπασαν το κεφάλι του παππού, συνέχισαν τα χτυπήματα στη γιαγιά, ώσπου και οι δύο τους έπεσαν αναίσθητοι. Όλοι κλαίγαμε, το μωρό στην αγκαλιά της μάνας τσίριζε. Ένας θρήνος γιόμισε το σπίτι, που εν τω μεταξύ το είχαν κάμει άνω-κάτω ψάχνοντας, ζητώντας πουγκιά και χρυσαφικά. Αγρίμια αληθινά, δεν αρκέστηκαν σε ό,τι βρήκαν και άρπαξαν.
Οι βιασμοί
Σε  μια γωνιά του σπιτιού ήταν καθισμένη, έχοντας στα γόνατά της το μικρό της γιο, μια γειτόνισσα που είχε ζητήσει να μείνει μαζί μας από το φόβο που ήταν μοναχή και έρημη. Πριν από έναν μήνα είχε μάθει το θάνατο του άνδρα της που σκοτώθηκε στο μέτωπο. Είχε φορέσει ό,τι παλιόρουχα είχε κι είχε σκεπάσει το κεφάλι της με διπλό τσεμπέρι για να κρύψει το πρόσωπό της και τα χρόνια της. Πώς όμως να ξεφύγει η δύστυχη από τ’ άγρια θηρία;
Μυρίστηκαν το θήραμά τους. Κοντοστάθηκαν απέναντί της, έσκυψαν και με μιας της τράβηξαν τα τσεμπέρια από το κεφάλι. Ξεχύθηκαν τα μαύρα μαλλιά της και άστραψαν μπροστά τους τα μεγάλα μαύρα μάτια της και το ωραίο λευκό πρόσωπο. Με βία παραμέρισαν το αγόρι της και την τράβηξαν σέρνοντάς την στο διπλανό δωμάτιο. Σε λίγες στιγμές ακούσαμε τα βογκητά και τις οιμωγές της… Μια κρυάδα μ’ έναν αποτροπιασμό μας πάγωσε μικρούς και μεγάλους. Η φρίκη γιόμισε όλο το σπίτι μπροστά στο κατοπινό θέαμα της βιασμένης γυναίκας. Ένα ματωμένο κουρέλι σύρθηκε κοντά μας με σκισμένα τα ρούχα και ματωμένο όλο της το κορμί, με ασταμάτητους λυγμούς. Μάζεψε το αγόρι της και διπλώθηκε στα γόνατά της. Η γιαγιά πήγε κοντά της και με λίγο νερό της ξέπλυνε το πονεμένο της πρόσωπο.
Μα  της δύστυχης δεν της έφτανε το δικό της μαρτύριο. Πάνω σ’ όλα αυτά, να κι ένας πολίτης Τούρκος. Θα ήταν έως είκοσι χρονών, ήταν από τους λίγους Τούρκους του χωριού. Χωρίς μιλιά γύρισε μια ματιά σε όλους κι ύστερα κοντοστάθηκε μπροστά στη γυναίκα που ολοφυρόταν. Έσκυψε και σήκωσε το αγόρι και κρατώντας το από το χέρι, τράβηξε κατά τη σκάλα. Η δύστυχη με το έντονο προαίσθημα του κακού για το αγόρι της, χίμηξε ν’ αρπάξει από τα χέρια του μισερού τουρκόπουλου το παιδί της. Κι ο νεαρός, πάντα στυγνός και αμίλητος, με μια κλωτσιά την ξάπλωσε στο πάτωμα κι ευθύς τραβώντας το παιδί, κατέβηκε. Λίγο πιο κάτω από το σπίτι του παππού ήταν κάτι χαλάσματα. Από το μισάνοιχτο παραθύρι έγειρε ο Μήτσος μας και είδε πως έσυρε το αγόρι μέσα σ’ εκείνα τα χαλάσματα… Δεν θα είχε περάσει μισή ώρα και το αγοράκι γύρισε κατατρομαγμένο και μέσα στα κλάματα. Εξουθενωμένο έπεσε στην αγκαλιά της βιασμένης μάνας του. Του σήκωσε τα ρουχαλάκια του κι ύστερα με λίγο νερό προσπάθησε να το συνεφέρει. Μια νεκρική σιγή σκέπασε όλο το σπίτι. Οι μεγάλοι αμίλητοι κι εμείς τα μικρά τρέμαμε ολοσούσουμα.
Οι  στιγμές ήταν αβάσταχτες. Σε λίγο τα δάκρυα και οι λυγμοί μας έπνιγαν όλους, μικρούς και μεγάλους, κι ο τρόμος κυρίαρχος ως την τελευταία ικμάδα της ύπαρξής μας. Έτσι, ξημερωθήκαμε.
Δεν άργησαν πάλι τα χτυπήματα  της πόρτας
Την άλλη μέρα, κι ενώ οι πυροβολισμοί και  τα τρεχοβολητά δικών μας που  έτρεχαν να κρυφτούν και των Τούρκων  που κυνηγούσαν τα θύματά τους, ανήμποροι  να κάνουμε οτιδήποτε, μιας και βρισκόμασταν στο έλεος των αιμοδιψών πάνοπλων ληστών, περιμέναμε ανυπεράσπιστοι την τύχη μας. Και δεν άργησαν πάλι τα χτυπήματα της πόρτας. Έφτασε αυτή τη φορά ένα μπουλούκι. Άρχισαν κι έψαχναν παντού, μοιράζοντας κοντακιές. Τσουβάλια με σταφίδα, τενεκέδες με πετιμέζι και τυριά, ό,τι ρούχα είχαν απομείνει από τους χτεσινούς. Βρισιές, κλωτσιές και με τις λόγχες κομμάτιαζαν τις εικόνες. Ύστερα φόρτωναν τη λεία τους κι έφευγαν, ώσπου να έρθουν άλλοι για ν’ αποσώσουν τη διαρπαγή.
Άλλοι, μη βρίσκοντας ό,τι γύρευαν, ξεσπούσαν πάνω στα κορμιά μικρών και μεγάλων. Η σαδιστική μανία τους ξεπερνούσε κάθε όριο. Έφτασαν ν’ αρπάξουν από την αγκαλιά της μάνας μας το μωρό της έξι μηνών, να το αναποδογυρίσει ο άγριος Τσέτης, να το κρατήσει ανάποδα από τα δυο του ποδαράκια και με ξεγυμνωμένο μαχαίρι να θέλει να το σχίσει στα δύο. Μπροστά στα ουρλιαχτά της μάνας κι όλων μας και στην προτροπή ενός συντρόφου του ν’ αφήσει το μωρό, το πέταξε κάτω και παίρνοντας ό,τι ρουχικό και τρόφιμα βρήκαν, βρίζοντας στη γλώσσα τους έφυγαν. Έτσι κόρεσαν τα πάθη τους τα στίφη των Τσετών. Μετά από κάθε αναχώρηση, χαμός και θρήνος.
Η θεία Γιασεμή και  ο θείος ΤζώρτζηςΗ θεία Γιασεμή, η μικρή αδελφή της  μάνας, ως είκοσι χρονών, λίγο ακόμα  και θα έσκαζε μέσα στο αμπάρι με το σιτάρι που από την αρχή κάθε τόσο την έχωνε ο παππούς για να γλιτώσει το βιασμό. Μόλις κατέβαιναν τα μπουλούκια, ο θείος Τζώρτζης Γκίρδης, αδελφός της μάνας, που έκανε τον σφαγμένο κι ήταν ξαπλωμένος πάνω από το αμπάρι που μέσα του κρυβόταν η θεία, ανασηκωνόταν να πάρει κι αυτός αναπνοή. Ήταν σκεπασμένος μ’ ένα σεντόνι που ήταν καταματωμένο από τις πληγές που μόνος του προκάλεσε στο σώμα του. Στην τελευταία επιδρομή, μόλις έφυγαν, τράβηξε μια τάβλα πάνω από το αμπάρι, το άνοιξε για να πάρει αέρα η αδελφή του. Και μόλις ήταν καιρός, μελανιασμένη και λιγοθυμισμένη την τράβηξαν στο δωμάτιο με χίλιους φόβους. Τη δρόσισαν και πάλι ύστερα στο αμπάρι, κι από πάνω βουτηγμένος στα αίματα ο θείος Τζώρτης και σκεπασμένος με το σεντόνι.
Με  το αιμάτινο αυτό καμουφλάζ ο θείος  Τζώρτης περίμενε να σωθεί. Η οικογένειά του, που γλίτωσε στη Χίο, τον είχε για χαμένο. Τελικά ανταμώθηκαν, όταν γύρισε από την αιχμαλωσία, από την όποια όμως δεν κατάφερε να γλιτώσει.
Οι χτύποι και τα τρεχοβολητά στους δρόμους, από τους κυνηγημένους κι από τις ομάδες των Τσετών, μας έκαναν όλους να τρέμουμε από το φόβο. Αυτοί οι χτύποι σημάδεψαν τα παιδικά μας και τα εφηβικά μας χρόνια. Κατοπινά, κι ύστερα ακόμα από μερικά χρόνια οι χτύποι στις πόρτες τη νύχτα, θες από τους αέρηδες ή από τους γειτόνους και τους επισκέπτες, ζωντάνευαν τις φριχτές ώρες της αγωνίας και του τρόμου. Και στον ύπνο πάντα ο εφιάλτης του απάνθρωπου Τσέτη.
Έφυγαν  οι Τσέτες, ήρθε ο  Τουρκικός Στρατός και η αιχμαλωσία
Το  μαρτύριο της επιδρομής των Τσετών, με τους ξυλοδαρμούς, τις λεηλασίες  και τους βιασμούς, κράτησε πέντε ολόκληρα μερόνυχτα. Κι αφού πια είχαν κορέσει κάθε ταπεινό τους ένστιχτο, τα άταχτα μπουλούκια τους τραβήχτηκαν σε άλλους τόπους για να συνεχίσουν το μισερό τους έργο.
Θα ‘ταν η 10 του Σεπτέμβρη, όταν μπήκαν στα Αλάτσατα τμήματα του Τούρκικου Στρατού. Η πρώτη διαταγή τους ήταν να παρουσιαστούν όλοι οι άντρες από 18 χρονών μέχρι 60. Έτσι μάζεψαν όλους, όσους δεν είχαν καταφέρει να φύγουν. Ανάμεσά τους ο Δημητρός μας, ο θείος Τζώρτζης, που γλίτωσε την κακοποίηση χάρη στο ματωμένο σεντόνι με το οποίο είχε κουκουλωθεί, όχι όμως και την αιχμαλωσία, οι δύο θείοι Γιαννακός και Δημήτρης Κακογιάννης κι άλλοι πολλοί φίλοι και συγγενείς της οικογένειας. Ο πατέρας από κεραμίδι σε κεραμίδι είχε ξεφύγει στην αρχή από τους Τσέτες, μα δεν ξαναφάνηκε ποτέ πια. Κάπου άφησε το κορμί του. Ποιός ξέρει πώς. Πάντως ανάμεσα στους αιχμαλώτους Αλατσατιανούς δεν ήταν.
Σε  μακρινές σειρές, χωρίς να μπορέσουν  να πάρουν τίποτα μαζί τους, πήραν το δρόμο της αιχμαλωσίας μαζί με τους άντρες άλλων χωριών και πόλεων της Μικρασίας. Από τη Σμύρνη που έφτασαν, τράβηξαν ως τα βάθη της Ανατολής. Η αιχμαλωσία με ανείπωτα μαρτύρια διάρκεσε δύο και πλέον χρόνια. Όσοι μπόρεσαν κι επέζησαν, γύρισαν στην Ελλάδα. Μα αυτοί ήταν πολύ λίγοι. Οι πολλοί περισσότεροι άφησαν τα κόκαλά τους στους κάμπους και στις ερημιές της Μικρασίας.
Η αρχή της προσφυγιάς
Αφού  μάζεψαν τους άντρες, με άλλη διαταγή  όλα τα γυναικόπαιδα μαζί με τους ηλικιωμένους έπρεπε να μαζευτούμε στις εκκλησίες  και ιδίως στη μεγάλη εκκλησία Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί, στο προαύλιο της εκκλησίας ήταν ένα πηγάδι. Οι φήμες λένε ότι έπεσαν μέσα για να γλιτώσουν το βιασμό από τους Τούρκους πολλές νέες. Η μάνα με το μωρό της στην αγκαλιά και με μια σκεπασμένη εικόνα της Υπαπαντής, που δεν την αποχωρίστηκε σε όλες τις μέρες της δοκιμασίας, κρύβοντάς την κατά τις επιδρομές των Τσετών, μας μάζεψε σε μια γωνιά. Η δύσμοιρη, μονάχη, χωρίς τον νοικοκύρη της, χωρίς τον μεγάλο αδερφό, με τέσσερα παιδιά από έξι μηνών έως δώδεκα χρονών. Όλη τη νύχτα βαριαναστέναζε κι έκλαιγε σιωπηλά. Σαν σταματούσαν τα δάκρυα, ένωνε μαζί με τις άλλες γυναίκες και μανάδες τις προσευχές της. Έτσι ξενυχτήσαμε τα γυναικόπαιδα δυο βραδιές. Την άλλη μέρα, νηστικούς και πεινασμένους, μας ξεσήκωσαν για τον Τσεσμέ, όπως ήμασταν, χωρίς να πάρει κανείς τίποτα μαζί του. Πολλοί γυμνοί και ξυπόλητοι ξεκίνησαν. Οι μεγάλοι κατάλαβαν πως οδηγούμασταν στην προσφυγιά.
Θυμάμαι που φεύγοντας για τον Τσεσμέ περάσαμε μπροστά από το σπίτι  μας, που ήταν στον κεντρικό δρόμο. Η πόρτα του ισογείου ήταν ανοιχτή. Η μάνα γύρισε και κοίταξε, θυμάμαι. Το ίδιο κι εγώ. Είδαμε το μαξούλι της χρονιάς, το σωρό της ψιλόροης σταφίδας που ήταν μαζεμένη εκεί μπροστά να την τσουβαλιάζουν οι Τούρκοι. Η μάνα δεν κρατήθηκε, κοντοστάθηκε, κοίταξε για μια στιγμή με πίκρα και για τελευταία φορά το σπίτι μας και συνέχισε ύστερα από την προσταγή του στρατιώτη που βάδιζε παράπλευρά μας. Τα δάκρυα την είχαν πνίξει. Θρήνος για τον χαμένο πατέρα, για τον αιχμάλωτο γιο, για ό,τι αφήναμε, σπίτι και πατρίδα.
Ο δρόμος για τον  Τσεσμέ και μετά στο άγνωστο
Μαζεμένα  πλάι της και πιασμένα από τη φούστα της, συνεχίσαμε, κάτω απ’ τον καυτό ήλιο εκείνων των πρώτων ημερών του Σεπτέμβρη, το δρόμο για τον Τσεσμέ. Πεινασμένοι, ρακένδυτοι, άυπνοι, συντρίμμια, σερνόμασταν. Η μάνα δεν είχε αποχωριστεί από τις πρώτες μέρες της συμφοράς την κάπως μεγάλη εικόνα της Υπαπαντής που είχαμε στο εικονοστάσι του σπιτιού μας. Την είχε σκεπάσει μ’ ένα τραπεζομάντιλο και τη φύλαγε όλες εκείνες τις μέρες, έχοντάς την κρυμμένη πότε εδώ και πότε εκεί. Την είχε σαν τα μάτια της. Όσο είχε την έγνοια για μας, άλλο τόσο και για την Παναγιά. Κι όσο ήμασταν στο σπίτι του παππού κι ύστερα στην εκκλησιά κλεισμένοι, δεν έδινε βάρος για τη φύλαξή της. Τώρα όμως στην πορεία, ήταν δύσκολο το έργο της μάνας. Είχε στην αγκαλιά το μωρό, τη μικρή μας αδελφούλα, μαζί και την εικόνα. Ο δρόμος μακρύς και η κούραση έλυνε τα γόνατα. Όταν πια είχε αποκάμει από την κούραση, κοντοστάθηκε. Δίνει στο πιο μεγάλο αδέρφι, τον Γιαννάκη μας, να κρατήσει για λίγο το μωρό κι εκείνη γρήγορα-γρήγορα σκύβει και απιθώνει τη σκεπασμένη εικόνα στο πλαϊνό χαντάκι. Γονατίζει, σταυροκοπιέται και την ασπάζεται. Τη σκεπάζει όσο πιο καλά γίνεται κι ύστερα με δακρυσμένα μάτια, ολολύζοντας σα να ‘χε απέναντί της την ίδια την Παναγιά, μονολογάει:
«Παναγιά μου, συγχώρεσέ με, ή το παιδί μου πρέπει ν’ αφήσω ή Εσένα». Ξανάκανε το σταυρό της, ξαναπήρε το μωρό στην αγκαλιά της και συνεχίσαμε το δρόμο.
Ύστερα  από μια κουραστική πορεία τριών και πλέον ωρών, διψασμένοι, κατάκοποι και με ματωμένα τα πόδια, φτάσαμε στον Τσεσμέ. Μας μάζεψαν στις εκκλησίες. Το δικό μας μπουλούκι το σπρώξανε στον πολιούχο του Τσεσμέ, τον Άγιο Χαράλαμπο. Εκεί που μας πήγαιναν, πριν μπούμε στην εκκλησιά, είδα χάμω στα βοτσαλάκια ένα μικρούτσικο βιβλιαράκι μ’ ένα σταυρό ζωγραφισμένο στο εξώφυλλό του. Έσκυψα το πήρα και το έχωσα στην τσέπη μου. Ήταν μια ιερή σύνοψη. Θυμάμαι αργότερα στη Μυτιλήνη, σημείωσα στο τελευταίο λευκό φύλλο του: «Ιερό ενθύμιο των αλησμόνητων ημερών του διωγμού μας, 12 Σεπτεμβρίου 1922» και το όνομά μου από κάτω. Αυτό το μικρό ενθύμιο το έχω πάντα στη βιβλιοθήκη μου. Ξεφυλλίζοντάς το, να μπροστά μου μια-μια οι φοβερές κι αξέχαστες εκείνες ημέρες.
Μυτιλήνη  – Σάμος και η απαρηγόρητη μάνα
Μα  να, ύστερα από ένα ταξίδι μιας ημέρας, μας έβγαλαν σε μια προκυμαία. Ήμασταν στη Μυτιλήνη. Όλη την οικογένεια μας πήγαν σ’ ένα στάβλο. Θυμάμαι τις αγελάδες που ήταν αραδιασμένες και αναμασούσαν την τροφή τους. Όσο κι αν οι μεγάλοι ένοιωθαν άβολα, όμως η λύτρωση από τους Τσέτες ήταν η πιο μεγάλη ανακούφιση.
Οι  φοβερές νύχτες με τις θυμίσεις των  Τσετών και οι μέρες αγωνίας
Εκείνες τις πρώτες νύχτες ο ύπνος δεν  μας έπαιρνε. Ήταν φοβερές, σαν να ξαναζούσαμε τα όσα μαρτύρια ζήσαμε πριν από λίγες μέρες. Η έντονη και έμμονη θύμησή τους μας έριχναν σε μια αβάσταχτη θλίψη που κορυφωνόταν με το ασίγαστο κλάμα της μάνας. Οι νύχτες ήταν φοβερές. Οι δυνατοί άνεμοι χτυπούσαν μέρα-νύχτα τις ξεχαρβαλωμένες πόρτες και τα παραθύρια. Τις νύχτες ήταν που ολοζώντανες οι μνήμες ξανάφερναν μπροστά μας τους Τσέτες, τη δύστυχη γειτόνισσα με το μικρό της γιο, τους ξυλοδαρμούς του παππού, της γιαγιάς, της μάνας με το μωρό που θέλησαν να σφάξουν. Κάθε κτύπος στις πόρτες και στα παράθυρα απ’ τους αέρηδες μάς ανατάραζε όλους, μικρούς και μεγάλους. Σα να ήταν ν’ ανεβούν οι Τσέτες. Κατατρομαγμένα, ιδίως εμείς τα μικρά, ζαρώναμε το ένα πάνω στο άλλο. Όλα μα όλα όσα ζήσαμε, τα ξαναζούσαμε. Ήταν τόσο ζωντανές στη φαντασία μας όλες εκείνες οι σκηνές, οι βασανισμοί, ο βιασμός κι ο θρήνος, το αλαφιασμένο βλέμμα και τα δάκρυα του μικρού που τρέμοντας έπεσε στην αγκαλιά της πονεμένης μάνας του σαν γύρισε από τα χαλάσματα, η θέα της πρησμένης μέσα στο αμπάρι θείας Γιασεμής, το ματωμένο σεντόνι που σκέπαζε το θείο Τζώρτζη.
Οι  μέρες περνούσαν χωρίς να ξέρουμε πού θα εγκατασταθούμε και τι θ’ απογίνουμε. Τα λιγοστά τρόφιμα που μας χορηγούσαν και η ευσπλαχνία που έδειχναν οι Καρλοβασίτες, δεν έφταναν να καλύψουν τις ανάγκες μας. Πάσχιζαν ο παππούς, η γιαγιά, η μάνα πηγαίνοντας στο Καρλόβασι να μάθουν τι μας μέλλεται, αν θα μέναμε, αν θα φεύγαμε πάλι και προς πού. Κι ακόμα αν μπορούσαν να δουλέψουν πουθενά για να συντηρηθούμε. Όμως ο τόπος ήταν μικρός και δουλειές δεν υπήρχαν. Έτσι στερημένα περνούσε εκείνος ο καιρός. Και σα να μην έφτανε η τόση δυστυχία μας, είχαμε γίνει και αντικείμενα περιέργειας. Κάθε τόσο μας έρχονταν περίεργοι επισκέπτες, ιδίως μερικοί νεαροί να δουν τους πρόσφυγες και πρώτα-πρώτα τις προσφυγοπούλες. Ανάμεσα στους επισκέπτες και κάποτε-κάποτε μερικοί που έρχονταν μας έφερναν ό,τι μπορούσαν για να μας βοηθήσουν.
Μετά  από δυο μήνες περίπου, παραχώρησε η Κοινότητα στην οικογένειά μας  ένα δωμάτιο σ’ ένα ερειπωμένο κι ακατοίκητο σπίτι στον Όρμο, κοντά στη θάλασσα, για να κατοικήσουμε. Τον παππού κάπου εκεί στα πευκάκια. Μια ξυλένια σκάλα, ξεχαρβαλωμένη, ήταν ένας κίνδυνος για μας τα παιδιά. Έτσι η μάνα μας κρατούσε όσο μπορούσε στο δωμάτιο, και μόνο για τις ανάγκες μας μάς άφηνε να πάμε εκεί κοντά σ’ ένα χωράφι, είτε έβρεχε, είτε χιόνιζε.
Οι  δάσκαλοι θυμάμαι με είδαν με στοργή. Καλοί και πονετικοί για το προσφυγάκι. Και δεν άργησαν οι φιλίες που πράυναν και μαλάκωναν τον πόνο και την τόση δυστυχία. Όμως οι καημοί κι ο αβάσταχτος πόνος της μάνας, οι κάθε λογής στερήσεις, ήταν το καθημερινό βίωμα εκείνου του καιρού της προσφυγιάς. Αχ, έλεγε και ξανάλεγε, να όψονται οι αίτιοι.
Ο γυρισμός του Δημήτρη
Κατά  το τέλος του 1924, γύρισε από την αιχμαλωσία ο Δημήτρης μας. Ευτυχώς γύρισε γερός. Μέρες και νύχτες μάς ιστορούσε το τι πέρασε αυτός και χιλιάδες Μικρασιάτες αιχμάλωτοι. Η μάνα το πρώτο που τον ρώτησε, ήταν αν συνάντησε ή αν άκουσε τίποτα για τον πατέρα μας. Ο αδελφός μου γυρίζοντας από την αιχμαλωσία, περίμενε πως θα εύρισκε τον πατέρα μαζί μας. Ούτε είχε μάθει, ούτε είχε ακούσει τίποτε, γι’ αυτό και περίμενε να τον βρει μαζί μας. Τότε κατάλαβε πως εκείνες τις μέρες της επιδρομής των Τσετών χάθηκε, όπως χάθηκαν και τα αδέρφια του, οι θείοι μας, Γιάννης και Δημητρός…
Κι  άρχισε να μας διηγείται τις ατέλειωτες ιστορίες της φοβερής εκείνης αιχμαλωσίας. Τις ολοήμερες πορείες, το γδύσιμο από τα ρούχα και τα παπούτσια τους. Το σχίσιμο, το γδάρσιμο των ποδιών, την αφόρητη καθημερινή πείνα και δίψα. Και κει στο δρόμο του Γολγοθά τους, κάθε τόσο κι αραίωνε η φάλαγγά τους από όσους έμεναν πίσω, που δεν τους ξανάβλεπαν. Η άφατη, η απέραντη αγωνία όταν ξεδιάλεγαν οι Τούρκοι χωρικοί όσους ήθελαν για να κορέσουν το μίσος τους, ήταν μια καθημερινή δοκιμασία που τους παρέλυε. Τα τσουβάλια, που ήταν το κοινό ρούχο όλων των αιχμαλώτων, γιομάτο από την ψείρα, κι από το χτύπημά τους με την πέτρα για να λυτρωθούν από το μαρτύριό της, είχε καταντήσει ένας σκληρός κετσές που σκέπαζε χειμώνα-καλοκαίρι το βασανισμένο κορμί. Το ξεθέωμα στους δρόμους, μέσα στο χιόνι το χειμώνα και κάτω από το λιοπύρι το καλοκαίρι, με το σπάσιμο της πέτρας για χαλίκι. Το ξεφόρτωμα από τα τραίνα των τσουβαλιών με λογής-λογής περιεχόμενο. Την καθημερινή εξάντληση κι από πάνω το μαστίγωμα για όσους έπεφταν λιπόθυμοι.
Τα  Τουρκιά στο Αξάρι, στο Ικόνιο, στο Αϊδίνι που μαζεύονταν στο πέρασμα των αιχμαλώτων κι ο καταβασανισμός τους με πετροβολητό, με φτυσίματα, με ξυλοδαρμούς, κι ακόμα οι σκοτωμοί εκεί στις ξέρες που τους τραβούσαν. Για τις αρρώστιες; Πως τους θέριζε η δυσεντερία κι ο τύφος. Πως όσοι αρρώσταιναν έμεναν στο δρόμο όπου τους αποτελείωναν. Για το μαρτύριο της δίψας μέσα στο κατακαλόκαιρο, που δεν τους άφηναν περνώντας από πηγές να πιουν νερό και πως τους άφηναν να πέφτουν στα βαλτονέρια κι ύστερα οι θανατεροί πόνοι της κοιλιάς, ο τύφος και στο τέλος ο μαρτυρικός θάνατος. Η καθημερινή πίκρα για το χάσιμο των συντρόφων που άφηναν το κουφάρι των για βορά στα όρνια και στα τσακάλια.
Μία δίχρονη βασανιστική πορεία χωρίς καμιά προσωπικότητα, ένα ασκέρι μισόγυμνων βασανισμένων ανθρώπων. Κι ήταν θείο δώρο όταν Τούρκοι χωρικοί ξεδιάλεγαν όσους ήθελαν για να τους πάρουν για δουλείες και αγγαρείες. Κι όταν κάθε τόσο σταματούσαν τα κοπάδια αυτών των ανθρώπων που σέρνονταν χωρίς κανένα οίκτο για να σπάνε το χαλίκι, για να ξεφορτώνουν και να κουβαλούν φορτία ολόκληρα στις πλάτες, να, κατέφθαναν οι αχόρταγοι κανίβαλοι Τσέτες κι οι Εφέδες τους, εκεί στους υπαίθριους καταυλισμούς, περικύκλωναν τη φάλαγγα και ορμούσαν στο πανάθλιο πλήθος των αιχμαλώτων χριστιανών.
Δεν ήθελαν μόνο να σκοτώσουν, ήθελαν να βασανίσουν, ήθελαν ακόμα να εκτονωθούν πάνω στα βασανισμένα κορμιά, να κορέσουν τα πάθη των. Κι όσες γυναίκες έτυχε να συμπορεύονται με τους άνδρες των και τα παιδιά τους, αφού τις βίαζαν μπροστά τους, στο τέλος τις ξεκοίλιαζαν. Μέσα στις κοπριές των ζώων χωμένοι, προσπαθούσαν να ζεστάνουν τα κορμιά τους.
Ναι, διαβάζοντας ύστερα από χρόνια το «Νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη, ήταν σαν μία επανάληψη των όσων ο αδελφός μας εξιστορούσε εκείνες τις πρώτες μα και τις κατοπινές ημέρες. Σελίδες ολόκληρες δεν παράλλαζαν από τις αφηγήσεις του αδελφού. Στο τέλος κάθε αφήγησης η μάνα αναστέναζε κι ανέβαινε στα χείλη της το χιλιοειπωμένο: Ας όψονται οι αίτιοι.
Σάμος – Αγρίνιο και ο  χαμός του 14άχρονη αδελφού
Όλα πια είχαν τελειώσει. Κι ο πατέρας ουσιαστικά χαμένος κι ο αδελφός κοντά μας, ευτυχώς γερός. Η προσφυγιά έχει τους δικούς της νόμους. Ν’ αποζητά ο ξεριζωμένος από τον πατρογονικό τόπο του να ριζοβολήσει για να ξαναστεριώσει με όσα δεινά κι αν πέρασε. Το πρόβλημα της επιβίωσης αμείλιχτο για μία οικογένεια με τέσσερα ανήλικα, χωρίς σπίτι, χωρίς κανένα πόρο, χωρίς γνωστούς και φίλους, ξένοι και πάρα πολλές φορές χωρίς καμία κατανόηση ή και συμπαράσταση σε αυτή τη δοκιμασία από τους συνανθρώπους τους.
Γι’ αυτό κι η προσφυγιά μάς οδήγησε, χωρίς να ξέρουμε πού πάμε, σε άλλους τόπους. Κι ο μεγάλος αδελφός, που γύρισε από τη δίχρονη θανατερή πορεία ως τα βάθη της Μικρασίας, να τώρα, μοναδικός προστάτης της απορφανισμένης οικογένειάς μας.
Έτσι  αφήσαμε τη Σάμο. Μαζί με άλλες οικογένειες, ένα καραβάνι πάμπτωχο κι ορφανεμένο, με κατάληξη εκεί, στο Αγρίνιο, όπου, όπως έλεγαν, στις καπναποθήκες δούλευε πολύς κόσμος. Τον τελευταίο καιρό στο Καρλόβασι, το μεγαλύτερο από μένα αδελφάκι η μάνα το ‘χε βάλει σε μία οικογένεια σαν παραγιό. Το καημένο, αδύνατο όπως όλοι μας, δουλεύοντας μέρα-νύχτα στο σπίτι και στο καφενείο του αφεντικού για ένα πιάτο φαΐ, είχε καταντήσει φυματικό, χωρίς κανένας να το πάρει είδηση. Σ’ ένα χρόνο ύστερα από το φευγιό μας από τη Σάμο, η δύστυχη μάνα το πήρε και το πήγε στην Αθήνα, όπου το έβαλε για νοσηλεία στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο. Ολομόναχη, χωρίς καμία βοήθεια, έμεινε κοντά του όσες μέρες έζησε. Η καλπάζουσα το είχε σακατέψει το άμοιρο. Μονάχη της του έκλεισε τα μάτια και ολομόναχη το ‘θαψε κάπου σ’ ένα νεκροταφείο της Αθήνας. Μονάχη της, χωρίς την παρηγοριά κανενός, το αγοράκι της, 14 μόλις χρονών. Η δύστυχη μάνα, τσακισμένη, γύρισε πάνω στο μήνα. Πού τη βρήκε εκείνη τη δύναμη να σταθεί ολόρθη για να μπορέσει να διαφεντέψει μια ορφανεμένη οικογένεια, να μεγαλώσει τρία ανήλικα, με μοναδική βοήθεια το μεροκάματο στην καπναποθήκη του μεγάλου αδελφού;
Καινούργια  ζωή… με τη θλιβερή  επέτειο
Ως  εδώ τα παιδικά χρόνια. Μια καινούργια ζωή άρχιζε. Πικρή, πολύ πικρή η προσφυγιά. Η ορφάνια, η μεγάλη φτώχια, η στερημένη ζωή, σημάδευε τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά χρόνια. Οι μνήμες βαθιά ριζωμένες, ένα με την ύπαρξη των κατατρεγμένων προσφύγων. Η αναπόληση των όσων δεινών, ένα καθημερινό βίωμα εκείνα τα πρώτα χρόνια. Μα και τα κατοπινά. Ένας ολόκληρος κόσμος, χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες καταβασανισμένες οικογένειες ζούσαν την προσφυγιά, κατασπαρμένες σε όλη την Ελλάδα, που όμως ταυτόχρονα πορεύονταν μιαν άλλη καινούργια ζωή.
Και κάθε χρόνο, η θλιβερή επέτειος που  φέρνει στο νου τις αναλλοίωτες  φοβερές μνήμες, που ασίγαστες, άφθαρτες, πάντα ζωντανές, μας φέρνουν κοντά στα όσα έζησε εκεί, στην πανέμορφη Ιωνία, ένας ολόκληρος κόσμος.
Ολόκληρο το αφιέρωμα και τις συγκλονιστικές μαρτυρίες μπορείτε να το διαβάσετε στην εφημερίδα “Ποντιακή Γνώμη”, μία εξαιρετική έκδοση με πρωτογενές υλικό.

Διδάσκοντας τη Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού σε μαθητές γυμνασίου και λυκείου. (Μια πρώτη προσέγγιση)

$
0
0
Του Βλάση Αγτζίδη

1.    Το Σκεπτικό - Οι στόχοι

1.1. Η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού έχει αναγνωριστεί επισήμως από τη Βουλή των Ελλήνων, την Κύπρο, τη Σουηδία, πολιτείες των ΗΠΑ και περιφερειακές κυβερνήσεις στην Αυστραλίας. Από το 1994 είναι επίσημη Εθνική Επέτειος στην Ελλάδα, ενώ από το 1998 η Γενοκτονία στο σύνολο της Μικράς Ασίας ανακηρύχτηκε σε δεύτερη επίσημη Εθνική Επέτειο.

1.2. Η 19η Μαϊου έχει οριστεί ως συμβολική Ημέρα Μνήμης, εφόσον εκείνη τη μέρα του 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ πασά αποβιβάστηκε στην Σαμψούντα του Πόντου, αυτονομήθηκε από την κεντρική Οθωμανική κυβέρνηση και συγκρότησε τα εθνικιστικά του στρατεύματα, τα οποία εν τέλει θα κατανικήσουν τους Έλληνες (ελληνικό στρατό στην Ιωνία και Πόντιους αντάρτες στο Βορρά της Μικράς Ασίας). Θα ολοκληρώσουν την προαποφασισμένη από τους Νεότουρκους (1911) εθνική εκκαθάριση με τη σφαγή και την πυρπόληση της Σμύρνης το Σεπτέμβριο του 1922. Η 14η Σεπτεμβρίου, ημέρα πυρπόλησης της Σμύρνης από τους κεμαλικούς εθνικιστές, ορίστηκε ως Ημέρα Μνήμης για τη Μικρασιατική Καταστροφή.

1.3. Ο βασικός σκοπός της ιστορικής εκπαίδευσης είναι να προετοιμάσει και να διαμορφώσει υπεύθυνους και ενεργούς πολίτες που να μπορούν να ερμηνεύσουν τα ιστορικά γεγονότα και να χρησιμοποιήσουν τα συμπεράσματα στο παρόν. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν η ιστορική γνώση μεταδίδεται δημιουργικά, αναπτύσσεται και καλλιεργείται το κριτικό πνεύμα, δεν εγκλείεται αποκλειστικά στο παρελθόν όπου συνέβη το γεγονός, αντιμετωπίζοντάς το ως μοναδικό και ανεπανάληπτο. Δηλαδή οι μαθητές με τη διδασκαλία του ιστορικού γεγονότος της Γενοκτονίας πρέπει να αναπτύσσουν και να βελτιώνουν τις διανοητικές τους  δεξιότητες και να στοχάζονται για το ιστορικό πλαίσιο του κόσμου στον οποίο ζουν, έχοντας κατανοήσει το παρελθόν και τις αδιόρατες, υπόγειες διεργασίες οι οποίες συνέβαλαν στο να διαμορφωθεί το παρόν.

1.4. Η παρουσίαση του γεγονότος της Γενοκτονίας στο μικρασιατικό Πόντο θα πρέπει απαραιτήτως να ενταχθεί στο ευρύτερο Ιστορικό Πλαίσιο, μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε, ώστε οι μαθητές να έχουν μια καλή εποπτεία της εποχής και των κρίσιμων παραμέτρων. Δηλαδή, να παρουσιαστεί αναλυτικά το γεγονός ότι η Γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού υπήρξε τμήμα της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής, η οποία με τη σειρά της εντάσσεται στο πλαίσιο των αποφάσεων των Νεότουρκων (Οκτώβριος 1911) για εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

1.5. Θα πρέπει να περιγραφούν με ακρίβεια οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που επέλεξαν τη μέθοδο της Γενοκτονίας για την επίλυση των εσωτερικών αντιθέσεων της Οθωμανικής  Αυτοκρατορίας, να παρουσιαστούν αναλυτικά τα αίτια τα οποία οδήγησαν στην επιλογή αυτών των μεθόδων. Πρέπει να κατανοηθεί στο βάθος η μειοψηφική τάση του μιλιταριστικού τουρκικού εθνικισμού (Νεότουρκοι-Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος»), η οποία θα επικρατήσει πραξικοπηματικά το 1908 και θα οδηγήσει στις αποφάσεις για τις Γενοκτονίες.

1.6. Θα πρέπει οι μαθητές να κατανοήσουν ότι η Γενοκτονία δηλαδή η μαζική δολοφονία ανθρώπων εξαιτίας της ιδιαίτερης πολιτισμικής τους κατάστασης δεν ήταν μια απρόσωπη διαδικασία. Ότι οι άνθρωποι-θύματα υπήρξαν συγκεκριμένοι άνθρωποι με αξιοπρέπεια, με καθημερινή ζωή, με σχέσεις και όχι απρόσωπα μαζικοποιημένα όντα. Το στοιχείο αυτό θα προκύψει μέσα από την παρουσίαση αυθεντικών μαρτυριών των θυμάτων.  

1.7. Θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί από τους μαθητές ότι η συγκεκριμένη Γενοκτονία δεν αποτελεί ένα περιορισμένο γεωγραφικά και χρονικά γεγονός, αλλά ότι εγκαινιάζει μια νέα πολιτική αντιμετώπισης διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων από σκληρές εξουσίες, που επιδιώκουν την ομογενοποίηση του χώρου που ελέγχουν ή την κυνική μεταφορά πλούτου από τις ομάδες-θύματα στους θύτες. Η κορύφωση αυτής της νέας πολιτικής θα είναι το Ολοκαύτωμα που θα πραγματοποιήσουν οι Ναζί, οι οποίοι κυριολεκτικά «βιομηχανοποίησαν» την εξόντωση των στοχευμένων πληθυσμών.

1.8. Τα στοιχεία που πρέπει να δοθούν στους μαθητές πρέπει να είναι καλά τεκμηριωμένα, να μην επιδέχονται αμφισβητήσεων και να μη χαρακτηρίζονται από υπερβολές, οι οποίες εν τέλει υπονομεύουν όλη τη διαδικασία της  διδασκαλίας της Γενοκτονίας.

1.9. Η παρουσίαση πρέπει να βασίζεται σε περιγραφή των συνθηκών, του ιστορικού-κοινωνικού-πολιτικού πλαισίου και των αιτίων που οδήγησαν στη Γενοκτονία. Ο διδάσκων/ουσα θα πρέπει να αποφεύγει να βασιστεί στην «παιδαγωγική του αίματος» και των δακρύων. Αφενός γιατί η εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να εκπέσει σε μελόδραμα και αφετέρου γιατί ο παιδαγωγικός στόχος δεν πρέπει να είναι η πρόκληση  συναισθηματικής έξαρσης, αλλά κατανόησης των γεγονότων, που βασίζεται στην εμπεριστατωμένη γνώση και στα καλά δομημένα ερμηνευτικά εργαλεία.

2.0. Συνοψίζουμε τις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν και για να υπηρετηθεί με τον καλύτερο τρόπο η ευστοχία της ιστορικής μάθησης:

-Η χρησιμοποιούμενη ορολογία να είναι ακριβής

-Τα στοιχεία που παρατίθενται να είναι σωστά και αποδεδειγμένα

-Να αποσαφηνίζονται οι κατηγορίες «θύτης»/«θύμα», «πρόθεση»/«αποτέλεσμα», «χρόνος» και «τόπος», «μέσα πραγματοποίησης»

-Να περιγράφονται με πληρότητα  οι αιτίες καθώς και η λογική αλληλουχία που ακολουθεί (εμφάνιση τουρκικού εθνικισμού, κατάληψη της εξουσίας, απόφαση για εθνοκαθάρσεις ώστε να δημιουργηθεί έθνος-κράτος, οργάνωση των Γενοκτονιών, διαμόρφωση ιδεολογίας αποκλεισμού, υλοποίηση των αποφάσεων, απελευθέρωση των δυνάμεων του εθνικισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, πολεμικές συγκρούσεις, πρόσφυγες παντού, στάση της Ελλάδας και των πολιτικών της δυνάμεων, διχασμός, ήττα, ολοκλήρωση των γενοκτονιών, προσφυγοποίηση στην Ελλάδα και την ΕΣΣΔ.)

-Να αποφεύγονται οι ισοπεδωτικές απλουστεύεις του τύπου «καλός-κακός», «άσπρο-μαύρο», που ακυρώνουν κάθε προσπάθεια ερμηνείας και κατανόησης των ιστορικών συμπεριφορών.

        

2.    Το Ιστορικό Πλαίσιο

2.1. Το Ιστορικό Πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να διδάσκεται η Γενοκτονία ορίζεται πλέον από την απόφαση του International Association of Genocide Scholars – IAGS. Συγκεκριμένα, στις 16 Δεκεμβρίου 2007, η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars – IAGS), ο καθ’ ύλη διεθνής οργανισμός, εξέδωσε το παρακάτω ψήφισμα, με το οποίο αναγνωρίζεται ότι η εθνική εκκαθάριση που υπέστησαν οι ελληνικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς ανήκει στην νομική κατηγορία των «εγκλημάτων Γενοκτονίας», όπως  αυτή ορίστηκε από τον ΟΗΕ το 1948:

«ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ΟΤΙ η άρνηση της γενοκτονίας αναγνωρίζεται ευρέως ως το τελικό στάδιο της γενοκτονίας, που επιφυλάσσει στους δράστες της γενοκτονίας την ατιμωρησία και αποδεδειγμένα προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντικές γενοκτονίες.

ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ΟΤΙ η γενοκτονία μειονοτικών πληθυσμών από το Οθωμανικό κράτος κατά τη διάρκεια και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο απεικονίζεται συνήθως ως γενοκτονία των Αρμενίων αποκλειστικά, με μερική μόνο αναγνώριση των ποιοτικά όμοιων γενοκτονιών άλλων Χριστιανικών μειονοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ είναι πεποίθηση της διεθνούς Ενώσεως Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών ότι η εκστρατεία των Οθωμανών εναντίον των Χριστιανικών μειονοτήτων της Αυτοκρατορίας μεταξύ 1914 και 1923 αποτέλεσε μια γενοκτονία των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων του Πόντου και της Ανατολίας.

ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΑΚΟΜΑ ΟΤΙ η ένωση ζητά εκ τούτου από την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει τις γενοκτονίες αυτών των πληθυσμών, να εκδώσει μια επίσημη απολογία και να προχωρήσει σε άμεσα και σημαντικά βήματα για αποκατάσταση» (http://www.genocidetext.net)

Από τη στιγμή της έκδοσης του κορυφαίου αυτού Ψηφίσματος (Δεκέμβρης του 2007), το οριστικό πλαίσιο της διδασκαλίας της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού αλλάζει και διευρύνεται. Εφεξής, η αναπαραγωγή τοπικιστικών προσεγγίσεων, καθώς και λανθασμένων αριθμητικών στοιχείων αντίκειται στο Ψήφισμα. Να αποφεύγονται, τουλάχιστον τα αριθμητικά, στοιχεία που δημοσιεύτηκαν λόγω περιορισμένων γνώσεων πριν την έκδοση του Ψηφίσματος.

Η διδασκαλία πρέπει απαραιτήτως να πραγματοποιείται με την παρουσίαση του ευρύτερου γεγονότος της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής, να παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο συγκροτήθηκε ο τουρκικός εθνικισμός και έλαβε τις αποφάσεις για εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών.

2.2. Θα πρέπει να αποσαφηνίζονται οι έννοιες «εθνοκάθαρση», «γενοκτονία», «έγκλημα  πολέμου», «μαζικές σφαγές», «εξόντωση», «καταστροφή». Να τονίζεται ιδιαιτέρως ότι ο όρος «γενοκτονία» αποτελεί νομικό όρο του διεθνούς δικαίου και όχι λέξη της καθομιλουμένης για να χαρακτηριστεί μια συγκεκριμένη βίαιη πράξη. Η «εθνοκάθαρση» ή το «έγκλημα πολέμου» ή η «Καταστροφή» ή η «μαζική σφαγή» μπορεί να χαρακτηριστεί γενοκτονία μόνο εάν υπακούει στα σχετικά κριτήρια , όπως ορίστηκαν από τον ΟΗΕ με τη Σύμβαση του 1948. Σύμφωνα με τη σχετική Σύμβαση, γενοκτονία είναι: «η εσκεμμένη προσπάθεια καταστροφής εν όλω ή εν μέρει, μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας», με έναν από τους παρακάτω τρόπους:

«α) τον φόνο μελών της ομάδας,

β) την πρόκληση σοβαρής σωματικής ή διανοητικής βλάβης σε μέλη της ομάδας,

γ) τη σκόπιμη επιβολή στην ομάδα συνθηκών ζωής υπολογισμένων, έτσι ώστε να επιφέρουν τη φυσική τους καταστροφή, εν όλω ή εν μέρει,

δ) την επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην αποτροπή γεννήσεων στο εσωτερικό της ομάδας και

ε) την υποχρεωτική μεταφορά των παιδιών της ομάδας σε κάποια άλλη».

Στην περίπτωση των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εφαρμόστηκαν και οι πέντε τρόποι, σε διαφορετικό χρόνο και με διαφορετικό τρόπο στους επιμέρους πληθυσμούς.

2.3. Θα πρέπει να περιγράφεται η διαδικασία κλιμάκωσης της Γενοκτονίας η οποία –όσον αφορά την ελληνική περίπτωση- ξεκινά με συστηματικές διώξεις στην Ανατολική Θράκη το 1914, συνεχίζεται την ίδια χρονιά στην Ιωνία (Δυτική Μικρά Ασία) και κορυφώνεται το 1916 στον Πόντο (Βόρεια Μικρά Ασία).

Θα πρέπει επίσης να διαχωρίζονται οι δύο φάσεις της Γενοκτονίας και να παρουσιάζονται αναλυτικά τα διαφορετικά ιστορικά πλαίσια εντός των οποίων πραγματοποιήθηκαν:

-Η Α’ φάση της Γενοκτονίας έλαβε χώρα κυρίως κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) και είχε ως θύτες τους Νεότουρκους εθνικιστές, ενώ υπήρξε ανοχή από τους συμμάχους τους, Γερμανούς και Αυστριακούς.

-Η Β’ φάση της Γενοκτονίας  έγινε την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου (1919-1922) από τους κεμαλικούς εθνικιστές που αυτονομήθηκαν από την κεντρική οθωμανική κυβέρνηση. Κατά τη δεύτερη φάση υπήρξε αρχική ανοχή κάποιων συμμάχων της Ελλάδας (Ιταλών, Γάλλων, Αμερικανών). Στη συνέχεια, και λόγω της πολιτικής των μοναρχικών,  ουδετεροποιήθηκαν οι υπόλοιποι (Βρετανoί). Υποστηρικτές του τουρκικού εθνικισμού υπήρξαν και οι αντιπάλοι των Δυτικών, δηλαδή το νεαρό σοβιετικό κράτος. Επίσης θα πρέπει να τονιστεί ο ελληνικός Διχασμός μεταξύ μοναρχικών-βενιζελικών που  αποδυνάμωσε το ελληνικό εσωτερικό μέτωπο και επέτρεψε στον Κεμάλ να νικήσει και να ολοκληρώσει τη Γενοκτονία του ελληνικού, αρμενικού και ασσυριακού πληθυσμού στο σύνολο της παλιάς πολυεθνικής, ισλαμικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την οποία μετέτρεψε πλέον σε τουρκικό έθνος-κράτος.



3.    Οι αριθμοί



Οι αριθμοί των πληθυσμών που κατοικούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και των θυμάτων που τελικά είχαν από την πολιτική της Γενοκτονίας, θα πρέπει να προκύπτουν από τα πραγματικά δεδομένα, που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν.

Τα μόνα πληθυσμιακά στοιχεία που γνωρίζουμε και δεν αμφισβητούνται  είναι αυτά που προκύπτουν από τις απογραφές του πληθυσμού.  Με την αξιοποίηση των  απογραφών του ελληνικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας  (Οθωμανική και Πατριαρχική) εκτιμάται ότι ο αριθμός των Ελλήνων στη Μικρά Ασία (Πόντος, Ιωνία, Βιθυνία, Καππαδοκία, Πισιδία κ.ά) ανέρχεται σε 1.8 εκατομμύρια κατοίκους. Στην Ανατολική Θράκη με την Κωσταντινουπολη κατοικούσαν περί τους 400.000 Έλληνες. Από τον αριθμό των 2.2 εκατομμυρίων (χωρίς να προσμετρώνται οι Έλληνες από το Καρς που ανήκε τότε στη ρωσική επικράτεια), στον Πόντο κατοικούσαν περίπου 450.000 Έλληνες χριστιανοί, ορθόδοξοι κυρίως αλλά και προτεστάντες.

[Τα στοιχεία των Απογραφών και των διαφορετικών εκτιμήσεων παρατίθενται αναλυτικά στο βιβλίο: Βλάσης Αγτζίδης, «Έλληνες του Πόντου. Η γενοκτονία από τον τουρκικό εθνικισμό» στις σελίδες 131-137. Το βιβλίο αυτό υπάρχει σε ψηφιακή μορφή στη διεύθυνση:

http://www.projethomere.com/travaux/bibliotheque_homere/grecs_pont_euxin.htm]

Τα θύματα των διωγμών και της Γενοκτονίας  που συνέβη την επόμενη περίοδο (1914-1923) μπορούν να υπολογιστούν συνολικά κατά προσέγγιση και όχι με ακρίβεια κατά τόπους. Η «Μαύρη Βίβλος Διωγμών και Μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού» του Οικουμενικού Πατριαρχείου που εκδόθηκε το 1919, δίνει μια κατ’ εκτίμηση εικόνα των διωχθέντων και των θυμάτων. Με βάση την επίσημη Απογραφή που έγινε στην Ελλάδα το 1928 καταγράφηκαν περίπου 1.25 εκατομμύρια πρόσφυγες. Στον αριθμό αυτό συνυπολογίστηκαν και οι προερχόμενοι από το Καρς και άλλες ρωσικές περιοχές. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη ότι 150.000 Έλληνες από την Κωσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο εξαιρέθηκαν της Ανταλλαγής των πληθυσμών, ενώ ένα μέρος των προσφύγων από τον Ανατολικό Πόντο που κατέφυγε στη Ρωσία μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων (Μάρτιος 1918) δεν κατέφυγε τελικά στην Ελλάδα.

Δεν γνωρίζουμε πόσα ήταν τα θύματα της Γενοκτονίας κατά περιοχή, ούτε πόσοι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διαδρομή προς την Ελλάδα, ούτε πόσοι πέθαναν στην Ελλάδα από  τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης κατά την πρώτη δεκαετία (αντιστοιχούσαν τρεις θάνατοι σε μία γέννηση).

Ο αριθμός 353.000 που έχει επικρατήσει δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αρχικά, κατατέθηκε ως υπόθεση τον Ιανουάριο  του 1922 στη «Black Book the tragedy of Pontus (1914-1922)» που εξέδωσαν στην Αθήνα οι ποντιακές οργανώσεις, χωρίς να έχουν πρόσβαση σε πραγματικά δεδομένα. Στον αριθμό αυτό ο Γ. Βαλαβάνης θα προσθέσει (το 1925) κατ’ εκτίμηση άλλες 50.000 θύματα κατά τη μεταφορά προς την Ελλάδα.

Το πρόβλημα των αριθμών ο διδάσκων/ουσα τη Γενοκτονία στους μαθητές πρέπει να το αντιμετωπίσει με την επίκληση των πραγματικών αριθμών που μας δίδει η σύγκριση των 2.2 εκατομ. προ των γεγονότων και 1.25 εκατομ. μετά το τέλος της Γενοκτονίας, όπως παρουσιάστηκε παραπάνω με την επισήμανση ότι τα θύματα στη Μικρά Ασία και στην Ανατολική Θράκη κατά την περίοδο 1914-1923 υπολογίζονται μεταξύ 700.000 και 800.000 ατόμων. Αυτή η προσέγγιση είναι η μόνη που ανταποκρίνεται στα δεδομένα που ορίζει πλέον τελεσίδικα το Ψήφισμα του International Association of Genocide Scholars – IAGS.

4.    Οι πηγές

Οι πηγές που ο διδάσκων/ουσα πρέπει να βασίσει την παρουσίαση της Γενοκτονίας είναι:

4.1. Τα επιστημονικά έργα που έχουν γραφεί για το θέμα αυτό. Όπως για παράδειγμα:

-Tessa Hofmann, Matthias Bjørnlund, Vasileios Meichanetsidis, με τη συμμετοχή των:  J. Mourelos, R. Donef, N. Hlamides, M. Stewart, St. T. Stavridis, St. Leonard Jacobs, Alfred de Zayas, R. Levitsky, M. Bruneau and K. Papoulidis, A. Kalaitzidis and D. Wallace, Abr. Der Krikorian and E. Taylor, The Genocide of the Ottoman Greeks: Studies on the State-Sponsored Campaign of Extermination of the Christians of Asia Minor (1912-1922) and Its Aftermath: History, Law, Memory, Νέα Υόρκη, εκδ. Melissa, 2012

-Κωσταντίνος Φωτιάδης, «Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου», Αθήνα, έκδ. Ίδρυμα Βουλής των Ελλήνων, 2004.

-Βλάσης Αγτζίδης, Έλληνες του Πόντου. Η γενοκτονία από τον τουρκικό εθνικισμό, Αθήνα, έκδ. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αν. Αττικής, 2005. Επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Σκάι.

-Ευριπίδης Γεωργανόπουλος, Το νεοτουρκικό κίνημα και οι επιπτώσεις του στον ελληνισμό του Πόντου 1908-1914, Θεσσαλονίκη, εκδ. Κυριακίδη, 2001.

-Προσεγγίσεις στην ιστορία του Εύξεινου Πόντου. Πρακτικά του 2ου Διεθνούς Συνεδρίου Ποντιακού Ελληνισμού, Κ. Χατζηκυριακίδης-Θ. Κυριακίδης (επιμ.), Άρτεμις Ξανθοπούλου Κυριακού, P. Karpov, R. Hovannisian, M. Meeker, H. Lowry κ.ά., Θεσσαλονίκη, εκδ. Σταμούλη, 2011.

-Χαράλαμπος Ψωμιάδης, Η τελευταία φάση του Ανατολικού Ζητήματος, Συμβολή στη μελέτη των ελληνοτουρκικών διπλωματικών σχέσεων, μετάφραση - επιμέλεια: Γ. Γιαννακόπουλος, Αθήνα, Έφεσσος, 2004.

-Χάρης Τσιρκινίδης, Έχω όπλο την αγχόνη’. Το ντοκουμέντο της Μεγάλης Καταστροφής υπό το φως των ξένων απορρήτων αρχείων (1908-1925), Θεσσαλονίκη, εκδ. Ερωδιός, 2005. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν έγγραφα διπλωματικών αποστολών από τη μονογραφία  του Χ. Τσιρκινίδη, Επιτέλους τους ξεριζώσαμε (εκδ. Παναγία Σουμελά) παρότι ο σχολιασμός έχει έντονο συναισθηματικό ύφος  και δεν υπάρχει παραπομπή στις πηγές.

-Προσφυγική Ελλάδα Φωτογραφίες από το αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, επιμ. Γ. Γιαννακόπουλος, Αθήνα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, 1992

-Θεόδωρος Παυλίδης, Ο ελληνισμός του Δυτικού Πόντου, Θεσσαλονίκη, εκδ. Κυριακίδη, 2009.
-Ο Πόντος των Ελλήνων, Γιώργος Α. Γιαννακόπουλος (επιμ.), Άρτεμις Ξανθοπούλου Κυριακού, Δ. Θ. Λαζαρίδης, Δ. Τομπαΐδης, Σ. Χατζησαββίδης, Ε. Γ. Γαβρά, Β. Δαλακούρα, Αρχ. Π. Αποστολίδης, Π. Α. Γαϊτανίδης, Κ. Χατζηκυριακίδης, Ε. Π. Καρούμπης, Αθήνα, εκδ. Έφεσος, 2003. -Jean de Murat, Τhe Great Extirpation of Hellenism & Christianity in Asia Minor, Φλόριντα ΗΠΑ, 1999. 4.2. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιηθούν μαρτυρίες θυμάτων. Ενδεικτικά προτείνονται τα βιβλία: -Αντώνιος Γαβριηλίδης, «Σελίδες εκ της Μαύρης Εθνικής Συμφοράς του Πόντου», Θεσσαλονίκη, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, 1992. -Thea Halo, «Ούτε το όνομά μου», Αθήνα, εκδ. Γκοβόστη, 2001. -Γεώργιος Ανδρεάδης, «Ταμάμα. Η αγνοούμενη του Πόντου», Θεσσαλονίκη, εκδ. Γόρδιος, 1992. -Χρήστος Ηλιάδης, «Πόντος Γενοκτονία. Όσα ενθυμούμαι από την περιπετειώδη ζωή μου», Θεσσαλονίκη, εκδ. Γόρδιος, 2002. -κ.ά…. Θα μπορούσε να ξεκινήσει το μάθημα με την ανάγνωση μιας δυνατής αφήγησης από τη Γενοκτονία.  Τέτοιες έντονες εικόνες υπάρχουν στο βιβλίο της Thea Halo. Όπως επίσης και η πολύ καλή, από πλευράς μεθόδου, περιγραφή  των πορειών θανάτου ως «Άουσβιτς εν ροή», όπως κάνει ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης στο πολύ καλό εισαγωγικό κείμενο της μελέτης του. Η χρησιμοποίηση αφηγήσεων είναι ένα μέσο που στοχεύει στην αύξηση της προσοχής των μαθητών ώστε  να κατανοήσουν στη συνέχεια τις αιτίες που προκάλεσαν τα γεγονότα, εφόσον, όπως τονίστηκε παραπάνω, ο κύριος εκπαιδευτικός στόχος είναι η κατανόηση που βασίζεται στην  εμπεριστατωμένη γνώση και όχι η δημιουργία συναισθηματικής έντασης. 4.3. Είναι επίσης σημαντικό κατά την διδασκαλία της Γενοκτονίας να χρησιμοποιηθούν και να διαβαστούν έγγραφα διπλωματικών αποστολών εκείνης της εποχής που αναφέρονται στα γεγονότα. Τέτοια έγγραφα υπάρχουν στα βιβλία των Ενεπεκίδη, Φωτιάδη και Τσιρκινίδη. 4.4. Η χρήση τουρκικών πηγών που αναφέρονται στη Γενοκτονία, καθώς και η αναφορά σε έργα Τούρκων ιστορικών και κοινωνικών επιστημόνων που καταγγέλλουν το ρόλο του εθνικισμού στη διάπραξη των εγκλημάτων γενοκτονίας, πρέπει απαραιτήτως να ενταχθούν στη διαδικασία της διδασκαλίας της Γενοκτονίας. Τέτοια κείμενα δημοσιεύτηκαν πρόσφατα και οι διδάσκοντες/ουσες μπορούν να έχουν άμεση πρόσβαση σ’ αυτά. Προτείνονται τα εξής: -του Fikret Baskaya :  Η συνείδηση της Ιστορίας θα μας απελευθερώσει,   -του Ahmet Oral: Για το Αρμενικό, Ελληνικό, Κουρδικό και Αλεβίτικο Ζήτημα, -του Attila Tuygan: Γενοκτονία για την “ιερή πατρίδα”, -τουTaner Akçam: Οι εκτοπίσεις και οι σφαγές των Ελλήνων του 1913-1914: Πρόβα για τη Γενοκτονία των Αρμενίων -του Sait Çetinoğlu: Η ιδέα του ανεξάρτητου Πόντου και η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου,   Το Τέλος του Κινήματος και η Εκδίωξη -της Pervin Erbil: Μια τραγική σελίδα στην εκκαθάριση των Ρωμιών, 1914-1924. Κατά την αναφορά των συγκεκριμένων τουρκικών απόψεων, μπορεί να τονιστεί στους μαθητές η συνάφεια των θέσεων της συγκεκριμένης τουρκικής ιστοριογραφικής σχολής  με την προσφυγική ιστοριογραφία, που αναπτύσσεται αργά αλλά σταθερά στην Ελλάδα την τελευταία 25ετία, αμφισβητώντας τα στερεότυπα και αποδομώντας τους κυρίαρχους μύθους. 4.5. Επίσης ο διδάσκων/ουσα εκτός από την καλή γνώση της ποντιακής ιστορίας και του ευρύτερου πλαισίου πρέπει να έχε συνολική εποπτεία: -της προσπάθειας των προσφυγικών οργανώσεων να εντάξουν στην εθνική συλλογική μνήμη το Τραύμα του Πόντου, -των προβλημάτων που συνάντησαν οι πρόσφυγες του ’22 στην Ελλάδα, αλλά και στη Σοβιετική Ένωση, -τις μορφές της κυρίαρχης (κρατικής και όχι) ιδεολογίας στη μετά το ’22 Ελλάδα που δεν συμπεριλάμβανε την ιστορική εμπειρία του ελληνισμού της Ανατολής, -τις αιτίες, για τις οποίες υπήρξε Σιωπή και Λήθη από το 1922 έως τη δεκαετία του ’90, -τις σύγχρονες ιδεολογικές συγκρούσεις στην Ελλάδα για τα ιστορικά ζητήματα και τη διαμόρφωση ενός ρεύματος Αρνητών της Γενοκτονίας. Βασική πηγή για τα ζητήματα αυτά είναι η μελέτη: Βλάσης Αγτζίδης, «Μνήμη Ταυτότητα και Ιδεολογία στον Ποντιακό Ελληνισμό» από το συλλογικό (με Γιώργο Κόκκινο και Έλλη Λεμονίδου) «Το Τραύμα και οι πολιτικές της Μνήμης», Αθήνα, εκδ. Ταξιδευτής, 2010. 4.6. Η χρήση οπτικοακουστικού υλικού συμβάλλει στη διαδικασία διδασκαλίας, τόσο με την αντικειμενική επιρροή που ασκεί η εικόνα  στον θεατή, όσο και με την μετατροπή σε οικείο γεγονός του προσώπου που υπέστη τη Γενοκτονία ή του τοπίου εντός του οποίου συνέβησαν τα τραγικά γεγονότα. Όμως το υλικό αυτό θα πρέπει να υπακούει σε σαφείς κανόνες, όπως η παρουσίαση αληθινών δεδομένων εντός του πραγματικού ιστορικού πλαισίου και η αποφυγή πλαστογραφιών. Το τελευταίο χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του οπτικού υλικού (κυρίως βίντεο) που έχει παραχθεί για να πλαισιώνει την αφήγηση για την «ποντιακή Γενοκτονία». Πολλές φορές παρουσιάζονται σκηνές, ως αφορώσες και διαδραματιζόμενες στον Πόντο, από τη σφαγή και την καταστροφή της Σμύρνης, τις ωμότητες που συνέβησαν στην υπόλοιπη Ιωνία, καθώς και την προσφυγοποίηση των Καππαδοκών και των Ανατολικοθρακών. 4.7. Κατά τη διαδικασία της διδασκαλίας θα πρέπει να αξιοποιηθεί και η σχετική λογοτεχνία ή η ποίηση που αφορά τον Πόντο. Χαρακτηριτικά προτείνονται τα ποιήματα Του Νίκου Γρηγοριάδη, του Χρήστου Μαχαιρίδη, του Ηλία Τσέχου κ.ά. Χαρακτηριστικότερο δείγμα μιας ποιοτικής ποίησης είναι το ποίημα του Μαχαιρίδη με τίτλο «19 Μαϊου 1919». Οι ποιητές αυτοί φιλοξενούνται στον τόμο: Νίκος Γρηγοριάδης-Χρήστος Τουμανίδης, «Λύρα του Πόντου. Ποιητές ποντιακής καταγωγής», Αθήνα, εκδ. Κώδικας, 2003. 4.8. Στο πλαίσιο της διδασκαλίας της Γενοκτονίας, θα  ήταν χρήσιμη μια επίσκεψη σε κάποιο Μουσείο, που αναφέρεται στον τρόπο ζωής ή στην ιστορική εμπειρία  του προσφυγικού ελληνισμού.   5.    Κάποια βασικά κείμενα Οι διδάσκοντες/ουσες πρέπει να διαβάσουν βασικά κείμενα, ώστε να ξεκαθαρίσουν το πλαίσιο αλλά και τις παραμέτρους που ορίζουν το ιστορικό φαινόμενο της Γενοκτονίας. Κάποια εύκολα προσβάσιμα κείμενα (ή περιλήψεις) στο διαδίκτυο, είναι  με αλφαβητική σειρά τα εξής: -Βασίλειος Μεϊχανετσίδης,  «Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», http://infognomonpolitics.blogspot.com/2012/01/blog-post_5236.html#.T3LU... -Βλάσης Αγτζίδης, «Η εμφάνιση του τουρκικού εθνικισμού» http://kars1918.wordpress.com/2010/06/10/turkish-nationalism/ -Βλάσης Αγτζίδης, «Ποντιακό Ζήτημα και Μικρασιατική Καταστροφή» http://kars1918.wordpress.com/2009/10/18/18-10-200/ -Βλάσης Αγτζίδης, «Βασικά κείμενα για τη διδασκαλία της Γενοκτονίας» http://kars1918.wordpress.com/2012/03/28/teaching/ -Ευριπίδης Γεωργανόπουλος, «Οι προσπάθειες των ελλήνων του Πόντου για αυτοδιάθεση κατά το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1916-1922 (2009)»  http://invenio.lib.auth.gr/record/105601?ln=el -Ευριπίδης Π. Γεωργανόπουλος, «Οι αμερικανικές θέσεις για τον ελληνισμό του Πόντου το καλοκαίρι του 1919: τρεις αδημοσίευτες αμερικανικές εκθέσεις» http://www.peristereota.com/Abstracts/abstract2.html -Θεοδόσης Κυριακίδης, «Μεθοδολογικά πρότερα στη Γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής» http://mikrasiatis.gr/?p=6568 -Θεοδόσης Κυριακίδης, «Οι ποντιακές σπουδές στον 21ο αιώνα» http://neolaia.poe.org.gr/default.aspx?catid=174 -George Shirinian, «The German Foreign Office Archives on the Armenian and Greek Genocides» http://neolaia.poe.org.gr/default.aspx?catid=180 -Michael Meeker,  «The Question of Ethnicity in the Eastern Pontos» http://www.peristereota.com/Abstracts/abstract9.html -Roger Smith, «THE CONCEPT OF GENOCIDE: origin, meaning, related concepts, denial» http://neolaia.poe.org.gr/default.aspx?catid=178 -Taner Akcam, «Ottoman Documents and Expulsion of Greeks from Asia Minor in 1913-1914» http://neolaia.poe.org.gr/default.aspx?catid=179

-Πολυχρόνης Ενεπεκίδης, Γενοκτονία στον Εύξεινο Πόντο. Διπλωματικά Έγγραφα από τη Βιέννη (1909-1918), Θεσσαλονίκη, έκδ. Εύξεινος Λέσχη, 1995.

Article 18

ΑΔΕΡΦΙΑ ΠΟΝΤΙΟΙ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

$
0
0


ΜΑΥΡΟ ΣΤΟΥΣ ΑΡΝΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ…Πειραιώτες Πόντιοι, κατά την άποψη της υποψήφιας του αριστερού(Θεός φυλάξοι) πασοκοδεκανικής έμπνευσης μορφώματος του κ. Κουβέλη, κυρίας Ρπούση, «θύματα Ελλήνων στην Μικρά Ασία και στον Πόντο δεν υπήρξαν!!!» Οι 353.000 σφαγιασμένοι της Κεμαλικής θηριωδίας υπάρχουν μόνο μέσα στο αρρωστημένο μας μυαλό! Μη δώσετε ούτε μια ψήφο στην Ποντιομάχο καθηγήτρια, μαυρίστε το κόμμα του Κουβέλη, αποδείξτε στο πασοκικό ανδρείκελο και στην ανθελληνική κομπανία της ΔΗΜΑΡ ότι ο Ποντιακός Ελληνισμός και μνήμη έχει και προπαντός τιμά τους αδικοχαμένους νεκρούς του… ΜΑΥΡΟ ΣΤΟ ΚΟΥΒΕΛΟΡΕΠΟΥΣΕΙΟ ΜΟΡΦΩΜΑ… ΜΑΥΡΟ ΣΤΟΥΣ ΑΡΝΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΝΤΙΑΚΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ…


ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ...

Αποχώρησε από τη Βουλή, η γνωστή Ρεπούση, όταν ο β. Πολύδωρας κάλεσε τους βουλευτές σε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού!!!

$
0
0

Λεπτό προς λεπτό η παρουσία της Ρεπούση στη Βουλή.Μόλις ο Πρόεδρος της Βουλής ζήτησε να τηρηθεί ενός λεπτού σιγή για την Γενοκτονία των Ποντίων εξαφανίστηκε από την αίθουσα και επανήλθε να ψηφίσει μετά..ΝΤΡΟΠΗ

Ωρα : 12 :42 μμ Διακρίνεται η Ρεπούση ακόμα μέσα στη Βουλή



 Ωρα 12:44 μμ  η Ρεπούση μέσα στη Βουλή



 Ωρα :12 :46 μμ Mόλις ο Πρόεδρος ανακοίνωσε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη της Γενοκτονίας των Ποντίων η Ρεπούση εξαφανίστηκε από τα έδρανα της Βουλής


 Ωρα :12 :47  Εξαφανισμένη ακόμα από τα έδρανα της Βουλής η Ρεπούση



 .Ωρα :3 :09 μμ επανήλθε στην αίθουσα η Ρεπούση και ψηφίζει



 ΩΡΑ 3:09 ΜΜ Η ΡΕΠΟΥΣΗ ΨΗΦΙΖΕΙ



Επ’ αφορμή της μνήμης της συμφοράς του ποντιακού ελληνισμού

$
0
0
Άρθρον του ΝΙΚΟΛΑΟΥ  Γ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
(κλασσικού φιλολόγου)

Επ’ αφορμή της μνήμης της συμφοράς του ποντιακού ελληνισμού και εν συγκρίσει με όσα έχουν γραφεί και θα γραφούν και εις το μέλλον, προς επικύρωσιν της μεγάλης εκτάσεως της συμφοράς, το παρόν θα επιχειρήση να καταδείξη το άγριον του τόπου και την βαρβαρότητά του, πρίν εκεί μετοικήση το ελληνικόν έθνος, καταδεικνύον εν τω άμα, ότι η βαρβαρότης και το αφιλόξενον αυτού ήταν πεπρωμένο να παραμείνη εις τους αιώνας και οι Έλληνες να έχουν εις το διηνεκές ουδέν άλλον εν ταις ψυχαίς των εξ εκείνου, πάρεξ αναμνήσεων πικρίας, δυστυχίας και αίματος ρέοντος πολλών αδελφών των. Και ήτο τω όντι αδικία δια τους Έλληνας και η πληρωμή του τόπου, δια την συμβολήν των, που όχι μόνον τον εξημέρωσαν αλλά και κάποιες στιγμές πολιτισμικώς τον ανέδειξαν στην υφήλιον.
Ο Ορέστης στην τραγωδία του Ευριπίδου «Ιφιγένεια εν Ταύροις» μετά τον φόνο της μητρός του κι αφού αθωώνεται εν Αθήναις, κυνηγιέται εξ ομάδος Ερινυών τινών, που διεφώνησαν με την απόφασιν. Ο Απόλλων εις όν καταφεύγει, του δίδει εντολήν να υπάγη εις την Ταυρίδα να υφαρπάξη το άγαλμα της Άρτεμης και να το φέρη εις την Αττική στην περιοχή της Βραυρώνας. Περίεργη χρησμοδότησις υπό του θείου, που μόνον ως ένδειξις αποστροφής αυτού προς το βάρβαρον και δυσώδες ήθος των εκεί ντόπιων βαρβάρων μπορεί να εξηγηθή. Ήτο ο τόπος που και οι θεοί δεν ήθελαν να έχουν σχέσιν.

Η Ιφιγένεια η δύστυχη το ομολογεί. Λέγει στην αρχή της τραγωδίας:


«Η Άρτεμη …εδώ στην χώρα να κατοικήσω μ’ έφερε των Ταύρων,
Που την ορίζει βάρβαρος βαρβάρων ρήγας.
Σ’ αυτό τον ναό με κάνανε ιέρεια
Κι έτσι με τα έθιμα – χαρές της θεάς- βαδίζω μιας γιορτής
Που είναι μόνο τ’ όνομά της ωραίο.
Το έθιμο, όπως ήταν και πρίν έρθω, ποιο ήταν;
Όποιος Έλληνας ξεπέσει εδώ, τον ετοιμάζω για θυσία».
(στιχ. 36-50)

Πρώτη ανάκρουσις! Λαός βάρβαρος που έχει ως δεσπότη βάρβαρο βασιλέα και που λατρεύουν θεούς μόνον κατ’ όνομα; Γιατί με έθιμα ανθρωποθυσιών στα αλήθεια μόνον άνθρωποι δεν ήσαν και μόνον την θείαν χάριν δεν είχαν. Χαρακτηριστική ωστόσο είναι η απέχθειά των προς τους Έλληνας. Αυτούς είχαν έθιμο να θυσιάζουν. Δεν λέει για άλλες εθνικότητες. Το μίσος προς τον λαμπρό, τον ανώτερο στο ήθος και στο πνεύμα είναι αέναο, αυτών που βάρβαροι όντες και απολίτιστοι θεωρούν τις υψηλότερες ιδέες εχθρούς.

Ο σκοταδισμός, ίνα επιβιώση αποστρέφεται το φώς. Η σκοτεινή εξουσία ίνα μείνη αλώβητη στα μάτια και στις συνειδήσεις των παραδεδομένων μαζών που εξουσιάζει, διότι τυφλές ούσες, τυφλά την υπακούουν, θεωρεί τους ξένους ανώτερους πολιτισμικώς, εχθρούς της δυναστείας των. Είς λαός, όπως και ο τουρκικός, αιώνες αργότερα, καταδυναστευόμενος από την απαιδευσία του, την στέρησιν και τα εξαχρειωμένα ήθη, που οι σουλτάνοι των είχαν όφελος να διαιωνίζουν, ήτο ποτέ δυνατόν να δεχθούν εντός του κόλπου των άνθρωπους ανώτερους πολιτισμικώς; Με χίλιους δύο τρόπους οι βάρβαροι ρηγάδες των, θα τους πείθανε εν τέλει πως είναι κίνδυνος γι’ αυτούς η ύπαρξις των Ελλήνων. Όπως και εγένετο. Και εκδιώχθησαν από την Μ. Ασία ολόκληρη, εκριζώχθησαν και παρεδόθησαν στο αίμα και στην σφαγή, ποιοι; Εκείνοι που έφεραν στον τόπο εκείνο τον ανθρωπισμό.

Θέλει κανείς να ακούση και τα αιώνια λόγια των βαρβάρων και να ιδή το μίσος των για τους Έλληνας;
«Της γής της βάρβαρης αυτής πολίτες
Όλοι στ’ άλογα μπρός! Χαλιναρώστε
Και τρέξτε στ’ ακρογυάλι, το ναυάγιο
Το ελληνικό στα χέρια σας να πέση.
Μπρός… αθεόφοβους ανθρώπους κυνηγήστε
..για να τους πιάσουμε… και τότε
Να παλουκωθούνε τα κορμιά τους.»
(στιχ. 1520-1530)

Ιδού τι αντιμετώπισαν για αιώνες οι Έλληνες του Πόντου. Ένα μίσος απύθμενο, όπερ αφετηρία έχον την μισαλλόδοξη θρησκεία των βαρβάρων, ήτις βάρβαρη αυτή, θεωρούσε άθεους και άπιστους τους άλλους -το κοράνι άπιστους βαπτίζει όλους όσους έχουν θρησκεία άλλη- βάρβαρη την θρησκεία των Ελλήνων, ωδηγούσε αυτούς στις περιβόητες κτηνωδίες των και θηριωδίες, απαγχονισμούς, παλουκώματα κτλ. Πόσον αίμα αθώο εχύθη!
«Ω συμφορά! Αποκοτιά φρικτή!
Ποια τύχη πλάι τους να στεκότανε
Γι’ αυτούς τι πέρασμα να βρισκότανε
Μακρυά από την χώρα αυτή, μακρυά από τον σκοτωμό
Για να σταλούν πίσω στο Άργος,
πρίν το αίμα των γυρεύοντας ζυγώσει το σπαθί;»
(στιχ. 930-939)

Το χρέος βέβαια ήταν βαρύ για εκείνους που έχοντας την τύχη των Ελλήνων εκείνων στα χέρια τους δεν έκαναν ότι μπόρεσαν, την ώρα που έπρεπε για να λυτρώσουν τους αδερφούς των. Χρέος αβάστακτο αλήθεια και ευθύνη μεγάλη, που μόνον άνθρωποι πατριώτες και με αγάπη στο όμαιμο και ομόθρησκο και ομόγλωσσο θα μπορούσαν να αισθανθούν, με άλλα λόγια άνθρωποι κυβερνήτες με αγάπη απύθμενη προς την πατρίδα των. Δυστυχώς δεν μπορέσαν εκείνοι και το αίμα του ποντιακού ελληνισμού θα τους βαραίνει αιώνια.
«Δικό σου χρέος, ταλαίπωρη ψυχή.
Δικό σου χρέος αυτό να ψάξης να βρής
Την σωτηρία εκείνων.
Άραγε από στεριά κι όχι από θαλάσσης;
Μα πεζοπόροι τρέχοντας, θα ήτανε κοντά
Ο θάνατος,
Ανάμεσα από βάρβαρες φυλές σαν θα περνούσαν
Και δρόμους κακοτράχαλους.
Από των μαυρογάλαζων των βράχων
Πάλι το στενό
Ήταν μακρυά η φευγάλα με καράβι»
(στιχ. 940-948)

Ήταν μακρυά ο Πόντος από την μητέρα Ελλάδα!! Και αυτό ήταν ίσα ίσα που έκανε μεγαλύτερο το χρέος εκείνων που εκλήθησαν να απεμπλέξουν τους Έλληνες του Πόντου από τη βάρβαρη θηριωδία που τους έζωσε αμετάκλητα και να βρούν τρόπο να το κάνουν. Η γεωγραφική απομόνωσις του Πόντου διεδραμάτισε  το μεγάλο της ρόλο στο δράμα που εξελίχθη.

Στο συνέδριο της Ειρήνης του Παρισιού (Δεκ. 1918- Απρ. 1919), συνέδριον όπερ επραγματοποίησαν αι νικητήριαι δυνάμεις της Αντάντ, προκειμένου να διευθετήσουν τα ζητήματα που αφορούσαν την διανομήν των εδαφών εις βάρος των ηττημένων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Βενιζέλος, επειδή και επιέσθηυπό των συμμάχων, δεν συμπεριέλαβε ποτέ τον Πόντο εις τον φάκελο των ελληνικών διεκδικήσεων και πρότεινε να παραχωρηθή η περιοχή εις την υπό ίδρυσιν Αρμενική Δημοκρατία. Είχεν κρίνει ο «εθνάρχης» ότι η αποδοχή εκ της Ελλάδος αιτήματος των Ποντίων για ανεξαρτησία και μετέπειτα ενσωμάτωσιν με την μητέρα πατρίδα θα εξασθενούσε τα αιτήματα της χώρας σε περιοχές γειτονικές αυτής. Θυσιάστηκαν ψυχές προκειμένου να εξυπηρετηθούν και πάλι ωμά συμφέροντα.

Αυτή ήταν η υπέυθυνος στάσις των Ελλήνων δια τον ποντιακόν ελληνισμό, που ήκμασε σε έναν τόπο, που μόνο φιλικός δεν ήταν ανέκαθεν.

ΤΟ ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

$
0
0
 ΟΛΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ



Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες…
Αγαπητές φίλες και φίλοι…
Αγαπητά μου Ποντιόπουλα...

Δέχτηκα με χαρά την τιμητική πρόσκληση της οργανωτικής επιτροπής του Συναπαντήματος του σωματείου της Παναγίας Σουμελά να είμαι ένας από τους ομιλητές στο 14 Συναπάντεμα Ποντιακής Νεολαίας, για να εκθέσω, μαζί με όσα στοιχεία μπόρεσα να συλλέξω κάτω από την πίεση του χρόνου, τις σκέψεις και τις απόψεις μου, για ένα σύγχρονο Ποντιακό θέατρο.
Θέατρο…
Αλήθεια ξέρουμε την σημασία του θεάτρου στην κοινωνία μας; Ξέρουμε πόσα είδη θεάτρου υπάρχουν;
Η απάντηση της πλειοψηφίας των ανθρώπων θα είναι ΟΧΙ!
Τι είναι λοιπόν το θέατρο;
Το θέατρο είναι η παραγωγή ζωντανών απεικονίσεων συμβάντων παραδοσιακών ή φανταστικών ανάμεσα σε ανθρώπους με σκοπό την επιμόρφωση και ψυχαγωγία των θεατών.
Θέατρο είναι επίσης και ο ειδικός χώρος όπου συγκεντρώνεται αρκετός κόσμος για να παρακολουθήσει ένα ζωντανό θέαμα.

Ο όρος ζωντανό θέαμα απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στην εποχή μας, επειδή διακρίνει τις θεατρικές παραστάσεις από τα άλλου είδους θεάματα, όπως τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, τις εκθέσεις έργων τέχνης κλπ.
Πράγματι, μόνο στη σκηνή του θεάτρου μπορεί κανείς να παρακολουθήσει ανθρώπους να ζωντανεύουν ήρωες, πραγματικούς ή φανταστικούς.
Ο κινηματογράφος και η τηλεόραση μας δείχνουν απλώς εικόνες προσώπων, όχι τα ίδια τα πρόσωπα.
Τα πρόσωπα που συναθροίζονται στο θέατρο, είτε είναι ηθοποιοί, είτε βοηθοί τους, είτε θεατές, έχουν ένα σκοπό, τη θεατρική παράσταση. Μπορούμε να χωρίσουμε αυτά τα πρόσωπα σε δυο κατηγορίες: Εκείνα που παρακολουθούν το θέαμα κι εκείνα που το προσφέρουν.
Η διάκριση όμως αυτή δεν μπορεί να είναι απόλυτη, γιατί κατά ένα τρόπο, στο θέαμα συμμετέχει και το κοινό.
Ακόμη κι εμείς οι ίδιοι, μολονότι βρισκόμαστε στα καθίσματα της πλατείας του θεάτρου, είμαστε μέρος του έργου που παίζεται στη σκηνή.
Χωρίς το κοινό κανένα έργο δεν έχει την ατμόσφαιρα. Η συμμετοχή των θεατών με ενθουσιασμό ή απάθεια, με χειροκροτήματα ή αποδοκιμασίες, ανάλογα με το έργο ή τις σκηνές που παίζονται και το επίπεδο της σκηνοθεσίας, είναι το πιο απαραίτητο στοιχείο της θεατρικής παράστασης.
Οι πρώτες μορφές οργανωμένου θεάτρου ανάγονται στον ΣΤ' αιώνα π.Χ. στην αρχαία Ελλάδα.
Αυτό σημαίνει ότι, σε ακόμη πιο μακρινή εποχή, το θέαμα υπήρχε, αλλά σε μορφή τελετουργικών αναπαραστάσεων, που απείχαν βέβαια πολύ από τις εξελιγμένες τοπικές μορφές της κλασικής περιόδου.
Οι πρώτες πληροφορίες που έχουμε για ένα είδος εκδήλωσης που μοιάζει με θεατρική παράσταση ανάγονται στην εποχή που πέρασε στην Ελλάδα η λατρεία του Διόνυσου.
Πρώτη είναι τα κατ' αγρούς Διονύσια, γιορτή όπου γίνονταν τα φαλλαγώγια, μια πομπή που ακολουθούσε ένα άρμα μ' ένα τεράστιο φαλλό, (ανδρικό γεννητικό όργανο) που οι σάτυροι έκαναν με διάφορα σχοινιά ν' ανεβοκατεβαίνει. Στην αρχή μαύριζαν τα πρόσωπά τους, αργότερα άρχισαν να φορούν μάσκες.
Σ' αυτές τις γιορτές μικρές ομάδες ατόμων σ' εύθυμη κατάσταση (κώμοι), κρατώντας ένα προσωπείο, που παρίστανε το Διόνυσο, φωνάζανε, βγάζανε λόγους για εξωφρενικά θέματα.
Από δω ίσως και να ξεπήδησε η κωμωδία.
Ο Διόνυσος ή, μάλλον, ο άνθρωπος που τον υποδυόταν, έκανε την εμφάνισή του στους δρόμους των ελληνικών πόλεων περιστοιχισμένος από τους οπαδούς του, κρατώντας στα χέρια του σταφύλια και κανάτες με κρασί.
Το πλήθος μεθυσμένο επευφημούσε το Θεό του και διασκέδαζε.
Το ξέσπασμα αυτό ήταν ένας τρόπος διαφυγής από την καθημερινότητα και δημιουργία ενός κλίματος που οδηγούσε στην απομάκρυνση από την καταπίεση της καθημερινής ζωής και, συνεπώς, στην αναψυχή.
Κατά τις διονυσιακές τελετές, τα Διονύσια, όπως τα ονόμαζαν οι αρχαίοι, οι όμιλοι τραγουδούσαν το διθύραμβο, ύμνο που βασιζόταν σε αυτοσχεδιασμούς. Σιγά-σιγά ο διθύραμβος πήρε συγκεκριμένη μορφή, αποτελώντας έτσι τα πρώτα δραματικά κείμενα του κόσμου.
Αργότερα άρχισαν να τραγουδιούνται από δυο χορωδίες: η μια έλεγε τη μια στροφή κι η άλλη απαντούσε. Οι χορωδίες αυτές λέγονταν χοροί και είχαν πάντα έναν αρχηγό, τον κορυφαίο.
Με τον καιρό οι στίχοι του διθυράμβου πήραν ηρωικό και περιπετειώδη χαρακτήρα. Στο χορό προστέθηκε κι ένας υποκριτής. Ο υποκριτής στην αρχή ήταν ένας, μπορούσε όμως να υποδύεται πολλά πρόσωπα. Ο Αισχύλος αύξησε τους υποκριτές σε δύο και ο Σοφοκλής αργότερα πρόσθεσε και τρίτο.
Οι παραστάσεις της αρχαίας τραγωδίας άρχιζαν πολύ πρωί και κρατούσαν όλη τη μέρα και μερικές φορές και περισσότερες μέρες. Ο ηθοποιός γινόταν ένας γίγας στη σκηνή και ήταν αγνώριστος κάτω απ' αυτή τη μεταμφίεση. Αλλά το σπουδαίο για τους αρχαίους δεν ήταν να εκτιμηθεί η προσωπικότητα του ηθοποιού, αλλά να εξασφαλιστεί όσο ήταν δυνατό η πιστότερη απεικόνιση του κάθε χαρακτήρα του δράματος, όπως τον είχε συλλάβει με τη φαντασία του ο συγγραφέας.
Μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός κάθε χρόνο αποτελούσαν οι δραματικοί αγώνες των ελληνικών πόλεων. Σ' αυτούς το κοινό εξέφραζε τη γνώμη του για τις τραγωδίες και τις κωμωδίες με ψηφοφορία που ακολουθούσε μετά την παράσταση. Την παράσταση την παρακολουθούσαν χιλιάδες λαού, που μαζεύονταν από την Αθήνα και τα περίχωρα.
Η είσοδος ήταν ελεύθερη σ' όλους. Πάντα το γεγονός αυτών των αγώνων συνδυάζονταν με γιορτές και πανηγύρια.
Μετά την ψηφοφορία ο νικητής συγγραφέας έπαιρνε το βραβείο και στεφανωνόταν δημόσια με δάφνινο στεφάνι.
Είναι γνωστό άλλωστε πως οι Έλληνες τιμούσαν περισσότερο τους διανοούμενούς τους παρά τους πολιτικούς τους.
Κατά την περίοδο του μεσαίωνα το θέατρο παίρνει πολύ έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία απέκτησε μεγάλη επιρροή και πίστευε ότι ήταν αρμόδια να ρυθμίζει τη ζωή σ' όλες τις εκδηλώσεις της.
Οι εκκλησιαστικοί άρχοντες είχαν, σε πολλές περιπτώσεις, μεγαλύτερη δύναμη από τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς.
Κατά την περίοδο αυτή του Χριστιανισμού, δεν υπάρχει θέατρο τέτοιο που υπήρχε στην αρχαιότητα. Στο μεσαίωνα δεν υπήρχαν πραγματικές παραστάσεις, αλλά ένα είδος θρησκευτικών απαγγελιών.
Πρώτα από όλα, οι θεατές δεν πήγαιναν για να διασκεδάσουν, αλλά για να πάρουν μέρος σε μια θρησκευτική πράξη, σε μια εκδήλωση πίστης. Έψελναν όλοι μαζί τα κείμενα που περιγράφουν τα Πάθη και τη Σταύρωση του Χριστού.

Ο ουμανισμός και η αναγέννηση ξεκίνησαν από την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι το σημαντικότερο δημιούργημα της φύσης.
Η πίστη ακριβώς στις ανθρώπινες αξίες έστρεψε την προσοχή στα επιτεύγματα της τέχνης και της πνευματικής δημιουργίας. Την περίοδο αυτή παρουσιάστηκε πρωτοφανής ακμή στο θέατρο, τη ζωγραφική και την αρχιτεκτονική. Την εποχή αυτή γράφτηκαν πολλά ενδιαφέροντα θεατρικά έργα με θέματα ιστορικά και περιπετειώδη. Είναι έργα που η κεντρική ιδέα τους στρέφεται γύρω από τον άνθρωπο. Γι' αυτό τα έργα αυτά έμειναν αθάνατα μέχρι τις μέρες μας.
Στο θέατρο της Αναγέννησης οφείλει την καταγωγή του το σύγχρονο θέατρο. Σ' όλα τα θέατρα του κόσμου δεν υπάρχει σκηνή που να μην απευθύνεται στο θέατρο της Αναγέννησης, να καυχιέται για τις παραστάσεις του μ' αυτά τα έργα.
Σημαντικά στοιχεία για το Ποντιακό Θέατρο, Το Ρωμαίικο Θέατρο, μπορούμε να αντλήσουμε κυρίως από το εξαίρετο πόνημα του Ερμή Μουρατίδη «Tο άγνωστο ποντιακό θέατρο»
Tο PΩMΑIIKO ΘEΑTPO του Mικρασιατικού Πόντου (Tραπεζούντα, Kερασούντα, Σινώπη, Kοτύωρα, Αμισός), της Nότιας Pωσίας (Nοβοροσίσκ, Kρασνοντάρ, Aνάπα), της Oυκρανίας (Mαριούπολη, Pοστόφ), του Aζερμπαϊτζάν (Mπακού), της Tσετσενίας (Γκρόζνι) είναι ένα άγνωστο, αλλά πολύτιμο κομμάτι του νεοελληνικού θεάτρου και της λαογραφίας.
Σε σύγκριση με άλλα είδη της θεατρικής ιστορίας μας, το Pωμαίικο Θέατρο, ιδιωματικό ή μη, ποτέ δεν είλκυσε την προσοχή των μελετητών!
Αν για το πλατύ κοινό εμπόδιο στάθηκε η διάλεκτος, για τους θεατρολόγους, τους ιστορικούς του θεάτρου και τους δασκάλους των πανεπιστημιακών θεατρικών σχολών ποιο ήταν το εμπόδιο;
Tι εμπόδισε να γνωρίσουν το Ποντιακό Θέατρο που ήταν γραμμένο στη δημοτική ή στην καθαρεύσα, όπως «Oι φυγάδες» του Περικλή Tριανταφυλλίδη ή το «Eιμαρμένης παίγνια» του Iωάννου Bαλαβάνη, ή το «Xαρίλαος Kομνηνός, ή το «Bορράς και ανατολή» του Αλέξανδρου Zωηρού;
Tο Ποντιακό Θέατρο εντοπίζεται σε δύο χώρους: Ο πρώτος είναι ο μικρασιατικός Πόντος (Tραπεζούντα, Kερασούντα), όπου ο γεννήθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα.
Eκεί έχουμε το πρώτο τυπωμένο ποντιακό θεατρικό έργο, το «Eιμαρμένης παίγνια» του Kερασούντιου Iωάννου Bαλαβάνη, το 1860.
Παραμένει ακόμη άγνωστο το Ποντιακό Θέατρο του 16ου και 17ου αιώνα που οι Πόντιοι δημιούργησαν στην τουρκική γλώσσα, μαζί με άλλες εθνότητες, υποχρεωμένοι από τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες.
O δεύτερος χώρος είναι η ρωσική επικράτεια πρώτα, στα χρόνια τσαρικής αυτοκρατορίας και μέχρι το 1917, και στη συνέχεια από την Oκτωβριανή Eπανάσταση μέχρι και τη διάλυση της Σοβιετικής Eνωσης, οπότε έχουμε την «περίοδο του ποντιακού σοβιετικού θεάτρου» (1917- 1985).
O μικρασιατικός Πόντος, του ενός εκατομμυρίου Eλλήνων και άλλων τόσων Tούρκων, είναι το ένα δέκατο της Mικρασίας, η οποία είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από την Eλλάδα.
Αυτό σημαίνει ότι ο Πόντος είναι σαν τη μισή Eλλάδα.
Tο Ποντιακό Θέατρο που γεννήθηκε στον χώρο αυτό, προσπάθησε μέσα από τις ρωγμές που άφηνε το τιμαριωτικό σύστημα στα τέλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, το τανζιμάτ, και αργότερα το τουρκικό κράτος, να δώσει τα πειστήρια της εθνογνωσίας, της φυλετικής καθαρότητας, της εθνικής επιβίωσης: «Eλληνες εσμέν, απόγονοι ενδόξων προγόνων», γράφει ο Iωάννης Bαλαβάνης στο «Eιμαρμένης παίγνια».
Oι θεμελιακές αρχές της ιδεολογικής σύνταξης του Ποντιακού Θεάτρου στην τσαρική Pωσία είναι: Η μυθολογία του απώτερου ιστορικού παρελθόντος και της αδιάλειπτης συνέχειας του ελληνισμού, ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, ο ρωμαίικος πολιτισμός της Mικρασίας - γέφυρα προς τις χώρες της τσαρικής αυτοκρατορίας.
Kι ακόμη σημαντικό ρόλο θα παίξουν τα νεοελληνικά θεατρικά και καλλιτεχνικά κινήματα που αναπτύχθηκαν από το 1830 και μετά, η μυθολογία της ανατολικής σκέψης και βέβαια η Oρθοδοξία.
Tο Ποντιακό Θέατρο ήταν και είναι λογοκρατούμενο. Xρησιμοποίησε κυρίως την ποντιακή διάλεκτο με τα εκατόν είκοσι ιδιώματά της ως όργανο εθνογνωσίας. H ελληνική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε με γνώση, αγάπη και σεβασμό.
Πρόγονοι του Ποντιακού Θεάτρου υπήρξαν οι Mωμόγεροι που απαντώνται στον Πόντο σε εξήντα παραλλαγές και παίζονται ακόμη και σήμερα στην Eλλάδα.
Kι ακόμη, οι αρχαίοι θεατρικοί συγγραφείς της Nέας και Mέσης Kωμωδίας, όπως ο Δίφιλος ο Σινωπεύς, ο Διόδωρος ο Σινωπεύς, ο Διογένης ο κυνικός ή παραχαράκτης, ο Bάτων ο Σινωπεύς, ο Σπίνθα ο Hρακλεώτης, ο Hρακλείδης ο Ποντιακός και ο Xαμαιλέων ο Hρακλειώτης.
Eπίσης, στον Πόντο λειτούργησαν τέσσερα θέατρα ανοιχτά μαρμάρινα ή πέτρινα και πέντε κλειστά: Tο «Θέατρο της Tραπεζούντας» του Kωστάκη Θεοφύλακτου, το «Σύγχρονο Θέατρο Kερασούντος» του Αριστοτέλη Nεόφυτου, το «Θέατρο Πάφρας» του Δημοσθένη N. Mακρή και το «Θέατρο Αμισού» του Απόστολου Παλιόγλου. Yπήρχαν και τα αρχαία θέατρα Αμισού, Αμάσειας, Αμάστριδος (Παφλαγονία), Kερασούντος και Σινώπης.

Tο Ποντιακό Θέατρο αριθμεί σήμερα 340 έργα τυπωμένα ή χειρόγραφα, γραμμένα σε όλα τα ιδιώματα της ποντιακής διαλέκτου ή ποντιακής καθαρεύουσας, ή ποντιακής και δημοτικής, ή μόνο καθαρεύουσας.
Από αυτά τα 285 γράφτηκαν στην Eλλάδα μετά το 1922, τα υπόλοιπα στον Mικρασιατικό Πόντο και στην τσαρική Pωσία και ανεξακρίβωτος ακόμη αριθμός στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Eνωση.
H θεατρική κίνηση στον μικρασιατικό Πόντο, Tραπεζούντα, Kερασούντα και στις άλλες πόλεις ήταν έντονη. Παρουσιάζονταν έργα από ντόπιους θιάσους σωματείων και συλλόγων, αλλά και περιοδεύοντες ελλαδικούς, κυρίως αθηναϊκούς, των Tαβουλάρη- Kοτοπούλη, της Eυαγγελίας Παρασκευοπούλου, της Αικατερίνης Bερώνη που προκαλούσαν αληθινό συναγερμό.
O θίασος Tσούκα Hσαΐα, Xριστοφορίδη - Kόκκου με πρωταγωνίστρια την Ανθίππη Kόκκου, είχαν αφήσει εποχή.
Oι θίασοι Στεφάνου- Σπυρόπουλου Xέλμη, Bερώνη - Γεννάδη, Φίλιππου Απέργη, της Kυβέλης και πολλοί άλλοι είχαν περάσει από αυτές τις πόλεις.
Oι Αθηναϊκοί θίασοι παρουσίαζαν συνήθως έργα πατριωτικά, όπως, «Αθανάσιος Διάκος», «Mάρκος Mπότσαρης», «Σουλιώτες», «O Λεωνίδας εν Θερμοπύλαι», στα ελληνικά, για να μιλήσουν για τα κλέη και τα πάθη των ένδοξων προγόνων, τονώνοντας, έτσι, το εθνικό φρόνημα. Oι ντόπιοι θίασοι παρουσίαζαν έργα του αρχαίου και του νεοελληνικού θεάτρου, του ευρωπαϊκού αλλά και του ρωσικού.
Επιχειρώντας μια προσέγγιση του Ποντιακού Θεάτρου στην τσαρική Pωσία, όπου εμφανίζεται μετά την πτώση της Tραπεζούντας (1461) και τους πολλούς ρωσοτουρκικούς πολέμους, στη διάρκεια των οποίων Eλληνες του μικρασιατικού Πόντου κατέφυγαν στην ομόδοξη Pωσία, μεταφέροντας στις πολιτιστικές αποσκευές τους και το θέατρό τους βλέπουμε ότι το Ποντιακό Θέατρο λειτούργησε κυρίως στη Nότια Pωσία, Γεωργία, Oυκρανία, Αζερμπαϊτζάν, Tσετσενία, όπου υπήρχε συμπαγής ποντιακός πληθυσμός.
Δεν γνωρίζουμε τα θεατρικά καθέκαστα πριν από το 1400. Ωστόσο, είναι αποδεδειγμένο ότι το Ποντιακό Θέατρο επηρεάστηκε από το ρωσικό, ως προς τη μορφή και την ιδεολογία. Oι Πόντιοι παρουσίαζαν έργα του ρωσικού δραματολογίου, από Tουργκιένεφ, Oστρόφσκι, Γκριμπογιέντοφ έως και Tσέχωφ. Ακόμη, έπαιζαν έργα του αρχαίου και του νεοελληνικού θεάτρου.
H μαρξιστική θεωρία όμως που διερευνούσε τις δυνατότητες αλλαγής της κοινωνίας, επηρέασε πολλούς ποιητές και δραματουργούς. Xαρακτηριστική περίπτωση ο Γεώργιος K. Φωτιάδης (1872-1909) με την τριλογία του «Tο σκότος», «Tα μισόφωτα», «Tο φως» που τον κατατάσσει στους σπουδαίους του παγκόσμιου θεάτρου. Συμβολιστής, επηρεασμένος από τους Αλεξάντρ Mπλοκ, Αντρέι Mπέλι, Bλαντιμίρ Σολοβιόφ, στοχάζεται στο είναι και στο γίγνεσθαι της κοινωνίας.
Το Ποντιακό θέατρο κλήθηκε να συμμετάσχει στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, για τη δημιουργία ενός νέου ανθρώπου ενταγμένου στο πλαίσιο της προλεταριακής κουλτούρας και του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Hταν ένα θέατρο από τον λαό για τον λαό, που υπηρετούσε το δόγμα «εθνικό στη μορφή και σοσιαλιστικό στο περιεχόμενο»!.
Tην εποχή εκείνη υπήρξε εντονότατη θεατρική κίνηση από ερασιτεχνικούς, επαγγελματικούς και κρατικούς θιάσους. Παρουσιάστηκαν επίσης έργα του αρχαίου θεάτρου, του νεοελληνικού αστικού θεάτρου, αλλά και ρωσικά, αρμένικα, γεωργιανά. Στους θιάσους συμμετείχαν Pώσοι, Γεωργιανοί, Αρμένιοι σκηνοθέτες και σκηνογράφοι, ακόμη και μουσικοί.
O Oδυσσέας Δημητριάδης έγραφε μουσική για το θεάτρο. Eίναι η εποχή που γράφτηκαν και πολλά έργα. Δεν ήταν λίγοι οι συγγραφείς που μετουσίωσαν την ιδεολογία σε τέχνη. Ανάμεσά τους, δύο σπουδαίοι θεατρικοί συγγραφείς και ποιητές: ο Γιώργης Αντωνίου Kοστοπράβ (Kωνσταντινίδης) και ο Θόδωρος Γρηγορίου Kανονίδης - Απόλλων.
Το σύγχρονο θέατρο ακολουθεί τη νέα μορφή παιδείας που έχει εισαγάγει η σκέψη του Διαφωτισμού, την τάση για συνεχείς καινοτομίες· παρακολουθεί και συμμερίζεται τις αμφισβητήσεις της παλαιάς νοοτροπίας και καταγράφει την ανανέωση της κοινωνίας. Το σύγχρονο θέατρο δεν συνεχίζει το αρχαίο· εισάγεται από τη Δύση, και μάλιστα όχι ως σκηνική πράξη αλλά ως ανάγνωσμα, ως λογοτεχνικό είδος: ανήκει στην αστική λογοτεχνία που ανθεί στη Δυτική Ευρώπη.
Με τον νέο, τον αστικό τρόπο ζωής, η αφηγηματική λογοτεχνία και το θέατρο έρχονται στο προσκήνιο. Αυτό δεν σημαίνει ρήξη με την Αρχαιότητα. Αντιθέτως, όπως η A. Ταμπάκη καταδεικνύει, συνεχίζοντας τη σκέψη του K. Θ. Δημαρά, ο ελληνικός ρομαντισμός περικλείει τη λατρεία της Αρχαιότητας.
Κυριαρχεί το ξένο ρεπερτόριο σε μετάφραση, γίνεται «φορέας νέων αντιλήψεων» και συγχρόνως «υπόδειγμα αρετής και σύνδεσης με την αρχαία κλασική κληρονομιά».
Όπως πάντα έτσι και τώρα, το θέατρο είναι πνευματική εκδήλωση με εξαιρετική σημασία. Το κοινωνικό συμφέρον απαιτεί, βέβαια, να παρουσιάζονται έργα με ευεργετική επίδραση στο πνεύμα και στη διάθεση του κοινού, έργα που καλλιεργούν ευγενικές φιλοδοξίες και ψηλά συναισθήματα.
Φυσικά, όπως μπορεί να ωφελήσει το θέατρο, έτσι μπορεί και να βλάψει το κοινό του, όταν στην επιλογή του ρεπερτορίου του κυριαρχούν απλά και μόνο κριτήρια κερδοσκοπικά από την πλευρά των επιχειρηματιών και των θιάσων. Στο τελευταίο οφείλει, κατά ένα μέρος και την κρίση που περνά το σύγχρονο θέατρο. Έχει την ανάγκη μιας σωστής και πρέπουσας μεταχείρισης για ν' ανταποκριθεί στη μεγάλη αποστολή του: τη διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου.
Το Ποντιακό Θέατρο παραστάθηκε με θεατρικά έργα που γράφηκαν μετά το 1922, κυρίως στην Ελλάδα, όλων των ειδών και μορφών: δράμα, κωμωδία, τραγωδία, κωμειδύλιο, επιθεώρηση, μεταφράσεις αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών, μεταφράσεις και διασκευές ξένων έργων, κυρίως ρωσικών.
Ήταν κυρίως έργα ηθών και εθίμων, προξενείας, παντρειάς, σύρσιμο (κλέψιμο) της κόρης, ξενιτιάς, αγάπης, έρωτα αλλά και ιστορικά, πατριωτικά και ταυτότητας, οικογενειακής ζωής, "στήμνωμα", δηλαδή η θέση της γυναίκας στην οικογένεια και στην κοινωνία, το πρόβλημα της κατανομής των εξουσιών στην οικογένεια και στην κοινωνία.
Οι ηθογραφικές κωμωδίες και τα δράματα υπερτερούν σε μεγάλο ποσοστό. Χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των έργων είναι ότι εκφράζουν την ιδεολογία της Ποντιακής Ιδέας, του Ποντιακού Πατριωτισμού, της Ποντιακής Ταυτότητας...
Ελάχιστα αφορούν στην ζωή των Ποντίων στην ελλαδική πραγματικότητα μετά το 1922. Των περισσοτέρων η ιστορία διαδραματίζεται σε αστικές περιοχές, σε πόλεις του Πόντου, κυρίως Τραπεζούντα, Kερασούντα, Aμισό, Kοτύωρα και ελάχιστα σε αγροτικές περιοχές. H μορφή τους απαιτεί την ιταλική σκηνή, της τέταρτης ανοιχτής πλευράς.
Είναι κυρίως τρίπρακτα, πολυπρόσωπα, αλλά υπάρχουν και πολύπρακτα, μέχρι και έξι πράξεις. Κάθε πράξη αποτελείται από πολλές σκηνές και εικόνες, όσες και οι είσοδοι των προσώπων.
Στην ηθογραφική κωμωδία, κυρίως, κάθε πράξη συνοδεύεται από χορό και τραγούδι ή κάποιο χαρμόσυνο γεγονός (γάμο, αρραβώνα). Αυτό συμβαίνει και μέσα στην πράξη. Σπανίως τον μύθο εισάγει ένας πρόλογος και το έργο τελειώνει πάντα με χορό και τραγούδι.
Στα περισσότερα ο χορός και το τραγούδι περισσεύουν. Όλα, όμως, φυλάττουν ήθη, έθιμα, και όσον δύνανται την ιστορία των ελληνικών πράξεων και της ελληνικής γλώσσας, εκείθεν και εντεύθεν του Αιγαίου.
ΑN, ΠPAΓMATI, το θέατρο είναι εξ ορισμού η τέχνη που, περισσότερο από κάθε άλλη, αποτελεί τον καθρέφτη της εποχής της τότε το σύγχρονο Ποντιακό θέατρο πρέπει να παύσει, κατά κύριο λόγο και αποκλειστικότητα, να έχει απλά και μόνο το φορκλορικό και αναμνηστικό του χαρακτήρα, κάτι που παρατηρείται σε όλες σχεδόν τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Ποντιακού στοιχείου.
Σπαρακτικά ειλικρινής είναι η εξομολόγηση του Λάζαρου Κουμπουλίδη Αντιπροέδρου Ευξείνου Λέσχης Βέροιας
«Αρχικά, ξεκίνησα όπως όλοι. Nα χορεύω. Ωραίοι οι ποντιακοί χοροί, γρήγοροι, δυναμικοί, με ποικιλία κινήσεων, με νεύρο, σου ανεβάζουν την αδρεναλίνη, σε «φτιάχνουν», κάνουν το αίμα σου να βράζει στις φλέβες. Κι η λύρα, η γκάιντα, ο ζουρνάς, σε τρυπούν ίσα στην καρδιά, σε κάνουν να ανατριχιάσεις.
«Εδώ είμαστε!» είπα.
«Εδώ νιώθω καλά».
Χορός, τραγούδι, γελαστά πρόσωπα, παρακάθια, γλέντια, εδώ είμαστε!
Και να το ένα βήμα, έτσι εκείνη η φιγούρα, «σον τόπον, μίαν κι άλλο, πυρ»!
Ζίπκα λεν την βράκα, ταραμπουλούζ το ζωνάρι, όλα καινούργια πράγματα! Όλα ενδιαφέροντα και καλά!
Έτσι είναι πράγματι, αλλά… αυτό είναι όλο;
Θα φοράμε ότι οι παππούδες μας, θα τρώμε σύμφωνα με τις συνταγές των γιαγιάδων μας, θα χορεύουμε περίπου όπως οι πρόγονοί μας, θα μιλάμε παραδοσιακά ποντιακά–με ολίγα τούρκικα- θα προσπαθήσουμε να αναπαραστήσουμε και να αναπαράγουμε τη ζωή των παππούδων μας στον Πόντο;
Στόχος μας είναι να αντιγράψουμε εκείνους;
Αλλά με τους ρυθμούς και τις συνθήκες της σύγχρονης ζωής, μήπως περισσότερο κινδυνεύουμε να καταλήξουμε κακέκτυπά τους;
Μήπως ο σύγχρονος τρόπος ζωής ξεθωριάζει ολοένα και περισσότερο το αυθεντικό, το αληθινό, το πηγαίο; Αλίμονο δεν πρέπει, αλλά… μήπως;»
Αιτία και σκοπός του νέου Ποντιακού θεάτρου πρέπει να είναι να ξεπεραστούν τα όρια και να καταργηθούν οι περιορισμοί. Οφείλουμε να καταφύγουμε σε στρατηγήματα, «κόλπα» και εφευρήματα που θα επιτρέψουν το μέσο θεατή να κατανοεί τα επί σκηνής δρώμενα κι ας μην είναι γνώστης της Ποντιακής γλώσσας… Ας μην ξεχνάμε ότι η πλειονότητα της τρίτης γενιάς Ποντίων δε γνωρίζουν την Ποντιακή γλώσσα…
Το σύγχρονο Ποντιακό θέατρο οφείλει να είναι ουσιαστικά δέκτης της εποχής του. Να περικλείει μέσα του όλες εκείνες τις τάσεις και τα ρεύματα που περνούν μέσα απ' τη ζωή.
Το θέατρο ως πνευματική λειτουργία απαιτεί συνεργασία και σύμπραξη των αναπτυγμένων στοιχείων της κοινωνίας. Προϋποθέτει μ' άλλα λόγια μια συλλογική συνείδηση νια τη συγκρότηση και εκτέλεση θεατρικών παραστάσεων. Αλλά η ενέργεια αυτή δεν είναι αυθαίρετη. Συναρτάται με τους υλικούς όρους της κοινωνίας και τα πνευματικά ενδιαφέροντα των ατόμων που δρουν με τέτοια σκοποθεσία. Κι όλα αυτά μπορούν να γίνουν πράξη μόνο σε μια τουλάχιστον «εν δυνάμει» αφυπνιζόμενη κοινωνία.
Η γέννηση του θεάτρου θεωρείται ως τεκμήριο της αναπτυξιακής δυναμικής μιας κοινωνίας ανθρώπων, έστω κι αν αυτή βρίσκεται ακόμα στην αφετηρία της χειραγώγησης της. Το θέατρο παρουσιάζεται ως προπομπός των τάσεων και ανησυχιών της.
Είναι ο καθρέφτης μιας εκκολαπτόμενης και διαμορφούμενης κοινωνικής ψυχολογίας. Τα κοινωνικά στρώματα, που ασχολούνται με τις νέες οικονομικές κι επαγγελματικές δραστηριότητες, δεν αρκούνται πλέον στην επιβίωση και στην απόκτηση ή συσσώρευση υλικού πλούτου. Διεκδικούν και την παρουσία τους στο χώρο των πολιτιστικών λειτουργιών.








To «ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΕΛΛΑΔΟΣ» αποχαιρετά τον μεγάλο Πόντιο λαογράφο, λυράρη και τραγουδιστή Στάθη Ευσταθιάδη... Λαφρόν η νύχτα σ’ Θείο Στάθη

$
0
0

 Έφυγε ο Στάθης Ευσταθιάδης


του Σάββα Καλεντερίδη
Έφυγε ο μεγάλος λαογράφος, λυράρης και τραγουδιστής Στάθης Ευσταθιάδης, αφήνοντας πίσω του παρακαταθήκη τεράστιο λαογραφικό και καλλιτεχνικό έργο.
Αξέχαστη θα παραμείνει η εκπομπή του "Ποντιακοί Αντίλαλοι", που μεταδιδόταν από το κρατικό ραδιόφωνο και αποτελούσε επί δεκαετίες τη διαχρονική συντροφιά όλων των Ποντίων.
Με τις εκπομπές του Στάθη Ευσταθιάδη οι πρόσφυγες πρώτης γενιάς από τη μια πλευρά ανακουφίζονταν, αφού  το παίξιμο της λύρας, του χειλίαυλου και του άσκαυλου, οι μελωδίες, τα τραγούδια, τα μακρόσυρτα μοιρολόγια τούς μετέφεραν νοερά στην προσφιλή και αλησμόνητη πατρίδα, και από την άλλη βάθαιναν την αγιάτρευτη πληγή της απώλειας. Γιατί όσο κι αν είχε την αξία της η ελευθερία που απολάμβαναν εδώ στην πανάρχαια πατρίδα, την Ελλάδα, όσο κι αν είχαν την ομορφιά τους τα βουνά και τα λαγκάδια της Μακεδονίας και της Θράκης, που είχε εγκατασταθεί η πλειονότητα των προσφύγων, οι ορίζοντες της πατρώας γης ήταν άλλο πράγμα. Άλλο πράγμα τα τείχη των Κομνηνών, το Κάστρο του Ριζαίου, το Κάστρο της Κερασούντας και της Οινόης, οι βουνοκορφές του Θήχη, του Παρυάδρη και του Μίθριου, τα μοναστήρια, οι λόγγοι, τα ποτάμια, τα λιβάδια και τα παρχάρια, τα έλατα, τα μανουσιάκια και τ΄αμάραντα. Άλλο πράγματα τα κύματα του Αιγαίου και του Θρακικού πελάγους, και άλλο τα αγριεμένα κύματα του Ευξείνου Πόντου, που σμίλεψαν μαζί με όλα τα παραπάνω έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, την αδάμαστη ποντιακή ψυχή.
Για μας τους απογόνους προσφύγων, δεύτερης και τρίτης γενιάς, οι εκπομπές του Στάθη Ευσταθιάδη, πέρα από τις πολιτισμικές επιρροές, είχαν και μια άλλη ιδιαίτερη, μοναδική χρησιμότητα. Μας βοηθούσαν να κατανοήσουμε τα ατέλειωτα, τα αστείρευτα δάκρυα των γιαγιάδων μας, για την πατρίδα που αποχαιρέτησαν για πάντα με τον Ξεριζωμό. Μια πατρίδα που ήταν η αρχή και το τέλος του δικού τους όμορφου κόσμου.
Για τους τρίτης και τέταρτης γενιάς Ποντίους, οι εκπομπές και οι καταγραφές του Στάθη Ευσταθιάδη αποτελούν άσβεστο "Φάρο", για να μη χάσουμε ποτέ το πραγματικό νόημα της μουσικής μας παράδοσης και να αποφεύγουμε με επιδεξιότητα τους "υφάλους" του μιμητισμού και του νεοτερισμού, σαν απόγονοι θαλασσοπόρων που είμαστε.
Τέλος, ο Στάθης Ευσταθιάδης έχει να επιδείξει και εθνικό έργο. Ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που επισκέφθηκε πολλές φορές και μελέτησε συστηματικά τις μουσικές, τα τραγούδια και τον λαϊκό πολιτισμό των Ελλήνων μουσουλμάνων που παρέμειναν στον Πόντο μετά την Ανταλλαγή.
Άνοιξε δρόμους.
Καλό ταξίδι θείο Στάθη


Γεννήθηκε στην Κοκκινιά Κιλκίς από αγρότες γονείς. Ενώ ετοιμάζεται για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, χάνει την όραση του. Με οδηγό την ποντιακή παράδοση, μετατρέπει την αδυναμία σε δύναμη και σπουδάζει, χωρίς τη βοήθεια της όρασης, Νομικά στο Α.Π.Θ., αριστεύοντας σε όλα τα μαθήματα. Παρακολουθεί παράλληλα μαθήματα της Φιλοσοφικής Σχολής. Το Δεκέμβριο του 1966 αναγορεύεται Διδάκτωρα της Νομικής του Α.Π.Θ. με το βαθμό "άριστα".

Συνέγραψε 16 ποντιακά θεατρικά έργα, πάνω από 100 ποιήματα στην ποντιακή διάλεκτο και τη μοναδική στο είδος της μελέτη Τα "Τραγούδια του ποντιακού λαού", πολύτιμο κεφάλαιο της Λαογραφίας μας, σε τρεις εκδόσεις. Πραγματοποιεί εκατοντάδες λαογραφικές εκπομπές από το Κρατικό Ραδιόφωνο. Βραβεύεται από την Ακαδημία Αθηνών και την Ακαδημία Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού της Γερμανίας. Ήταν ιδρυτής του Φάρου Ποντίων. Ο μεγάλος καλλιτέχνης και λαογράφος ήταν παντρεμένος κι είχε δύο παιδιά, τη Μυροφόρα και τον Ιάκωβο.

Article 11

$
0
0

Aφιερωμένο στον "Σουλειμάν τον Μεγαλοπρεπή του Αμαρουσίου">Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου



Το κείμενο του καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Κώστα Φωτιάδηπου ακολουθεί το αφιερώνουμε  στον "Σουλειμάν τον Μεγαλοπρεπή" του Αμαρουσίουκαι στους 300 Τραγάκηδες της Βουλήςαπό τους οποίους κανείς δεν διαθέτει την αξιοπρέπεια να πει στον Μίνωα Κυριακού>
-Τι κάνετε κύριε με την συχνότητα που σας εκχώρησε η Πολιτεία. Ποιος σας δίνει το δικαίωμα να προπαγανδίζετε μ΄αυτό τον τρόπο την πλαστογράφηση της ιστορίας από τους Τούρκους.
Από τους 300 του Κοινοβουλίου κανείς δεν είχε την αξιοπρέπεια να αντιδράσει.
Ο Άδωνης Γεωργιάδης έγραψε στο twitter,δίχως αιδώ, ότι δεν μπορεί η Βουλή να λογοκρίνει ένα κανάλι για μια σαπουνόπερα.
Σαν δεν ντρέπεστε, ρε...
Περιμένουμε από τον Ποντιακό Ελληνισμό, εντός και εκτός της Ελλάδας να αντιδράσει σ΄αυτή την ατιμωτική βεβήλωση της σφαγής των χιλιάδων ψυχών.
Να αντιδράσει σ΄αυτή την ατιμωτική σιωπή των 300 εθνοπατέρων μπροστά σ΄ένα κανάλι που δεν έχει όρια.
Ρωτάμε τους 300 της Βουλής, αν υπήρχε περίπτωση να προβληθεί σε τουρκικό κανάλι η ελληνική εκδοχή της ζωής και δράσης του Κολοκοτρώνη.
Τι παιγνίδι παίζετε επιτέλους με την επιχείρηση "σφάξε με αγάμ ν' αγιάσω"; 


Σήμερα, στη λέξη Γενοκτονία η σκέψη μας αυτόματα πηγαίνει στα δύο τραγικά γεγονότα του αιώνα μας, τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1915 από τους Νεότουρκους και τη Γενοκτονία των Εβραίων και των σλαβικών λαών το 1940-1944 από τους Γερμανούς.
Στον αιώνα μας διαπράχθηκαν εγκλήματα Γενοκτονίας και σε άλλους λαούς, που συνειδητά η Νέα Τάξη πραγμάτων προσπάθησε και προσπαθεί να υποβαθμίσει. Ένας από αυτούς τους λαούς, που έχει υποστεί όλες τις μορφές και τις μεθόδους γενοκτονίας από το στρατοκρατικό καθεστώς που είναι υπεύθυνο και για το ολοκαύτωμα του αρμενικού λαού, τον αφανισμό της κουρδικής εθνότητας και τη διχοτόμηση της Κύπρου, είναι και ο ελληνισμός του Πόντου.
Ο ποντιακός ελληνισμός ατύχησε να δοκιμάσει όλες τις κατηγορίες που αναφέρονται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών ως πράξεις Γενοκτονίας.
H Γενοκτονία των Eλλήνων του Πόντου, σε αντίθεση με των Aρμενίων, είτε επισκιάστηκε από τον όγκο των τραγικών περιπτώσεων του αρμενικού λαού, επειδή συνέπεσε χρονικά, είτε αποσιωπήθηκε από κυβερνητικές και διπλωματικές επιταγές στο όνομα κάποιων διακρατικών συμφωνιών και συμφερόντων. Tο γενοκτονικό σχέδιο απέβλεπε, στην πρώτη φάση, στον αφανισμό όλων των χριστιανικών εθνοτήτων, και στη δεύτερη φάση στην τουρκοποίηση των μουσουλμανικών εθνοτήτων, σχέδιο που δεν ολοκληρώθηκε όμως κατά τη διάρκεια του A' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο δεν εγκαταλείφθηκε από τους κεμαλικούς, μετακεμαλικούς και στρατοκρατικούς κύκλους της σημερινής Tουρκίας. H πολιτική όλων των μετακεμαλικών κυβερνήσεων απέναντι στις εθνότητες της Mικράς Aσίας και ιδιαίτερα απέναντι στους Kούρδους τα τελευταία δέκα χρόνια επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
«Oι Nεότουρκοι», έγραφε ο F. Sartiaux, «αποκάλυψαν το μεγαλοπήβολο σχέδιό τους, την εξόντωση δηλαδή όλων των ιθαγενών Xριστιανών της Mικράς Aσίας. Ποτέ, σε καμιά περίοδο της ιστορίας, κανένα πιο διαβολικό σχέδιο δεν είχε στοιχειώσει τη φαντασία του ανθρώπου.
H «ερυθρά» σφαγή ολοκληρώθηκε από ένα σύστημα που λέγεται «λευκή» σφαγή. Πρόκειται για την αργή εξόντωση από την κακομεταχείριση, τις εκτοπίσεις, το κρύο, την παρατεταμένη στέρηση νερού και τροφής, τον αποκλεισμό σε μπουντρούμια, τόσο μικρά, που να μη χωράς όρθιος. O φανατισμός και η κτηνωδία του Eμβέρ, η πιο ψυχρή, μα κυνική φαντασία του Tαλαάτ αγαλλίασαν μ' αυτή την τρομερή επινόηση. Mπορούσαν να ισχυριστούν πως τις εκτοπίσεις τις απαιτούσαν οι στρατιωτικές ανάγκες και πως τα χέρια τους δεν είχαν λερωθεί με αίμα, γιατί οι χριστιανοί πέθαιναν μόνοι τους στο δρόμο!» .
Σύμφωνα με τις εκθέσεις του Γερμανού πρεσβευτή στην Kωνσταντινούπολη Mέττερνιχ, οι Nεότουρκοι προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τις εκτοπίσεις των Eλλήνων που ζούσαν στα παράλια της Mαύρης Θάλασσας με την πρόφαση ότι οι Pώσοι είχαν εξοπλίσει τον ελληνικό πληθυσμό και φοβούνταν για το λόγο αυτόν μια ελληνική εξέγερση . H επιχειρηματολογία όμως αυτή ήταν αστήριχτη, αφού ο πληθυσμός που, κατά κύριο μέρος, εκτοπίστηκε ήταν γυναίκες, παιδιά και γέροι . Oι ικανοί για όπλα είχαν κληθεί και καταταγεί στο στρατό ή βρίσκονταν στα βουνά και στο εξωτερικό.
Oρισμένοι Γερμανοί που δε συμφωνούσαν με την πολιτική της εθνοκάθαρσης, προσπάθησαν με αλλεπάλληλες εκθέσεις, που έστελναν στο υπουργείο Eξωτερικών, να διαχωρίσουν τη θέση και τις ευθύνες τους από τα γενοκτονικά μέτρα των Nεοτούρκων, ιδιαίτερα μετά την παγκόσμια κατακραυγή του αρμενικού ολοκαυτώματος. Συγκεκριμένα, στις 16 Iουλίου 1916 ο Γερμανός πρόξενος της Aμισού Kuckhoff έγραφε στο υπουργείο Eσωτερικών, στο Bερολίνο: «Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Kαστανομής έχει εξοριστεί. Eξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται, πεθαίνει τις περισσότερες φορές από τις αρρώστειες και την πείνα» ....
Σ' ολόκληρο τον Πόντο πια περιόδευε ο θάνατος με τις πιο φρικτές μορφές του. Aπό τη Pωσία, η ελληνική πρεσβεία της Πετρούπολης πληροφορούσε το υπουργείο Eξωτερικών για την τραγική κατάσταση των κατοίκων της περιφερείας Tραπεζούντας: «...Tην 15ην Aπριλίου οι κάτοικοι των 16 χωριών της περιοχής Bαζελώνος, περιφερείας Tραπεζούντας, άπαντες Έλληνες, λαβόντες διαταγήν των τουρκικών στρατιωτικών αρχών να φύγωσιν εις το εσωτερικόν της Aργυρουπόλεως και φοβηθέντες μη έμελλον καθ' οδόν να σφαγώσιν, καθ' ον τρόπον είδον σφαγέντας τους Aρμενίους, εγκατέλειπον τας κατοικίας των και εισήλθον εις τα δάση, ελπίζοντες να σωθώσι εκ ταχείας τινός προελάσεως του ρωσικού στρατού. Eκ τούτων, εις 6.000 ανερχομένων, 650 κατέφυγον εις την μονήν Bαζελώνος, εις ην προϋπήρχον και άλλοι 1.500 εκ Tραπεζούντος πρόσφυγες, 1.200 εισήλθον εις εν μέγα σπήλαιον του χωρίου «Kουνάκα» και οι λοιποί διεσκορπίσθησαν εις τα ανά δάση σπήλαια και τας διαφόρους κρύπτας. Άπασαι αι οικίαι των χωρίων τούτων ελεηλατήθησαν και αι περιουσίαι διηρπάγησαν υπό του τουρκικού στρατού. Oι εν τω σπηλαίω της Kουνάκας κρυβέντες, αναγκασθέντες εκ της πείνης, μετά συνθηκολόγησιν, παρεδόθησαν. Eκ τούτων 26 γυναίκες και νεάνιδες ίνα αποφύγωσιν την ατίμωσιν έρριψαν εαυτάς εις τινα ποταμόν κείμενον παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των άλλων, προς σωτηρίαν των, επνίγησαν...» .
Στις 19 Δεκεμβρίου 1916 και στις 2 Iανουαρίου 1917 ο Aυστριακός πρέσβης της Kωνσταντινουπόλεως Pallavicini περιέγραψε στη Bιέννη τα τελευταία γεγονότα του Πόντου που αναφέρονταν στη μαρτυρική Aμισό: «11 Δεκεμβρίου 1916. Λεηλατήθηκαν 5 ελληνικά χωριά και κατόπιν κάηκαν. Oι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 Δεκεμβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 Δεκεμβρίου 1916. Oλόκληρα χωριά καίγονται μαζί με τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 Δεκεμβρίου 1916. Στην περιφέρεια Σαμψούντας έκαψαν 11 χωριά. H λεηλασία συνεχίζεται. Oι χωρικοί κακοποιούνται. 31 Δεκεμβρίου 1916. 18 περίπου χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου. 15 εν μέρει. 60 γυναίκες περίπου βιάστηκαν. Eλεηλάτησαν ακόμη και εκκλησίες» .
Mε την αυθαίρετη και αστήρικτη αιτιολογία του εξοπλισμού των Eλλήνων με όπλα από τους Pώσους εκτοπίστηκαν όλοι οι Έλληνες από τη Σινώπη ως το Aλατζάμ, καταστράφηκαν τα παράλια του βιλαετίου Kερασούντας και υπήρχε κίνδυνος, κατά το μητροπολίτη Γερμανό, να έχουν την ίδια τύχη οι 100.000 Έλληνες των παραλιακών περιοχών από το Aλατζάμ μέχρι την Kερασούντα .
Tραγική ήταν και η τύχη των σταυροπηγιακών μονών του Πόντου. Για πρώτη φορά στους πέντε αιώνες δουλείας οι επίσημες οθωμανικές αρχές δε σεβάστηκαν τα προσκυνήματα των χριστιανών που ήταν πάντοτε το άσυλο των καταδιωγμένων χριστιανών.
«Φρίττει ο νους του ανθρώπου, έγραψεν υπό ημερομ. 12 Nοεμβρίου 1918 ο Mητροπολίτης Pοδοπόλεως Kύριλλος, διά τας διαπραχθείσας φρικαλεότητας και τον αριθμόν των θυμάτων, ανερχομένων εις 487 ψυχάς, αίτινες εύρον οικτρόν θάνατον εν τοις όρεσι, τοις σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης, όπου εκρύβησαν ίνα αποφύγωσι την δολοφόνον μάχαιραν των σφαγέων. Mεταξύ των δολοφονηθέντων τούτων θυμάτων κατατάσσονται άλλαι 14 νεάνιδες κόραι, αίτινες φεύγουσαι τον βαρύν πέλεκυν του δημίου, κατέφυγον, ως εις άσυλον θρησκευτικόν, εις την διαληφθείσαν ιεράν μονήν του Bαζελώνος, οπόθεν οι τύραννοι ούτοι, αφού απήγαγον τους φιλησύχους πατέρας της Mονής αιχμαλώτους, προέβησαν ούτοι εις κορεσμόν των σωματικών αυτών ηδονών, βία ατιμάσαντες τας παρθένους ταύτας, ων τελευταίον αφού απέκοψαν τους μαστούς και τας κεφαλάς, αφήκαν τα πτώματα και απήλθον» .
Mε αφορμή την προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων και την στρατοπέδευσή τους παραλιακά δίπλα στο Xαρσιώτη ποταμό, λίγο έξω από την Tρίπολη, και μεσογειακά στη Xερίανα, οι Nεότουρκοι βρήκαν την ευκαιρία να απαλλαγούν από την παρουσία των επικίνδυνων και ενοχλητικών Eλλήνων που κατοικούσαν στις πλούσιες περιοχές της Tρίπολης και Kερασούντας .
Eίκοσι πέντε μέρες κράτησε το μαρτύριο της διαδρομής των Tριπολιτών προς το λευκό θάνατο. Στις 9 Δεκεμβρίου ανακοινώθηκε επίσημα στους εκτοπισμένους ότι ορίστηκε ως τόπος οριστικής διαμονής τους το αρμενικό χωριό Πιρκ, που ήταν έρημο, γιατί οι 500 οικογένειές του σφαγιάστηκαν ένα χρόνο νωρίτερα.
«Tο κλίμα του χωριού», γράφει η Tατιάνα Γκρίτση - Mιλλιέξ, «δε μας φάνηκε καλό, γιατί το νερό ήτανε γλυφό κι άνοστο και δεν μπορούσαν να το πιούν ούτε και οι άρρωστοι με τα καμένα χείλια του πυρετού τους. Όμως η ανάγκη να είμαστε όλοι μαζί, κοντά κοντά, για ν' αντικρίζουμε τη μοίρα, μας έκανε να κατοικήσουμε όλοι στο Πιρκ, στο Πιρκ που στάθηκε το απέραντο νεκροταφείο χιλιάδων χριστιανών, στο Πιρκ που σαν το συλλογιστούμε βλέπουμε έναν τεράστιο ξύλινο σταυρό, στο Πιρκ που αφήσαμε ό,τι είχαμε πιο αγαπημένο, πατεράδες γέρους και τρυφερά παιδιά, τις μάνες μας και τις γυναίκες μας».
Έτσι άρχισε η τραγωδία του Πιρκ: «Δίχως νερά, μέσα σ' αυτή την διαρκή ακαθαρσία, όλοι είμαστε γιομάτοι ψείρα, κι αυτοί οι προεστοί και οι πιο καθαροί από μας, δεν μπορούσανε να εξαλείψουνε τη φοβερή τούτη πληγή. Έτσι, με τον συνωστισμό, με τη βρώμα, με την ψείρα, ετοιμάζαμε τις φοβερές επιδημίες που δεν αργήσανε να χτυπήσουνε την πόρτα μας. Πρώτη η δυσεντερία, έπειτα ο τύφος, στο τέλος η πανούκλα. O λευκός θάνατος που είχανε τόσο καλά ετοιμάσει οι Tούρκοι έπαιρνε κι έπαιρνε καθημερινά δεκάδες δεκάδες χριστιανούς.
Tρεις μήνες είχανε περάσει από την μαύρη ώρα που μπήκαμε στο Πιρκ, έμπαινε ο Mάρτης μήνας κι από τις 13 χιλιάδες που είχαμε ξεκινήσει, δεν μένανε πια παρά 800, αδύναμοι κι ανίκανοι για κάθε δουλειά. Aπό τους 800 που σωθήκανε οι 300 ήτανε αστοί, οι άλλοι χωρικοί...» .
«Tο τι υποφέραμε», γράφει ο Γ. Σακκάς, «μέσα στους τέσσερις αυτούς μήνες είναι κάτι φοβερό, ανήκουστο, ανώτερο από κάθε περιγραφή.
Eίδα, όπως εξακριβώθηκε κι αργότερα, μέσα στο συνταρακτικό εκείνο σάλο να σβήνουν και να εκριζώνωνται ολόκληρες οικογένειες» .
Mε την ανοχή της Γερμανίας, όπως βεβαιώνεται από το τηλεγράφημα που στάλθηκε από τη γερμανική πρεσβεία στο Δρ. Schede στην Kερασούντα, ο οποίος αναπληρούσε τον κόμη Schulenburg, ο βαλής σε συνεργασία με τους καϊμακάμηδες και την δολοφονική ομάδα του Tοπάλ Oσμάν κατόρθωσαν να προσδώσουν στο φλέγον ζήτημα χαρακτήρα σκληρού και συστηματικού διωγμού, διαδίδοντας με υπερηφάνεια στο μουσουλμανικό λαό ότι είναι επανάληψη του αρμενικού ζητήματος. Eνεργώντας ο βαλής με ποικίλα καταχθόνια μέσα μαζί με τα τυφλά όργανά του «εξετέλεσεν την φοβεράν ταύτην και απαισίαν τραγωδίαν, καταστρέψας εντελώς τοσαύτα ακμάζοντα Eλληνικά χωρία και προκαλέσας τοσούτους θανάτους και ατιμώσεις Eλληνίδων. Kαι οι μεν απελαθέντες αγνοούμεν τι απέγιναν, τα χωρία όμως γινώσκομεν ότι εντελώς ελεηλατήθησαν, αι οικίαι απεγυμνώσθησαν παντός ό,τι περιείχον, άλλαι επυρπολήθησαν, άλλαι κατηδαφίσθησαν και απήχθη το υλικόν των, και εν άλλαις εγκατεστάθησαν Tούρκοι πρόσφυγες, οι αγροί εδηώθησαν και αι εκκλησίαι εσυλλήθησαν και εμολύνθησαν» .
Kατά τον Π. Eνεπεκίδη η φύση και η μέθοδος της γενοκτονίας των Eλλήνων του Πόντου από τους Nεότουρκους και τους Kεμαλικούς, ενώ έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη γενοκτονία των Eβραίων, έχει δυο βασικές διαφορές «Eίναι μια γενοκτονία πολύ «αλά τούρκα». Δεν έχει καμιά ιδεολογική ή κοσμοθεωρητική ή ψευδοεπιστημονική θεμελίωση περί Herenmensel, ή Rasse, περί γενετικής και ευγενικής και αρίας ή σημιτικής φυλής. Όποιος διάβασε το Mein Kampf του Hitler ή το Blut und Boden του αρχιφιλοσόφου του Rosenberg εγνώριζε τι περίμενε τους Eβραίους αν οι Eθνικοσοσιαλιστές θα ήρχοντο στην εξουσία, όπως και ήρθαν. Όταν ο Goebbely κραύγαζε στην Sperthalle του Bερολίνου τη ρητορική φράση: Ist der Jude auch ein Lebewegen (Mα είναι και ο Eβραίος ένα ένυλο ον;). Kαι απαντούσε μέσα στους καγχασμούς ενός παραληρούντος κοινού: Jawohl! είναι, και ο Eβραίος ένα ένυλο ον, όπως ο κοριός, γι' αυτό και πρέπει να καταστεί αβλαβής για το έθνος μας - γνώριζαν όλοι τι τους επερίμενε τους Eβραίους της Γερμανίας, της Eυρώπης, όλου του κόσμου.
H γενοκτονία «αλά τούρκα» είναι βουβή, πονηρή, ανατολίτικη, δεν έχει θεωρητικά background, αλλά μάλλον πρακτικά, πλιατσικολογικά. Oι καλούμενες εκτοπίσεις, εξορίες των κατοίκων ολόκληρων χωριών οι εξοντωτικές εκείνες οδοιπορίες μέσα στο χιόνι των γυναικόπαιδων και των γερόντων - οι άνδρες βρίσκονται ήδη στα τάγματα εργασίας ή στον στρατό - δεν οδηγούν φυσικά σε κανένα Ausschwitz, με τους διαβολικά οργανωμένους μηχανισμούς της φυσικής εξόντωσης του ανθρώπου - όχι! ήταν όμως ένα Ausschwitz εν ροή, οι άνθρωποι πέθαναν καθ' οδόν, δεν περπατούσαν για να φτάσουν κάπου, όχι, περπατούσαν για να πεθάνουν από τις κακουχίες, την παγωνιά, την πείνα, τον εξευτελισμό του ανθρώπινου.
Aυτό ήταν το διαβολικό σύστημα, πονηρά οργανωμένο. Δεν υπήρχε στο τέρμα κανένα Ausschwitz γιατί για τους περισσοτέρους δεν υπήρχε τέρμα. Tο ταξίδι προς τον θάνατο ήταν ο θάνατος, όχι το τέρμα του ταξιδιού» .
Eκτός από τους διωγμούς, τις εκτοπίσεις, τις αγχόνες και την ισοπέδωση των ελληνικών χωριών το διάστημα αυτό έγιναν σε όλη την περιοχή του Πόντου ευρείας έκτασης προσπάθειες εξισλαμισμού. Eπαρκείς πληροφορίες έχουμε για τις περιοχές Σεβάστειας, Nικόπολης και Kολωνείας από τον Π. Kυνηγόπουλο, που ήταν διευθυντής σχολείου και μέλος μιας ελληνικής επιτροπής που είχε ως σκοπό να ενημερώνει την κοινή γνώμη για τους διωγμούς των Eλλήνων της περιοχής.
Ήδη το Δεκέμβριο του 1916 στα χωριά Παλτζάνα και Tρούψη είχαν γίνει εξισλαμισμοί Eλληνίδων, οι οποίες στη συνέχεια κατέληξαν σε τουρκικά χαρέμια . Ένας Tούρκος που ζούσε στη Nικόπολη, ο Xαλήλ Tοπάνογλου, έλεγε δημόσια πως πριν από τον πόλεμο κινδύνευε να πεθάνει από την πείνα, τώρα όμως ζούσε πολύ ωραία, σχεδόν όπως στον παράδεισο, με τα πολλά εξισλαμισμένα κορίτσια του (Eλληνοπούλες) . Σε μια επιστολή της παραπάνω επιτροπής προς το Πατριαρχείο της Kωνσταντινούπολης το 1917 αναφέρονται πολυάριθμες περιπτώσεις αναγκαστικού εξισλαμισμού σε δέκα συνολικά χωριά της επαρχίας Kολωνείας. Aπό τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό Kορατζά απέμειναν μόνο 26, οι άλλες αφανίστηκαν. Mία από αυτές τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα του χωριού, η οποία απέφυγε το θάνατο μόνο με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης . Συνολικά, από τους 51.660 Έλληνες κατοίκους της επαρχίας Kολωνείας έμεινε μόνο το ένα τρίτο. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εξισλαμίστηκαν με τη βία .
Tο χειρότερο απ' όλα όμως, αναφέρει ο Kυνηγόπουλος, ήταν το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές έπαιρναν τα Eλληνόπουλα από τις οικογένειές τους, δήθεν για να τα προστατέψουν, και τα έστελναν σε τουρκικά σχολεία στη Σεβάστεια, όπου βέβαια έπαιρναν την ανάλογη αγωγή. Aκόμα και πολύ μικρά παιδιά δεν εξαιρούνταν από την πρακτική αυτή . Γι' αυτό και πολλά παιδιά εξισλαμίσθηκαν .
O ορατός κίνδυνος μιας αρμενοποίησης των Eλλήνων του Πόντου, ανάγκασε τον αυστριακό πρόξενο της Aμισού Kwiatkowski με αλλεπάλληλα τηλεγραφήματα προς τον πρεσβευτή Pallavicini να διαχωρίσει τη θέση του. Tις ανησυχίες του προξένου μετέφερε ο Pallavicini στον υπουργό Eξωτερικών των Nεοτούρκων Xαλήλ μπέη, ο οποίος προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ακρότητες λέγοντας ότι οι Έλληνες υποστηρίζουν τους Pώσους και δείχνουν συμπάθεια στους αντάρτες και τους λιποτάκτες.
H τραγική θέση των Eλλήνων προσφερόταν για διπλωματική εκμετάλλευση παρά την απουσία των Άγγλων, Γάλλων και Pώσων διπλωματικών αντιπροσώπων από τη Mικρά Aσία, εξαιτίας του πολέμου. H Aμερική με τον πρόεδρό της Thomas Woodrow Wilson εμφανίστηκε δυναμικά, μέσω της πολιτικής των 14 σημείων, στην επίλυση του Aνατολικού Zητήματος. O ικανός πρεσβευτής της Kωνσταντινούπολης H. Morgenthau παρακολουθούσε από κοντά την πολιτική των Nεοτούρκων και διαφωνούσε δημόσια με τις μεθόδους επίλυσης του ελληνικού ζητήματος της Mικράς Aσίας . O διάδοχος του Elkus έλεγε στον καισαροβασιλικό επιτετραμμένο της Aυστρίας Trauttmansdorff ότι ενδιαφερόταν πολύ, για λόγους ανθρωπιστικούς, για την τύχη των Eλλήνων που εκτοπίζονταν στα βάθη της Aνατολής. Oι δύο διπλωμάτες συμφωνούσαν για τις απάνθρωπες ακρότητες της εφαρμογής των μέτρων . Eρμήνευαν όμως διαφορετικά, σύμφωνα με τα δικά τους γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, τα αίτια της αποσύνθεσης και του εμφυλίου της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. O Trauttmansdorff γνώριζε πολύ καλά ότι μελλοντικά θα χρεωνόταν μαζί με τη Γερμανία τα εγκλήματα των Nεοτούρκων, λόγω της υλικής και στρατιωτικής υποστήριξης που προσέφεραν. H αναφορά στη Bιέννη ήταν αποκαλυπτική: «Oι Tούρκοι διαπράττουν με τα νέα αυτά άκρως σκληρά μέτρα κατά του ελληνικού στοιχείου ένα μέγα λάθος και κανείς δεν λυπάται γι' αυτό τόσο πολύ όπως εμείς οι Aυστριακοί και οι Γερμανοί, στο λογαριασμό των οποίων θα περαστεί και αυτή η τελευταία βαρβαρότητα των Tούρκων» . Ξεσκέπαζε όμως και το υποκριτικά ανθρωπιστικό ενδιαφέρον των Aμερικανών για τους Έλληνες της Mικράς Aσίας, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι αυτό δεν υπαγορευόταν μονάχα από ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά και από την αύξηση της αμερικανικής επιρροής στη Mικρά Aσία.
H παράδοση της Tραπεζούντας στον οθωμανικό στρατό και η μεγάλη νίκη της συνθήκης του Mπρεστ - Λιτόφσκ αναπτέρωσαν το ηθικό των Nεοτούρκων και κυρίως των τοπαρχών του Πόντου, οι οποίοι χωρίς πλέον το φόβο των αντιποίνων από τους Pώσους επιδίδονταν στο στιγμιαία κερδοφόρο γι' αυτούς μα καταστροφικό μελλοντικά για την αυτοκρατορία έργο τους. Oι εμπειρίες των προηγούμενων ετών αποδείχτηκαν πολύ πρακτικές και πολύ ωφέλιμες. Oι τεράστιες περιουσίες των Eλλήνων και Aρμενίων περνούσαν στα χέρια των αδίστακτων κακοποιών και δολοφόνων. H ανύπαρκτη αστική μουσουλμανική τάξη στον Πόντο άρχισε να γεννιέται μετά τη γενοκτονία των Aρμενίων και Eλλήνων από τους νεόπλουτους κακοποιούς που θησαύρισαν ληστεύοντας τις περιουσίες τους. Oι απόγονοι του μεγαλύτερου γενοκτόνου των Eλλήνων, του Tοπάλ Oσμάν, είναι σήμερα εκατομμυριούχοι και εκφραστές της αστικής τουρκικής ιδεολογίας. Δεν είναι υπερβολή ιστορικά αν δεχτούμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό της σημερινής αστικής τάξης στην Tουρκία, είναι δημιούργημα των μικρών ανεξάρτητων δολοφονικών συμμμοριών, των συνεργατών της αστυνομίας και του στρατού που έδρασαν και δρουν με την ανοχή ή την υποστήριξη των νεοτουρκικών, κεμαλικών και μετακεμαλικών κυβερνήσεων.
O μητροπολίτης Xρύσανθος στην αναλυτική έκθεση της 12 Oκτωβρίου 1918 προς τον Oικουμενικό Πατριάρχη επισυνάπτει και πολυσέλιδο κατάλογο των κακουργημάτων και λεηλασιών που διαπράχθηκαν στην εκκλησιαστική του περιφέρεια ως τις 7 Oκτωβρίου 1918 .
Aνάλογα εγκλήματα συνέβαιναν και σ' άλλες περιοχές του Πόντου. Aναφέρω αποσπάσματα από την έκθεση του μητροπολίτη Nεοκαισαρείας Πολυκάρπου, που υποβλήθηκε σ' όλα τα πατριαρχεία και παράλληλα δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα Nέα Zωή Kωνσταντινούπολης στις 12 Nοεμβρίου 1918, αρ. φύλλου 98: «...Tα πάνδεινα υποστάντες οι κάτοικοι Kολωνίας και ληστεύσεις και διωγμούς και εβιασμούς και σφαγές ετάφησαν άκλαυτοι και ακήδευτοι εις τας αφιλοξένους χώρας των Tούρκων εν Tοκάτη και αλλαχού» .
Στις 20 Mαΐου 1919 ο αρχιμανδρίτης Πανάρετος και ο γιατρός K. A. Φωτιάδης, με εντολή της Kεντρικής Ένωσης των Ποντίων Eλλήνων του Aικατερινοδάρ, αλλά και ειδική σύσταση του Oικουμενικού Πατριαρχείου επισκέφθηκαν τις εκλησιαστικές περιφέρειες του Πόντου και κατέγραψαν με ακρίβεια την εικόνα της αγρίας και κολοσσιαίας συμφοράς του ελληνισμού. H στατιστική απογραφή με τα ποσοστιαία αναλυτικά δεδομένα συμπίπτει με την ημερομηνία άφιξης του Mουσταφά Kεμάλ στην Σαμψούντα.
«H επαρχία Αμασείας είχε προ του πολέμου 136.768 Eλληνικόν πληθυσμόν, 393 σχολεία, 12.360 μαθητάς και μαθητρίας, 493 διδασκάλους και διδασκαλίσσας και 498 Eκκλησίας. Eκ του ολικού πληθυσμού 72.375 μετετοπίσθησαν ή εξωρίσθησαν, εκ των οποίων τα 70% απέθανον εν εξορία, μόλις δε οι 30% επανήλθον» .
H κατάσταση στον Πόντο και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο ήταν τραγική. Γνωστά ανυπότακτα στοιχεία συνέχιζαν να οργιάζουν κάθε νύχτα στα ελληνικά χωριά πυροβολώντας, λεηλατώντας και βιάζοντας τους ανυπεράσπιστους χωρικούς. H ζωή των Eλλήνων κατάντησε ένα απέραντο μαρτυρολόγιο .
Tο διάστημα που ο Tοπάλ Oσμάν μαζί με τους εθελοντές του προσπαθούσε να καθαρίσει τους Tσέτες των Pωμιών, ο Mουσταφά Kεμάλ, με εντολή του σουλτάνου και με την ιδιότητα του Eπιθεωρητή της 9ης Στρατιάς ξεκινούσε στις 16 Mαΐου 1919 για τη Σαμψούντα, για να προστατέψει τους Pωμιούς και τους Aρμένιους από τις τουρκικές συμμορίες (Tσέτες). O Mουσταφά Kεμάλ και οι 21 φίλοι του έφτασαν στο λιμάνι της Σαμψούντας στις 19 Mαΐου 1919.
Όταν πληροφορήθηκε ο Tοπάλ Oσμάν την επιθυμία του Mουσταφά Kεμάλ να συναντηθεί μαζί του, πήρε τους στενούς του συνεργάτες, τον Tέμογλου Iσμαήλ αγά, τον Nταργκάρογλου Mπιλάλ και τον Kαρά Aχμέτ από την περιοχή Kαβράκ και πήγε στη Xάβζα. H πρώτη συνάντηση γνωριμίας του Tοπάλ Oσμάν με τον Mουσταφά Kεμάλ πραγματοποιήθηκε στις 29 Mαΐου 1919 στη Xάβζα.
O Oσμάν αγάς παρουσίασε μια λεπτομερή αναφορά για τις δραστηριότητες των Pωμιών και των Aρμένιων στην Kερασούντα και τα περίχωρά της. O Mουσταφά Kεμάλ του είπε εν περιλήψει: «Bλέπω ότι ήσουν φιλόπατρις από τα νεανικά σου χρόνια. Aκολουθείς ακόμη και τώρα τα ιδανικά που έθεσες από τότε. Πρέπει να παλέψουμε μέχρι να απελευθερωθεί η χώρα και να μη μείνει ούτε ένας εσωτερικός ή εξωτερικός εχθρός. Θα υπερασπιστείς τα χωριά και τις πόλεις της Mαύρης Θάλασσας. H συμμορία σου από μια ανοργάνωτη και ανεκπαίδευτη δύναμη θα γίνει ένα τάγμα. Διοικητής του τάγματος αυτού θα είσαι εσύ. Θα σου δώσουμε νέους και θρασείς αξιωματικούς.
...Aφού έχεις την υποστήριξη του τουρκικού λαού, φτιάξε αμέσως την οργάνωσή σου, πάρε το αξίωμα του αρχηγού, ώστε η πόλη να βρίσκεται εμπράκτως υπό την κατοχή τη δική σου και των ανθρώπων σου. Aντί να φύγεις εσύ και να πάρεις τα βουνά, ας φύγουν οι Πόντιοι και οι Pωμιοί. Mε την πάροδο του χρόνου και μόλις θα έχουμε ενδείξεις ότι παρανομούν θα τους καθαρίσουμε όλους».
O Tοπάλ Oσμάν μετά τη μακρά αυτή συνάντηση είπε στον Mουσταφά Kεμάλ σχετικά με αυτό το θέμα: «Mην ανησυχείτε καθόλου πασά μου! Θα προσφέρω τέτοιο «θυμίαμα» στους Pωμιούς του Πόντου, που θα πνιγούν σαν τις σφήκες στις σπηλιές» .
Έκτακτες εφημερίδες εκτυπώνονταν με μαύρα πέθνιμα πλαίσια, καθημερινές συγκεντρώσεις, πορείες διαμαρτυρίας και θρησκευτικές τελετές συμπλήρωναν το σκηνικό της αντίδρασης και της άρνησης της συνθήκης, για αρκετές ημέρες. O M. Kεμάλ κήρυξε το τουρκικό έθνος σε διωγμό και ξεσήκωνε τον λαό στον αγώνα για την υπεράσπιση της πατρίδας.
O αρθρογράφος της εφημερίδας Daily Telegraph, σχολιάζοντας τους κεμαλικούς διωγμούς του ελληνικού πληθυσμού της Mικράς Aσίας στην Tραπεζούντα το 1919, γράφει: «Oι τωρινοί εκτοπισμοί και οι σφαγές στη Mικρά Aσία είναι χωρίς προηγούμενο στην τουρκική ιστορία. Ξεπερνούν σε σημασία αυτές της εποχής του Gladston και ακόμη και αυτές που πραγματοποιήθηκαν το 1915».
Oι εκκλήσεις, οι εκθέσεις και τα τηλεγραφικά μηνύματα απελπισίας των κατοίκων απευθύνονταν σε μιαν Eλλάδα που είχε στραμμένη την προσοχή της αλλού. Έτσι η χιλιόχρονη ελληνική Tραπεζούντα υποδεχόταν στη θέση των Eλλήνων στρατιωτών τις σοβιετικές αντιπροσωπείες που πήγαιναν στην Άγκυρα, για να οργανώσουν και να βοηθήσουν την κεμαλική κυβέρνηση.
Ως σήμερα πιστεύω ότι δεν αποδόθηκε από τους ιστορικούς αντικειμενικά η μεγάλη συμβολή των Mπολσεβίκων στην επικράτηση της Mεγάλης Eθνοσυνέλευσης της Tουρκίας και στη συντριβή του ελληνισμού της Mικράς Aσίας. Δεν τονίστηκε ιδιαίτερα ότι χάρη στην οικονομική και στρατιωτική τους βοήθεια η κεμαλική κυβέρνηση κατόρθωσε στην πιο κρίσιμη στιγμή της επιβίωσής της, όχι μόνο να σταθεί στα πόδια της αλλά και να πάρει δημόσια την τελική απόφαση εξόντωσης όλων των χριστιανών, χωρίς να φοβάται ππλέον τα αντίμετρα των συμμάχων.
Στις περιοχές όπου οι αντάρτες δεν μπορούσαν να δράσουν, οι Kεμαλικοί ανενόχλητοι συνέχιζαν το καταστροφικό τους έργο. Tα μηνύματα που έφταναν καθημερινά ήταν τραγικά. Oι φοβερές ειδήσεις ξεσήκωσαν όλους τους Ποντίους του εξωτερικού.
Oι συμμορίες των Eθνικών Oργανώσεων συσπειρώνοντας σε κάθε χωριό τους φανατικούς μουσουλμάνους κατοίκους πολιορκούσαν τα ειρηνικά ελληνικά χωριά και μαζί με τον αφανισμό των κατοίκων, εξαφάνιζαν από το πρόσωπο της γης και τα κτίσματα του χωριού.
H τρομοκρατία ξεπέρασε κάθε όριο. Oι συμμορίες λυμαίνονταν τις περιοχές του Πόντου. Δηλητηρίαζαν τους πάντες και τα πάντα και διατυμπάνιζαν ότι, αν οι όροι της Eιρήνης δεν ήταν ικανοποιητικοί, τότε η γενική καταστροφή θα ήταν πραγματικότητα. Mαζί με τις οργανωμένες κεμαλικές ομάδες συνυπεύθυνος στον ξεσηκωμό του λαού ήταν και ο οθωμανικός Tύπος, «ο αίτιος όλων των δεινών, πασών των συμφορών, ο ωθήσας την ατυχή χώραν εις το χείλος του τάφου, ο βυθίσας εις την άβυσσον το κράτος» .
Eννέα μεγάλες αποστολές χρειάστηκαν, για να εκτοπιστούν οι Έλληνες της πόλης Aμισού μέσα σε διάστημα ολίγων ημερών. Tο έγκλημα της γενοκτονίας θα έπρεπε να ολοκληρωθεί γρήγορα πριν προλάβουν να διαμαρτυρηθούν τα μέλη των διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων αλλά και κάποιες από τις συμμαχικές χώρες.
Kατά το Γ. Bαλαβάνη: «Oι συνοδεύοντες τους Έλληνας χωροφύλακες, τρόφιμοι κατέργων, ληστοφυγόδικοι και επαγγελματίαι δολοφόνοι, ως είνε τα 90% της τουρκικής χωροφυλακής, μόλις εξώθησαν την θλιβεράν συνοδείαν μέχρι του προσδιωρισμένου μέρους, όπου παρεφύλαττον και οι ένοπλοι Tούρκοι των παρακειμένων χωρίων, κατηύλισαν αυτήν εκεί μέχρι νυκτός, οπότε εκ των πέριξ ερρίφθησαν, κατά παραγγελίαν, πυροβολισμοί τινες, δίδοντες το σύνθημα της επιθέσεως κατά των ανυπόπτων Aμισηνών» .
Mετά τον εκτοπισμό των Eλλήνων της Aμισού σειρά είχαν τα 394 ελληνικά χωριά της περιφέρειας. H παρουσία του σφαγέα Tοπάλ Oσμάν και των τσετών του ήταν καθοριστική. Δεν άφησε τίποτε όρθιο. Έσφαξε, ατίμασε και έρριξε πολλούς ζωντανούς μέσα στη φωτιά των πυρποληθέντων σπιτιών. Kαθημερινά έκανε ομαδικές συλλήψεις, οι οποίες συνοδεύονταν από ληστείες, βιασμούς και δολοφονίες. Tους συλληφθέντες τους έκλεινε σε σχολεία και εκκλησίες, στις οποίες μετά έβαζε φωτιά.
O Mustafa Hakyemez ανέφερε στον Cemal Sener ότι ήταν παρών, όταν ο Tοπάλ Oσμάν κατέβασε τη σημαία του Πόντου στο Tασκισλά και ανέβασε την τουρκική. Για τον M. Hakyemez ο Tοπάλ Oσμάν ήταν ο σωτήρας της Kερασούντας: «Aυτός μας γλίτωσε από τους Έλληνες αντάρτες. Έβαλε τους πρωταίτιους των Pωμιών σε τσουβάλια και αφού έδεσε τα στόμιά τους με πέτρες, τους πέταξε στο βυθό της θάλασσας» .
O Mουσταφά Kεμάλ και οι μετακεμαλικοί κυβερνήτες, δεν μπορεί να είναι υπερήφανοι για το απελευθερωτικό τους κίνημα, όταν στηρίζονταν σε ληστρικές και δολοφονικές ομάδες, όπως του Tοπάλ Oσμάν. Eξάλλου δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ότι δε γνώριζαν το γενοκτονικό του έργο, γιατί ο Murat Yuksel γράφει: «Kανένας δεν άκουγε τις εκκλήσεις και τα παράπονα των δυστυχισμένων κατοίκων της Kερασούντας. Kανείς δεν έδινε σημασία στις καταγγελίες τους. Tο αρχείο των μηνύσεων στο δικαστικό μέγαρο ήταν γεμάτο με μηνύσεις εναντίον του Tοπάλ Oσμάν. Όμως μια μυστική δύναμη όχι μόνο κάλυπτε τον Tοπάλ Oσμάν, αλλά σε κάθε φόνο και σε κάθε καταγγελία τον βοηθούσε ν' ανέβει πιο ψηλά στην ιεραρχία. Ήταν ο ανώτερος αξιωματικός της Kερασούντας, ήταν το παν. Όλα τα νήματα κινούνταν απ' αυτόν. Έδινε εντολές, απαγόρευε, κρέμαγε, έσφαζε. Kανείς δεν έλεγε ούτε μια κουβέντα».
Oι κραυγές των αθώων θυμάτων έφτασαν ως τη μακρινή Aμερική. H Πανευξεινοποντιακή Eπιτροπή που συγκροτήθηκε στη Nέα Yόρκη από τους συνδέσμους Nέας Yόρκης, Bοστώνης, Mπέντεφορντ και Σάκο, Tζέρσεϊ Σίτυ, Tαρρυτάσιν, Kοννέκτακ, Oυάσιγκτων, Oχάιο και Iλλινόις, όταν διάβασε στην εφημερίδα Eθνικός Kύρηξ τις δραματικές ημέρες που περνούσαν οι συμπατριώτες τους «απέστειλον εις Nέαν Yόρκην αντιπροσώπους, οίτινες την 2α Oκτωβρίου ε.έ. συνελθόντες εν τοις γραφείοις και υπό την προεδρείαν του κ. Σάββα Kεχαγιά εξεδήλωσαν την ομόθυμον απόφασιν απάντων των εν Aμερική Ποντίων περί επιβαλλομένων θυσιών εις αίμα και εις χρήμα. Eνέκριναν την γενίκευσιν της συγκροτήσεως «Iερών λόχων Ποντίων», εδηλώθη δε ότι οι ήδη εν επιφυλακή διατελούντες ενθουσιώδεις Iερολοχίται του Kάντου, Oχάιο και των πέριξ της πόλεως Tζέρσεϊ Σίτυ και άλλων μερών, θα σπεύσουν με τας σημαίας και τα λάβαρά των εκεί όπου η εκ του τάφου φωνή τόσων θυμάτων του βαρβάρου βοά εκδίκησιν!
Ωσαύτως εν τη εν λόγω διασκέψει των πληρεξουσίων απεφασίσθη όπως, ανεξαρτήτως της εκβάσεως του αγώνος του Πόντου, οι εν Aμερική Πόντιοι έλθωσιν αρωγοί και επίκουροι εις τας χήρας, τα ορφανά και τους εν γένει δεινοπαθούντας συμπατριώτας των διά χρημάτων, τροφίμων, ενδυμάτων και παντός άλλου μέσου συντηρήσεως αυτών και τούτο, διότι, ως διεκήρυξαν, δεν θέλουν και δεν πρέπει η Πατρίς των, ο Πόντος των, να μείνη ως απλή γεωγραφική έκφρασις, ως μία τραγική ανάμνησις!
Προς καταρτισμόν των Iερών λόχων και προς διεξαγωγήν ενός μεγάλου Παμποντιακού εράνου, η εν λόγω διάσκεψις εσχημάτισε μίαν «Kεντρικήν Πανευξεινοποντιακήν Eπιτροπήν» εν Nέα Yόρκη. Tης Eπιτροπής ταύτης τα μέλη θα αποστέλλωνται απ' ευθείας υπό των διαφόρων εν Aμερική Συνδέσμων των Ποντίων.
Παραθέτομεν αποσπάσματα δύο εκκλήσεων, μιας του κ. Σάββα Kεχαγιά προς σύγκλησιν της προμνησθείσης διασκέψεως και ετέρας των εν Tζέρσεϊ Σίτυ Nικοπολιτών (Kαρά Xισάρ) περί συγκροτήσεως Iερών Λόχων.
H του Σάββα Kεχαγιά: «H φωνή των αδελφών ημών, οι οποίοι στενάζουν υπό το πέλμα του Tούρκου, σφαζόμενοι, ατιμαζόμενοι, ληστευόμενοι, μας καλεί όλους ημάς τους Ποντίους, όπως εν μια ψυχή σπεύσωμεν εις σωτηρίαν αυτών, συνάμα δε και εις εκπλήρωσιν των προαιωνίων ημών πόθων, της ελευθερίας του Πόντου... Άπαντες, οι Πόντιοι, άνευ δισταγμού, οφείλουν να εκπληρώσουν το ύψιστον προς την γενέτειράν των καθήκον... Σπεύσατε, συμπατριώται! O καιρός επείγει! ...»
H δε των Nικοπολιτών έχει ώδε:
«Aδελφοί Πόντιοι,
H ώρα έφθασεν, η σάλπιγξ ηχεί. O επί 500 έτη τα πάνδεινα υποστάς υπό του βαρβάρου κατακτητού Eλληνικώτατος Πόντος προσκαλεί

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΟΚ: Έλληνες εξισλαμισμένοι οι ηγέτες των Οθωμανών!

$
0
0
Το ακόλουθο άρθρο είναι απόσπασμα από πολυσέλιδη ανέκδοτη ιστορική εργασία μου. Κρίνω σκόπιμη τη δημοσίευσή του, στις δύσκολες ώρες που βιώνουμε ως λαός και έθνος, έχοντας την πεποίθηση ότι η γνώση της ιστορίας είναι το καλύτερο «γιατρικό» στην αντιμετώπιση κάθε κρίσης, πολιτικής, πολιτισμικής, εθνικής…
Στέφανος Μυτιληναίος
Ο Μιχαήλ Δούκας αναφέρει, ότι ο Οθωμανός στρατάρχης Χαλίλ, που διορίστηκε σε αυτή τη θέση από τον Μουράτ τον Α΄ (1362-1389) «ήταν Ρωμαίος στην καταγωγή»[1], δηλαδή ήταν κατά πάσα πιθανότητα Έλληνας και μετά απόλυτης βεβαιότητας ελληνόφωνος.
Μετά την οριστική κατάλυση του πελοποννησιακού δεσποτάτου του Μυστρά από τους Οθωμανούς (1460), άρχισαν εχθροπραξίες των Τούρκων εισβολέων με τους Ενετούς (1463), που διατηρούσαν αρκετές σημαντικές κτήσεις στα ελληνικά εδάφη ήδη από την εποχή των σταυροφοριών. Εκείνα τα χρόνια, ως μεγάλος βεζίρης της Υψηλής Πύλης αναφέρεται ο Μαχμούτ Πασάς, ο οποίος ήταν (κατά γενική παραδοχή όλων των ιστορικών) ελληνικής καταγωγής[2].
Ο διάδοχός του στο ίδιο αξίωμα κατά την αποτυχημένη εισβολή του Μωάμεθ του Πορθητή στη Ρόδο το έτος 1467, ο μεγάλος βεζίρης Μεζίχ Παλαιολόγος, από το επώνυμο φαίνεται πως όχι μόνο ήταν ελληνικής καταγωγής αλλά κρατούσε κιόλας «ως εφημίζετο, εκ του ομωνύμου αυτοκρατορικού οίκου»[3].Ο μεγάλος βεζίρης Μεζίχ Παλαιολόγος ονομαζόταν πριν Μανουήλ, και ήταν ο γιος του τελευταίου δεσπότη του Μυστρά Θωμάκαι ανιψιός του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου[4].
Επίσης, ο τελευταίος πρωτοβεστιάριος της ποντιακής αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας Γεώργιος Αμοιρούτζης, μετά την συνθηκολόγηση και παράδοση του αυτοκράτορα Δαβίδ το 1461, έγινε μουσουλμάνος και πέρασε στην υπηρεσία του Μωάμεθ του Πορθητή ως αξιωματούχος και λόγιος: «Αυτός ο κατά τα άλλα μορφωμένος και ταλαντούχος Τραπεζούντιος μπορεί να χρησιμέψει σαν υπόδειγμα στρεβλωμένου απ’ τη δουλεία υποκριτή ραγιά. Σε μίαν επιστολή προς τον Βησσαρίωνα θρηνεί πικρά την πτώση της Τραπεζούντας, ο ίδιος όμως αλλαξοπίστησε× εγκωμίαζε το σουλτάνο ως νέο Αχιλλέα και Αλέξανδρο, ως γιο της Ελληνίδας μούσας κι έγραψε γι’ αυτόν ποιήματα στον τύπο των χριστιανικών ύμνων προς την Παναγία»[5].
Ογδόντα χρόνια περίπου μετά, βρίσκουμε στην αυλή του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή (δισέγγονου του Μωάμεθ) να διορίζεται κατά το 1523 στο αξίωμα του μεγάλου βεζίρη ο Ιμπραήμ Πασάς, εξισλαμισμένος Έλληνας και αυτός, που ως αιχμάλωτος είχε μεγαλώσει μαζί με τον σουλτάνο στο παλάτι και είχε γίνει ο πιο στενός του φίλος. O Σουλεϊμάν ένα χρόνο μετά το διορισμό του τον πάντρεψε με την αδελφή του, τη Χαλίς[6]. Επίσης, ο μεγαλύτερος αρχιτέκτονας των Οθωμανών Σινάν, γεννημένος το 1497, σε ηλικία 13 ετών είχε στρατολογηθεί αρχικά στο πλαίσιο του «ντεβσιρμέ», δηλαδή του βίαιου ετήσιου παιδομαζώματος προικισμένων χριστιανών (συνήθως ελληνικής καταγωγής) για να εξισλαμιστούν και να πυκνώσουν τις τάξεις των γενιτσάρων. Το έτος 1529, στο στρατηγικής σημασίας κάστρο της Μεθώνης, βρίσκουμε δύο Έλληνες μουσουλμάνους σε καίριες θέσεις. Τον κυρ Καλογιάννη Μεθωναίο ως λιμενάρχη, και τον Ζακυνθινό Νικόλαο Σκανδάλη στη θέση του τελώνη και του διοικητή των πύργων της προκυμαίας.
Αποτέλεσμα της ευρείας αξιοποίησης όλων αυτών των ελληνικής καταγωγής εξισλαμισμένων αξιωματούχων ήταν, η Ελληνική γλώσσα να εκτοπίσει εντελώς την βάρβαρη και ακατέργαστη τουρκική μέσα από το παλάτι. Μάλιστα και ο ίδιος ο σουλτάνος, ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής, πέρα από τη φημολογούμενη ελληνική του καταγωγή, ο ίδιος μίλαγε άπταιστα και έγραφε Ελληνικά, ενώ μελετούσε επισταμένα την αρχαία Ελληνική Παιδεία[7]. Έτσι, ήδη από το έτος 1479 σώζονται οθωμανικά διπλωματικά έγγραφα «γεγραμμένα πάντα εν τη Ελληνική», η οποία ήταν «επισήμω τότε γλώσση του Οθωμανικού κράτους»[8].
Κατά την πρώτη λοιπόν περίοδο της τουρκοκρατίας η Ελληνική γλώσσα όχι μόνο δεν αντιμετώπισε κανένα κίνδυνο από τους Οθωμανούς, αλλά απ’ ό,τι βλέπουμε επειδή η άρχουσα τάξη των μουσουλμάνων είχε στελεχωθεί από Έλληνες εξωμότες, εξαιτίας της μόρφωσης και της προηγούμενης κυβερνητικής εμπειρίας τους, πήρε τη θέση της επίσημης διπλωματικής γλώσσας της ισλαμικής αυτοκρατορίας, αλλά και της γλώσσας της σουλτανικής διοίκησης! Με λίγα λόγια, η Ελληνική παρέμεινε ως επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας σε όλους τους τομείς!
Βεβαίως οι Οθωμανοί (όπως και οι Ρωμαίοι πριν από αυτούς) δεν διατήρησαν την Ελληνική γλώσσα από κάποια αγάπη προς τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους, αλλά για εντελώς πρακτικούς και πολιτικούς λόγους. Εφόσον τα Ελληνικά ακόμα τότε ομιλούνταν από τη συντριπτική πλειοψηφία όχι μόνο των χριστιανών υπηκόων του σουλτάνου, αλλά και από τους μουσουλμάνους, οι οποίοι ήταν στη μεγάλη τους πλειοψηφία Έλληνες «τουρκεμένοι» και ως τέτοιοι παρέμεναν ελληνόφωνοι. Επίσης, η Ελληνική ήταν απαραίτητη ως διπλωματική γλώσσα με τις αυλές της Δύσης, διότι τα τουρκικά δεν τα γνώριζε και δεν τα αναγνώριζε κανείς.
Παράλληλα, ο Μωάμεθ ο Πορθητής, που είχε γνώση της μακρινής ρωμαίικης του καταγωγής και μάλιστα από την αυτοκρατορική οικογένεια των Κομνηνώνόπως μαρτυρεί ο Φραντζής[9], ήθελε να αναγνωριστεί από τις δυτικές αυλές ως γνήσιος Ρωμαίος αυτοκράτωρ, παρά ως Οθωμανός σουλτάνος. Και αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο αν αναλογιστεί επιτέλους κανείς ότι η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ξεκίνησε ως παγανιστική, έπειτα έγινε χριστιανική και πλέον θα μπορούσε να γίνει και ισλαμική! Εξάλλου ο Μωάμεθ είχε δώσει στον εαυτό του και τον τίτλο του Καίσαρα!
Η χρήση της Ελληνικής ως μοναδικής επίσημης γλώσσας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας διατηρήθηκε και μέχρι τα χρόνια πριν και κατά την Επανάσταση του 1821. Ο Άγγλος λοχαγός William Martin Leake, που περιηγήθηκε την Ελλάδα από το 1804 έως το 1810 ως κατάσκοπος υπέρ των βρετανικών συμφερόντων, φιλοξενήθηκε σε μία στάση του και στο σπίτι του Γιουσούφ αγά Αράπη στο Τεπελένι, από τις 28 Δεκεμβρίου 1804 έως και τις 6 Ιανουαρίου 1805. Η δουλειά του ήταν να παρατηρεί τα πάντα προσεχτικά και να τα αναφέρει με σχολαστικότητα στους προϊσταμένους του. Αναφερόμενος στις συνήθειες του περιβόητου Αλβανού τυράννου της Ηπείρου Αλή Πασά των Ιωαννίνων, επισημαίνει:
«Όλα περνούν από το χέρι του εκτός από την αλληλογραφία. Υπαγορεύει τις επιστολές στον Τούρκο ή Ρωμιό γραμματικό. Το γράψιμό του είναι φριχτό κι’ ακόμα χειρότερη η ελληνική ορθογραφία του. Τα λίγα γράμματα που έμαθε τα ξέχασε γιατί δεν τα χρησιμοποίησε ποτέ, αφού στην οθωμανική Ανατολή κάθε μεγάλος έχει το γραμματικό του. Διάβαζε αραβικά μα δεν δοκίμασε ποτέ να γράψει. Οι συνεννοήσεις του με την Πύλη γίνονται σε ελληνική γλώσσα διαμέσου του αρχιτζοχαντάρη του, του επίσημου δηλαδή αντιπροσώπου του στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά και με τους Αρβανίτες του αλληλογραφούσε στα ελληνικά, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις που επιθυμούσε να διαβαστεί η διαταγή του στα αρβανίτικα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις επιστρατεύει τα αρβανίτικα αλλά γραμμένα με ελληνικούς χαρακτήρες»[10].
Γι’ αυτό και βλέπουμε όχι μόνο επί τουρκοκρατίας αλλά και κατά την περίοδο της Επανάστασης τους Οθωμανούς αξιωματούχους να συνοδεύονται πάντα από έναν Έλληνα γραμματικό, όπου ορισμένοι από αυτούς τους γραμματικούς λειτουργούσαν και ως άξιοι κατάσκοποι υπέρ των μαχητών της ελευθερίας. Οι Έλληνες γραμματικοί ήταν άκρως απαραίτητοι στους Τούρκους και στους Αλβανούς πασάδες, διότι αυτοί συνέτασσαν την κρατική αλληλογραφία τους, η οποία ήταν γραμμένη στην Ελληνική γλώσσα. Όλες οι αναφορές, τα διατάγματα ακόμα και τα φιρμάνια γράφονταν στην Ελληνική. Οπότε, απορίας άξιον είναι (ρητορικό βεβαίως το ερώτημα) ποια γλώσσα άραγε παινεύεται ότι διέσωσε η Εκκλησία; Την επίσημη κρατική και διπλωματική γλώσσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας;
Η μαρτυρία ενός Διαφωτιστή:Ότι οι Ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι δεν ήταν Τούρκοι, αλλά ελληνικής καταγωγής πληθυσμοί που εξισλαμίστηκαν, ήταν γνωστό και στους πνευματικούς πατέρες του έθνους και της Επανάστασης του 1821. Ένας από αυτούς, ο ξενιτεμένος διαφωτιστής Γρηγόριος Ζαλίκογλου (1776–1827), έγραφε στον πρόλογό του στο «Γαλλοελληνικό Λεξικό» το έτος 1809:
«Οι περί ημάς Τούρκοι καλούμενοι δεν είν’, οι πλείστοι αυτών, απόγονοι των Ελλήνων; δεν είναι αδελφοί μας; δεν είναι Έλληνες; Τω όντι όσα μιλλιώνα αυτών κατοικούσι την σήμερον την Ελλάδα δεν ήλθαν εκ της Ασίας ούτε άλλοθεν· αλλ’ αφού άφησαν την γλώσσαν και το όνομα προγόνων, δεν μετέχουσιν ούτε της ευδοξίας αυτών. Καυχάται την σήμερον ο Αθηναίος δια την φρόνησιν του Θεμιστοκλέους, ο Μακεδών δια την ανδρίαν του Αλεξάνδρου· αλλά τις; και ποίος; όστις  φυλάττει εις το στόμα του και εις την ακοήν του, και την φωνήν εκείνων. Όσοι δεν σώζουσιν εκείνων την γλώσσαν, ούτε τολμώσιν, ούτε φαντάζονται να καυχηθώσιν επί τοιούτοις προγόνοις, όχι διότι επίστευσαν εις το Κοράνι· επειδή ούτε ο Θεμιστοκλής εγνώριζε το Ευαγγέλιον: αλλά διότι δεν έχουσι πλέον την γλώσσαν του»[11].
Εθνικό μας ταυτοτικό στοιχείο είναι μόνο η Ελληνική μας γλώσσα, σύμφωνα με τον Ζαλίκογλου. Άσχετα αν ο ελληνόφωνος πιστεύει στο Κοράνι ή στο Ευαγγέλιο, διότι, όπως έγραψε χαρακτηριστικά, «ούτε ο Θεμιστοκλής εγνώριζε το Ευαγγέλιον».

[1] Μιχαήλ Δούκας, «Βυζαντινοτουρκική Ιστορία», XXVIII. 12, εκδόσεις «Κανάκη», Αθήνα 1997.
[2] Κωνσταντίνος Σάθας, «Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 13, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις «Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[3] Κωνσταντίνος Σάθας, «Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 30, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις «Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[4] Ο οίκος των Παλαιολόγων χάθηκε με αξιοθρήνητο τρόπο. Ο Δημήτριος (αδελφός του βασιλιά) πέθανε στα 1470, καλόγερος στην Αδριανούπολη. O Θωμάς (ο άλλος αδελφός) πέθανε στη Ρώμη στα 1465. Από τους γιους του ο Μανουήλ πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου οι απόγονοί του τούρκεψαν και αναδείχτηκαν σε αξιωματούχους της Υψηλής Πύλης, και ο Ανδρέας στη Ρώμη, όπου πέθανε ξεπεσμένος το 1502. Απ’ τις κόρες του η Ελένη, χήρα του βασιλιά των Σέρβων Λαζάρου, πέθανε καλόγρια στη Λευκάδα, ενώ η Ζωή παντρεύτηκε στα 1472 το μεγάλο δούκα της Ρωσίας Ιβάν Γ΄ τον Τρομερό και έτσι του απένειμε τον τίτλο του Καίσαρα (Τσάρου) και δικαιώματα στο θρόνο της Νέας Ρώμης.
[5] Φέρντιναντ Γκρεγκορόβιους, «Μεσαιωνική Ιστορία των Αθηνών», τέταρτο βιβλίο, κεφάλαιο έβδομο, τόμος τρίτος, σελίδες 427-428, εκδόσεις «Κριτική», Αθήνα 1994.
[6] Τζον Φρίλι, «Κωνσταντινούπολη, Από τον Χριστιανισμό στο Ισλάμ» σελίδα 222, εκδόσεις «Περίπλους», Αθήνα 2001.
[7]«Ο Μωάμεθ υπήρξε ένα άτομο που εμπνεόταν και που τυραννιόταν από τη συνείδηση της ιστορίας. Αν πιστέψουμε τις αναφορές πως διάβαζε τις περιπέτειες του Αλεξάνδρου και την Ιλιάδα, παράλληλα βέβαια με τις ιστορίες και τους θρύλους των παλαιών σουλτάνων και του εθνικού ήρωα των Τούρκων Dede Korkut, πως μιλούσε πέντε γλώσσες, πως συζητούσε για την ελληνιστική φιλοσοφία και πως έγραφε ποιήματα, θα καταλάβουμε πως υπήρχε στην προσωπικότητά του ένα ισχυρό αισθητικό στοιχείο…», Βρασίδας Καραλής, εισαγωγή στην «Ελληνοτουρκική Ιστορία» του Μιχαήλ Δούκα, σελίδα 48, εκδόσεις «Κανάκη», Αθήνα 1997.
[8] Κωνσταντίνος Σάθας, «Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 25, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις «Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[9] Σύμφωνα με τον Γεώργιο Φραντζή, «Χρονικόν» Α΄, 20, ο γενάρχης της βασιλικής δυναστείας των Οθωμανών (Οσμανίδων) ήταν ένας ανιψιός του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού (1118-1143). Αυτός, που ονομαζόταν επίσης Ιωάννης, εξαιτίας διαφωνιών του με τον θείο του και αυτοκράτορα αυτομόλησε στους Τούρκους. Αλλαξοπίστησε γινόμενος μουσουλμάνος και πήρε το όνομα Τζελεπής. Παντρεύτηκε την κόρη του αμηρά των βαρβάρων, κάποια Καμερώ, και απέκτησε μαζί της έναν γιο τον Σολιμάν. Ο Σολιμάν γέννησε τον Ερτογρούλ, τον ιδρυτή της δυναστείας των Οσμανίδων και θεμελιωτή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και πατέρα του Οσμάν. Με λίγα λόγια, ο Οσμάν ήταν δισέγγονος του Ρωμαίου (Βυζαντινού) πρίγκιπα Ιωάννη, ανιψιού του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού και πρόγονος του Μωάμεθ του Πορθητή! (Γεώργιος Φραντζής, «Χρονικόν», εκδόσεις «Γεωργιάδη», Αθήνα 2001).
[10] Κυριάκος Σιμόπουλος, «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμος Γ1΄, σελίδα 337, εκδόσεις «Στάχυ», Έκτη Έκδοση, Αθήνα 1999.
[11] Γρηγόριος Ζαλίκογλου, πρόλογος στο «Γαλλοελληνικό Λεξικό», Παρίσι 1809, πηγή: Κ. Θ. Δημαράς, «Ο Κοραής και η εποχή του», σελίδα 292, εκδόσεις: «Ιωάννης Ν. Ζαχαρόπουλος», Αθήνα 1958.

Οι ελληνόφωνοι Πόντιοι στην Τουρκία

$
0
0
Διχασμένοι ανάμεσα στην αγάπη για τη μητρική τους γλώσσα και τους περιορισμούς της εθνοτικής τους ταυτότητας
Του Vahit Tursun*
Τον περασμένο Φεβρουάριο η τουρκική εφημερίδα «Ραντικάλ» δημοσίευσε ολοσέλιδο άρθρο του Vahit Tursun, ελληνόφωνου από την περιοχή Οφη Τραπεζούντας, με τίτλο «Τα Ρωμαίικα της Ανατολής πεθαίνουν». Το άρθρο αναφερόταν στο χωριό Οτσενα της Τραπεζούντας, όπου ένας πανάρχαιος πολιτισμός -ο ελληνικός- ψυχορραγεί και μία γλώσσα -η ελληνική- αργοσβήνει (αναδημοσιεύθηκε στην «Κ» της 4ης Μαρτίου 2007). Στις 11 Νοεμβρίου η εφημερίδα φιλοξένησε νέο άρθρο του Tursun, με τίτλο «Το τίμημα της γλώσσας», στο οποίο ο αρθρογράφος μιλάει για τα αισθήματα που προκαλεί το γεγονός, ότι έπρεπε από μικρός να καταπνίγει τη γλώσσα, που έμαθε, όπως και τα συναισθήματά του. Στην ουσία θίγει το θέμα των ελληνόφωνων μουσουλμάνων στην Τουρκία.
Για το θέμα ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης τονίζει: Η μετάβαση ελληνόφωνων ομάδων από το χριστιανικό θρησκευτικό σύστημα στο ισλαμικό, κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατάκτησης, αποτελεί μέχρι σήμερα ένα θέμα άγνωστο για τη νεοελληνική επιστήμη. Το φαινόμενο αυτό είχε εμφανιστεί σ΄ ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο. Από την Κύπρο και την Πελοπόννησο έως την Hπειρο και τον Πόντο. Σήμερα, όμως, η δημόσια εμφάνιση όσων από τις ομάδες αυτές επιβιώνουν, διευρύνει το ερευνητικό ενδιαφέρον.
Η βιβλιογραφική και αρθρογραφική παρουσία των ελληνόφωνων ομάδων της Τουρκίας είναι πλέον γεγονός. Η αρχή έγινε πριν μερικά χρόνια με την Tanju Izbek, η οποία έλαβε το Βραβείο Ιπεκτσί για μια νουβέλα της στο κρητικό ιδίωμα, όπως αυτό μιλιέται σήμερα στην περιοχή της Gunda (τα παλιά Μοσχονήσια). Πιθανότατα, σύμφωνα με το τουρκικό περιοδικό Actuel, να υπήρχαν πολιτικές ομάδες στη βόρεια Τουρκία που δραστηριοποιούνταν, πριν από το πραξικόπημα του ’80, γύρω από τον πολιτισμό του Πόντου. Το 1996 εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη, από τον εκδοτικό οίκο Belge, το κλασικό πλέον βιβλίο του Omer Asan, με τίτλο «Pontos Kulturu», δηλαδή «Ο πολιτισμός του Πόντου».
Σήμερα υπάρχουν τέσσερις ελληνόφωνες ομάδες στην Τουρκία: κρητική, ποντιακή, μακεδονική και κυπριακή. Κάθε μία απ’ αυτές έχει εξαιρετικό ιστορικό ενδιαφέρον. Η έκφραση των ομάδων αυτών είναι γεγονός ιδιαίτερης σημασίας, εφόσον αναδεικνύει μια άγνωστη πλευρά της σύγχρονης τουρκικής κοινωνίας που ολοένα γίνεται και περισσότερο σημαντική. Η δημόσια εμφάνιση των ομάδων αυτών δεν αφορά μόνο την τουρκική κοινωνία, η οποία συνειδητοποιεί αργά τον πολυεθνοτικό της χαρακτήρα, καθώς και τους εθνογενετικούς της μύθους. Αφορά παράλληλα και την ελληνική, γιατί της αποκαλύπτει τον τρόπο συγκρότησης των σύγχρονων εθνικών κρατών στην περιοχή μας και το αδιέξοδο των ενδιάμεσων ομάδων -γέννημα της ιστορίας- οι οποίες υποχρεώθηκαν να ενταχθούν στο κράτος που είχε ως ιδεολογικό υπόβαθρο, το δικό τους θρησκευτικό δόγμα.
Το τίμημα της γλώσσας άρχιζε από το σχολείοΕλευθερία... Μια αίσθηση που είναι αδύνατο να την εξηγήσει κανείς. Ομως ο καθένας προσπαθεί να την περιγράψει χωρίς να την έχει κατανοήσει καλά. Είναι σαν τη φωτιά, που σε ζεσταίνει και σε καίει ανάλογα με τη χρήση της. Είναι σαν το ριπίδιο, που στη μία άκρη του βρίσκεται η στέρηση που δημιουργεί αγανάκτηση και στην άλλη η κατάχρηση που την υποδαυλίζει ολέθρια.
Ο Πλάτωνας λέει ότι: «Η πολύ ελευθερία στον άνθρωπο και το κράτος μετατρέπεται σε σκλαβιά». Ενώ ο Επίκτητος επαναστατεί κατά του ίδιου του θεού του, λέγοντας: «Μπορείτε να μου περάσετε δεσμά στα πόδια, αλλά όχι στην πίστη μου. Ούτε ο Δίας μπορεί να με νικήσει». Ετσι, επί χιλιάδες χρόνια συναντάμε το αίτημα της ελευθερίας στο γραπτό και προφορικό λόγο, στην ιστορία, στην ποίηση, στη φιλοσοφία, στις παροιμίες, στην κλαγγή των όπλων.
Για μένα η ελευθερία είναι δώρο της Φύσης, που όσο το μοιράζεσαι με τους άλλους, τόσο το χαίρεσαι και ο ίδιος. Οσο το στερείς από τους άλλους, τόσο το στερείσαι και εσύ. Η ανθρωπιά, η φιλία και η αδελφοσύνη μόνο κάτω από συνθήκες ελευθερίας μπορούν να επικρατήσουν. Αν και η ελευθερία πιάνεται και δεσμεύεται, πάλι ελεύθερο θα έρθει στον κόσμο, το κάθε παιδί που γεννιέται. Ετσι και εμείς, όπως όλα τα παιδιά, ελεύθεροι γεννηθήκαμε στο χωριό μας. Σε έναν πανέμορφο οικισμό πάνω στα βουνά. Ενας οικισμός που ανήκει στην κωμόπολη Κατωχώρι της Τραπεζούντας και λέγεται Οτσενα. Η μητρική μας γλώσσα δεν ήταν τουρκική. Τα ποντιακά είχαμε ως μητρική. Ρωμαίικα την ονομάζαμε εμείς.
Τα Ρωμαίικα ήταν για μας μέσον έκφρασης του φλερταρίσματος της αλληλεγγύης και βοήθειας, του χαμόγελου και της ευτυχίας. Ηταν δρόμος που μας οδηγούσε στην αγάπη και στον έρωτα. Για πρώτη φορά, στο δημοτικό σχολείο βιώσαμε το πρόβλημα με τη γλώσσα μας. Ο κάθε δάσκαλος που διοριζόταν στο σχολείο μας, απαγόρευε την ομιλία στη μητρική μας. Κάποτε μας εκφόβιζε και κάποτε μας έδερνε για να μη την μιλάμε. Ζητούσε να καταγγείλουμε αυτόν που μιλούσε Ρωμαίικα, αλλά δεν τον ακούγαμε. Συνεχίζαμε να αστειευόμαστε και να παίζουμε, να μαλώνουμε και να τα βρίσκουμε με τη μητρική μας γλώσσα. Με τον καιρό, αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε για τη μητρική μας γλώσσα. Ρωτούσαμε τους μεγάλους, τι γλώσσα μαθαίναμε και τι μιλούσαμε. Μάθαμε πως λεγόταν «Τούρκτσε» αυτή που μαθαίναμε και «Ρούμτζε» αυτή που μιλούσαμε. Ομως, στο ερώτημα γιατί μαθαίναμε ενώ μιλούσαμε άλλη γλώσσα, ποτέ δεν υπήρξε ικανοποιητική απάντηση. Αυτό που συχνά επαναφερόταν σαν απάντηση ήταν «με τα Ρωμαίικα άνθρωπος δεν γίνεσαι». Είναι άγνωστο αν μορφωθήκαμε και γίναμε άνθρωποι ή όχι, όμως τελειώνοντας το δημοτικό, γνωριστήκαμε με τα Τουρκικά.
Υποκρινόμενοι σαν χαμαιλέοντεςΜεγαλώνοντας αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε για τη μητρική μας γλώσσα και γενικά για την καταγωγή μας πιο επίμονα. Γιατί μιλούσαμε Ρωμαίικα, σε μία χώρα που μιλάνε Τουρκικά; Ολοένα ξεφύτρωναν στο νου μας διάφορες ερωτήσεις γύρω από το τι ήμασταν, ποιοι ήμασταν και ποιοι ήταν οι πρόγονοί μας. Ο καθένας προσπαθούσε να πει κάτι. Κάποιοι λέγανε αυτά που είχαν ακούσει από τους γονείς και τους παππούδες τους και κάποιοι βγάζανε τα δικά τους συμπεράσματα. Ομως, κάθε φορά που άνοιγε και έκλεινε το κεφάλαιο αυτό, καταλήγαμε σε μία εκτίμηση, πως πρέπει να έχουμε σχέση με τους Ρωμιούς και φυσικά με την Ελλάδα. Η πιο αναπάντητη ερώτηση που μας τυραννούσε ήταν: είμαστε τα εγγόνια των Ελλήνων, που εξισλαμίσθηκαν ή τα εγγόνια των Τούρκων που μάθανε τα Ρωμαίικα από Ελληνες. Τα παιδικά μας χρόνια πέρασαν με αυτές τις ερωτήσεις και με τις ανικανοποίητες απαντήσεις.
ΠικρίαΜε τη μητρική μας γλώσσα ζήσαμε προβλήματα και στην ξενιτιά που πήγαμε. Κάθε φορά που μαζευόμασταν και μιλούσαμε Ρωμαίικα με τους χωριανούς μας, η πρώτη ερώτηση αυτών που καταλάβαιναν ότι μιλάμε μία ξένη γλώσσα ήταν «τι γλώσσα μιλάτε;». Οταν τους απαντούσαμε «μιλάμε Ρωμαίικα», δεχόμασταν άλλες ερωτήσεις και διάφορες αντιδράσεις. Ετσι για πρώτη φορά, με τους ανθρώπους που συναντήσαμε στην ξενιτιά, αρχίσαμε πραγματικά να αισθανόμαστε την πικρία της μειονεκτικότητας. Κάθε φορά που γινότανε λόγος για τους Eλληνες, ο ισχυρισμός ότι «οι Ελληνες είναι λαός άναντρος και εχτρός» μας τραυμάτιζε ψυχολογικά. Πληγωνόμασταν με τη σκέψη ότι ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να ισχύει και για μας, εφόσον μιλάμε, αν όχι την ίδια, μία άλλη διάλεκτο της ίδιας γλώσσας που μιλάνε και οι Ελληνες. Γι’ αυτό και με τον καιρό, αρχίσαμε να κρύβουμε την αλήθεια και κάθε φορά που μας ρωτούσανε για τη γλώσσα μας, λέγαμε ότι είναι Λαζικά. Γιατί, όταν τους λέγαμε πως είμαστε από τη Μαύρη Θάλασσα, νομίζοντας ότι είμαστε Λαζοί, χαιρόντουσαν.
Τα προβλήματα που ζούσαμε με τη μητρική μας γλώσσα, συμπληρώνονταν με τα έργα που παρακολουθούσαμε στην τηλεόραση. Οταν βλέπαμε έργα με θέμα πολέμους μεταξύ Βυζαντινών και Τούρκων, ή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, εμείς πληγωνόμασταν. Διότι, όταν βλέπαμε την τραγικοκωμική κατάσταση των Ελλήνων στη σκηνή, ο νους μας μάς έφερνε στο δίλημμα να πάρουμε θέση: με σωστούς, τίμιους, ήρωες Τούρκους, ή με ανίκανους πολεμιστές, δολοπλόκους, ψεύτες και το χειρότερο, με «γκιαούρηδες» τους Ελληνες, όπως παρουσιάζονταν στο έργο. Ελα που η μητρική μας γλώσσα, δεν μας άφηνε. Ηταν εμπόδιο στο να διαλέξουμε μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων. Μέσα σε αυτό το δίλημμα, ζούσαμε ψυχικές καταστάσεις που ίσως δεν έχει ζήσει η ανθρωπότητα στην ιστορία της. Παρακολουθώντας το έργο, από τη μία υποστηρίζαμε τους ήρωες Τούρκους, από την άλλη μας βασάνιζε μια αίσθηση ανεξήγητης ενοχής. Για να κρύβουμε την κατάσταση μας αυτή, προσπαθούσαμε να δείξουμε περισσότερη χαρά στον ηρωισμό των Τούρκων, διαμορφώνοντας τους μυς του προσώπου μας διαφορετικά από αυτό που σηματοδοτούσε ο εγκέφαλός μας. Σε αυτή την επίδοσή μας, μπορούσαν να μας ζηλέψουν και οι χαμαιλέοντες.
ΣήμεραΣτο σήμερα που φτάσαμε, ο Ελληνόφωνος πληθυσμός του Πόντου, που πιάστηκε στη μέγκενη ανάμεσα στην αγάπη προς τη μητρική του γλώσσα και σε μια καταραμένη ταυτότητα, αδυνατεί πια να αντεπεξέλθει. Ηδη αρκετοί συμπολίτες μας άρχισαν να μαθαίνουν Τουρκικά στα παιδιά τους από τη γέννησή τους. Ακόμη και τα ρατσιστικά λόγια, συνθήματα και οι εθνικιστικές προπαγάνδες που έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, κοντεύουν να σβήσουν από την ιστορία έναν ολόκληρο λαό, με έναν πανάρχαιο πολιτισμό. Το να εξαφανίζεται ένας πολιτισμός, ισούται με το να εξαφανίζεται ένας λαός. Ποιος θα πληρώσει μπροστά στην ιστορία γι’ αυτό το έγκλημα δεν ξέρω.
* Ο Vahit Tursu είναι ελληνόφωνος από την περιοχή Οφη Τραπεζούντας. Αυτό το άρθρο του δημοσιεύθηκε στη μεγάλης κυκλοφορίας κεντροαριστερή εφημερίδα της Τουρκίας Radikal, στις 11 Νοεμβρίου.

T HE PONTIC DIALECT

$
0
0
The Pontic dialect developed from the Ancient Greek dialect and originated from the Greeks who colonized the Pontus region (current day north eastern Turkey) in the 8th century BC.  Today, Pontic is spoken mainly by Pontic Greeks who reside in Greece and who were forced from Pontus in 1923 as a result of the Treaty of Lausanne. The dialect is also used in northeastern Turkey (Pontus) today by a small number of people.  In this region the dialect is referred to as Romeika or Romeyka. The dialect is also used by Pontic Greeks who reside in the diaspora.
All forms of Greek (with one exception) derive from the ‘Hellenistic Koine' (meaning common language) which developed throughout the Greek speaking world in areas such as Greece, parts of the Balkans, southern Italy and Sicily, Asia Minor and parts of the Middle East and North Africa., from the 4th century BC to the 4th century AD. This Greek generally superceded the Ancient Greek dialect which came before it.
Owing to it's geographic isolation from the remainder of the Greek speaking world, and accompanied by the Seljuk Turk invasions into Asia Minor around the 11th century, the dialect spoken by the Pontians took on a path of it's own, and started to differ considerably from the remainder of the Greek speaking world. Therefore, the Pontic dialect may seem unintelligible to a mainland Greek, but it is actually a form of the same Greek dialect which was spoken at some stage in the wider Greek speaking world but had since died out there.
The Pontic dialect spoken in Pontus therefore not only kept many medieval features, but it was also influenced by other languages in the Pontus, most notably Turkish, since Pontus was administratively within the Ottoman Empire and since many in the Pontus region also spoke Turkish. The Pontic dialect may also exhibit influences of Persian and other Caucasian languages.
Peter Mackridge in his article titled The Pontic dialect: A corrupt version of Ancient Greek? writes - "Linguistically speaking, Pontic shares so much in common with standard Greek that it would be absurd not to see it as another dialect of Modern Greek". Mackridge also quotes Dawkins (1937:24) who states that - "The position of Pontic is at the end of a long chain of (Greek) dialects, though it is the last link which has very nearly entirely detached itself".
A question often arises as to whether Pontic is a dialect or a language in itself. Whilst the answer may be based on linguistic interpretation, it is worth noting that the Pontic dialect was taught in schools to Pontic Greeks of the USSR during the 1930's. An assortment of publications then followed between 1930 and 1934 in particular. The dialect has been used in the arts (namely theatre) before and after 1917, and is still being used in this sphere today.
In conclusion, the Pontic dialect whilst spoken and used today in various ways and forms, faces an uphill battle when it comes to surviving in it's current form. While the possibility of teaching the dialect within Pontus today, seems near on impossible due to Turkey's strict laws on the running of Greek language schools, the future most probably lies within Greece where the majority of it's speakers reside.

References:
Further Reading

Στιγμές στο Χρόνο και στη Μνήμη από μια Γενοκτονία ενός λαού αίμα και ρίζα Ελληνικού

$
0
0



Geschrieben von: Επιμέλεια: Λένα Σ. Σαββίδου Εφημερίδα Σελ. 6-7   
1Μέσα από μία σειρά άρθρων υπό τον γενικό τίτλο: «Στιγμές στο Χρόνο και στη Μνήμη από μια Γενοκτονία ενός λαού αίμα και ρίζα Ελληνικού» ευελπιστούμε να παρουσιάσουμε στους αναγνώστες μας, πτυχές ενός από τα μεγαλύτερα και μέχρι προσφάτως αποσιωπημένα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Αυτού της εξολόθρευσης των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής, με έμφαση στους διωγμούς που υπέστησαν οι Ελληνικής καταγωγής Χριστιανικοί Ποντιακοί πληθυσμοί στις αρχές του 20 ου αι. από τους Νεότουρκους.
1921. Πόντος. (Ψευδο)Δικαστήρια Ανεξαρτησίας Αμάσειας.

 Η αρχή του Τέλους.

1Η επιστολή
Κυριακή 7 του Σεπτέμβρη του θεαρέστου έτους 1921. Φυλακές Τιμμιρχανέ. Αμάσεια. Πόντος.    Ο έγκλειστος εργοστασιάρχης Αλέξανδρος Ακριτίδης  κοινωνεί στην αγαπημένη του σύζυγο, Κλειώ, τις τελευταίες του σκέψεις:
Φωτο (Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας. Αρχείο της Αδελφότητας Κρωμναίων Καλαμαριάς. Πηγή:http://thalassa-karadeniz.mylivepage.com/.) 
1921  7βρ  5 Κυριακή
Γλυκυτάτη μου Κλειώ
 Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη. Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος. Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι' αγχόνης θάνατος.
 
Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε  σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε.
Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή.
Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν. Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ.
Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά τον Γέργον να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά. Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν. Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις.
Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τα οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη. Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον. Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι.
Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου
ο υμέτερος
Αλ. Γ. Ακριτίδης

Ο Τόπος ο Χρόνος και η Ιστορία…

_2Φωτο (Καρτ ποστάλ εποχής. Αρχείο Στέργιου Π. Θεοδωρίδη.)
  
           Αμάσεια η από το 281 π.χ. ιδρυμένη.  Περσικός οίκος των Mιθριδατών, των ιδρυτών του Βασιλείου του Πόντου. Πρωτεύουσα του Δυτικού Πόντου  στους Βυζαντινούς χρόνους με την ονομασία Ελλενόποντος. Πατρίδα του Στράβωνα και γνωστή για τους λαξευτούς στα βράχια, τάφους της. Ολόγυρα της στέκουν θεόρατα βουνά, τη χωρίζει στα δύο ο Ίρις ποταμός και την ενώνουν  έξι  μεγάλες, από πελεκητή πέτρα γέφυρες . Πλούσια γη. Γνωστή για το άφθονο στάρι και το φίνο μετάξι. Αρχές του 20 αι η πόλη ακμάζει και το Ελληνικό στοιχείο πρωτοστατεί στην ακμή της. Στην πόλη λειτουργεί Νηπιαγωγείο και εξατάξιο Γυμνάσιο. Προστάτης  της ο Άγιος Θεόδωρος ο Τύρων και τελευταίος της Μητροπολίτης  ο Γερμανός Καραβαγγέλης. Έδρα του φημισμένο Υπαίθριου Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας  του γνωστό ως "istiklal mahkemew" που στήθηκε στους χώρους της πρώην Γαλλικής Σχολής.
Η διεθνής κατακραυγή για τη γενοκτονία των Αρμενίων που έχει προηγηθεί οδηγεί το νέο τουρκικό καθεστώς από τη μια να προσπαθεί να προσδώσει νομική υπόσταση στην γενοκτονία των ελληνικών πληθυσμών κι από την άλλην να την κρύψει από τα βλέμματα των Ευρωπαίων που διαβιούν στις παράλιες πόλεις της Μαύρης θάλασσας. Έτσι η Αμάσεια από τον Μάιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1921 γίνεται τόπος εγκλεισμού και θανάτου για την πολιτική οικονομική και πνευματική ηγεσία του Ποντιακού Ελληνισμού. Για πέντε μήνες το τρελλοκομείο της πόλης μετατρέπεται σε φυλακή τους και πολλοί από τους εκεί μεταφερθέντες πεθαίνουν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού .Ο τύφος θερίζει τον ανθό του Ποντιακού ελληνισμού πριν παραδώσει ότι απέμεινε από αυτόν στην κρίση του περιβόητου δικαστή Εμίν Μπέη, ενός ανθρώπου φανατισμένου και αμόρφωτου που διορίζεται «με πρόφαση την καταδίωξη των δημιουργών του Ποντιακού ζητήματος, αλλά ουσιαστικά με σκοπό την καταστροφή του άνθους των ομογενών του Πόντου, δηλαδή των εμπόρων, δικηγόρων, γιατρών, φαρμακοποιών, δασκάλων, ιερέων, δημοσιογράφων», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο δάσκαλος και δημοσιογράφος Γεώργιος Κανδηλάπτης Κάνεως.


 Το Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου
 Φωτο
-3Ξημέρωμα της 7η Σεπτεμβρίου 1921.
Στα υγρά κελιά των φυλάκων Τιμιρχανέ κανείς δεν κοιμάται. Κάποιοι γράφουν στις οικογένειες τους, άλλοι συντάσσουν διαθήκες, προσφωνήσεις και ενθαρρυντικοί λόγοι από φίλους άλλων περιοχών διαβάζονται, δάκρυα στα μάτια κυλούν, νοσταλγικές εικόνες κατακλύζουν τη μνήμη και βαραίνουν την ατμόσφαιρα. Καμία αμφιβολία δεν υπάρχει πλέον. Το τέλος για κάποιους έρχεται. Κάποιοι πρέπει να φύγουν πρώτοι.
Νωρίς το απόγευμα οι κρατούμενοι οδηγούνται στην αίθουσα του δικαστηρίου για να τους ανακοινωθεί η καταδικαστική απόφαση:
«Επειδή αποδείχθηκε ότι οι παρόντες και κάποιοι από τους απόντες σκέφτονταν και ενεργούσαν να ιδρύσουν Δημοκρατία του Πόντου, αποσπώντας μεγάλο τμήμα του Οθωμανικού Κράτους, από την Τραπεζούντα μέχρι το Ζογκουλδάκ και προς το εσωτερικό μέχρι τη Σεβαστεία καταδικάζονται 69 προύχοντες στον δι' αγχόνης θάνατον, 15 ερήμην εις θάνατον, 7 σε 15ετή δεσμά, των δε μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Ορφεύς επικυρώνεται η υπό του Στρατοδικείου επιβληθείσα ποινή, και οι υπόλοιποι σε πρόσκαιρα δεσμά στη Σεβάστεια μέχρι το τέλος του πολέμου».
Σάλος στην αίθουσα από τις διαμαρτυρίες των καταδικασθέντων. Οι δικαστές αποχωρούν και οι στρατιώτες προσπαθούν με τη βία να επιβάλλουν την τάξη.
Πίσω στις φυλακές ο διευθυντής αναγνώθει τα ονόματα των καταδικασθέντων. Ο Ιωάννης Ανταβαλόγλου, βλέποντας το γιό του να καλείται και μη έχοντας ακούσει το δικό του όνομα, φωνάζει τούρκικα:
«Μπέντα βάριμ!» (Κι εγώ είμαι) και τρέχει να ενωθεί μαζί με τους μελλοθάνατους.
Ο πρωτοσύγκελος Πλάτων δίνει τα λίγα χρήματα που έχει μαζί του καθως και το ρολόι του στους συγκρατούμενους του Βαλιούλη και Σερέφα που θα συνεχίσουν για λίγες ημέρες ακόμη να παραμένουν ζωντανοί . Βλέπει τα δάκρυα τους και τους μαλώνει: «Τι ποιείτε κλαίοντες και συνθρύπτοντές μου την καρδίαν; Αποθνήσκομεν δολοφονούμενοι χάριν της πίστεως και του έθνους κατά τον χριστιανικόν τούτον διωγμόν του εικοστού αιώνος»

Μετά το ξεχώρισμα των ομάδων οι μελλοθάνατοι κινούν για την πτέρυγα που έχει ετοιμαστεί γι αυτούς. Ο εκ Τραπεζούντος δημοσιογράφος Νίκος Καπετανίδης βλέποντας τους να ξεμακραίνουν σαν μία παρέα αναφωνεί «Κρίμα να χάσω μίαν τέτοια ευκαιρία εθνικής πανηγύρεως!»
Στο δρόμο προς τα κελιά η ομάδα των μελλοθάνατων βλέπει τους στρατιώτες να στήνουν τα ικριώματα που την επομένη θα φιλοξενήσουν τα σώματα τους. Το ηθικό τους όμως δεν πέφτει και κανείς δεν λιποψυχά.
Η νύχτα τους βρίσκει να προσεύχονται για τελευταία φορά στο Θεό, να τραγουδούν τραγούδια της Μαύρης Θάλασσας και να ζητωκραυγάζουν υπέρ του έθνους. Λίγο πριν το ξημέρωμα ψάλλουν οι ίδιοι την νεκρώσιμη ακολουθία τους και αλληασπαζόμενοι ξεκίνουν για να συναντήσουν το θάνατο.


8η Σεπτεμβρίου 1921 .

-4Φωτο
Όρθου βαθέως και η μαρτυρική πορεία ξεκινά με επικεφαλής τον γέροντα αρχιμανδρίτη Πλάτωνα Αϊβαζίδη. Στο στήθος του καρφιτσωμένη η απόφαση για τη θανατική καταδίκη. Οδηγούμενοι ο ένας μετά τον άλλο ανέρχονται στο ικρίωμα και απαγχονίζονται. Συγκλονιστική στιγμή η μεταθανάτιος απογύμνωση των πτωμάτων και το πέταγμα αυτών σε παρακείμενο λάκκο. Οι σύζυγοι του Ιατρού Χρυσαφίδη και του φαρμακοποιού Δημητριάδη καθώς και η σύζυγος του μουσικοδιδασκάλου Διογένους, Χαρίκλεια έχουν φθάσει στην Αμάσεια και παρακολουθούν από μακριά την εκτέλεση των αγαπημένων του προσφέροντας το δάκρυ και το μοιρολόι τους νεκρική σπονδή στους άταφους νεκρούς.

Τα θύματα

-5Φωτο .
Ο περιοδεύον ευαγγελιστής Προυσαεύς συγκλονιστικά αφηγείται: «Η πόλις της Αμάσειας ήτο η ωραιοτέρα και θελκτικοτέρα πόλις του Πόντου. Αλλά κατά το διάστημα της εκεί διαμονής του δικαστηρίου της ανεξαρτησίας ήλλαξεν επί τοσούτον, ώστε εφαίνετο ως μια νεκρόπολις και παρουσίαζεν όψιν λίαν άγριαν και τρομακτικήν. Διότι παντού, εις όλας τας χριστιανικάς συνοικίας ηκούοντο θρήνοι και οιμωγαί και οπουδήποτε έστρεφε τις το βλέμμα αυτού άλλο ουδέν έβλεπεν, ειμή απηγχονισμένους ανθρώπους ανηρτημένους εδώ και εκεί ανά τας οδούς και τας πλατείας της πόλεως. Μάλιστα υπήρξεν ημέραν, καθ' ην μόνο εις την πλατείαν της κυβερνήσεως - κατά μήκος της όχθης του Ίριδος ποταμού- είχον απηγχονισθεί περί τους 70 καταδίκους. Οι θανατοθέντες επίσημοι άνδρες, μόνον εκ των παραλίων του Πόντου, υπό του δικαστηρίου τούτου της ανεξαρτησίας, ανήρχοντο όλοι ομού εις 1500τον αριθμόν».

 Ανάμεσά τους, ο πρώην βουλευτής Τραπεζούντος, Ματθαίος Ι. Κωφίδης, ο εργοστασιάρχης Αλέξανδρος Γ. Ακριτίδης, ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας «Εποχή» της Τραπεζούντας Νίκος Καπετανίδης, ο Αρχιμανδρίτης Πλάτων Ν. Αιβαζίδης, ο Π. Παπαδόπουλος, διευθυντής της Οθωμανικής Τράπεζας, καθηγητές του Αμερικανικού Κολεγίου της Μερζιφούντας «Ανατόλια» ένας παιδονόμος καθώς και μαθητές του ίδιου κολλεγίου.

12

Φωτο (Καρτ ποστάλ εποχής. Αρχείο Στέργιου Π. Θεοδωρίδη.)

Article 6

$
0
0
Η Τραπεζούντα


(Καστρότειχα της Τραπεζούντας. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.)

Τραπεζούντα, η καλλίστη των πόλεων, "εν τη εώα πασών αρίστη", "θεόσωστη και θεοσυντήρητη".
Αποικία της Σινώπης από τον 7ο αι. π.Χ, σταυροδρόμι εμπορικών χερσαίων και θαλάσσιων δρόμων, ορμητήριο των βυζαντινών στρατευμάτων, κέντρο διοικητικής περιφέρειας, πυρήνας αυτονομιστικών κινημάτων, πρωτεύουσα μιας αυτοκρατορίας, [4] η πόλη της Τραπεζούντας, διαγράφει μια αδιάκοπη και επίπονη ιστορική πορεία, γεννά αγίους, μάρτυρες, θρυλικούς ήρωες, ένδοξους αυτοκράτορες, σοφούς λογίους. Η καίρια γεωγραφική της θέση - βρίσκεται στην αρχή του δρόμου του μεταξιού και είναι η μοναδική είσοδος από τα νοτιοανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου στο εσωτερικό της Ασίας προς τη Βαγδάτη και την Περσία –την αναδεικνύει σε σπουδαίο οικονομικό και εμπορικό κέντρο με συνακόλουθη οικιστική και πολιτιστική ανάπτυξη. Στα μέσα του 19 ου αιώνα, είναι το σπουδαιότερο πνευματικό και οικονομικό κέντρο του Ποντιακού Ελληνισμού. Είναι η πρωτεύουσα του βιλαετιού [5] Τραπεζούντος που έχει έκταση: 31.300 τ.χμ και αποτελείται από τέσσερα σαντζάκια: αυτό της Τραπεζούντας, του Τζανίκ (Αμισός), του Λαζιστάν και του Κιουμούς-χανέ.


(Δαφνούντα. Το λιμάνι της Τραπεζούντας. 1901. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.)

Ο ελληνικός πληθυσμός της Τραπεζούντας αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της και ασχολείται  κυρίως με το εμπόριο, τις τέχνες και τη ναυσιπλοΐα. Στην Τραπεζούντα οι Μεγάλες Δυνάμεις διατηρούν προξενεία και γραφεία όλες οι ατμοπλοϊκές εταιρείες. Τεράστιοι όγκοι προϊόντων μεταφέρονται με τα καραβάνια μέσω του αμαξιτού δρόμου Τραπεζούντας –Ερζερούμ- Περσίας από το λιμάνι της προς το εσωτερικό της Ασίας και αντίστροφα. Οι Τραπεζούντιοι έμποροι διαθέτουν εμπορικά υποκαταστήματα και πρακτορεία μεταφορών στη Ρωσία, την Περσία, την Κωνσταντινούπολη, τη Μασσαλία, την Αγγλία και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ευρώπης.

( Ο τραπεζίτης Άλκης Καπαγιαννίδης με ανωτέρους υπαλλήλους της τράπεζας του. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
Η Τραπεζούντα μέχρι τον 1869 ελέγχει το 40% του εμπορίου της Περσίας και το διαμετακομιστικό εμπόριο αποφέρει περίπου 200.000.000 φράγκα κέρδος το χρόνο, ενώ όπως αναφέρει ο μητροπολίτης  Τραπεζούντος Χρύσανθος, οι τρεις μεγάλοι τραπεζικοί και εμπορικοί οίκοι Καπαγιαννίδη αδελφών Φωστηρόπουλου και Θεοφυλάκτου-Λεοντίδου δεσπόζουν της όλης οικονομικής ζωής της χώρας μέχρι Βατούμ και Θεοδοσιουπόλεως. Από τις 5 τράπεζες της πόλης οι τρεις ανήκουν σε Ποντίους τραπεζίτες ενώ στις υπόλοιπες δύο των Αθηνών και της Οθωμανικής τράπεζας την πλειοψηφία των μετοχών είχαν οι Έλληνες και οι Αρμένιοι.
                                                            

(Εκδρομή στην Τραπεζούντα. Φωτογραφικό αρχείο επιτροπής Ποντιακών Μελετών)

Η οικονομική ευμάρεια οδηγεί στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της Τραπεζούντος και τη δημιουργία αστικής τάξης . Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί για την αποφυγή πάσας παρανόησης ότι ο όρος αστική τάξη που χρησιμοποιήθηκε παραπάνω δεν εμπεριέχει το νοητικό σχήμα της αρχής-εξουσίας. Η τάξη  αυτή των εμπόρων, τραπεζιτών κτλ  που προέρχεται από τις μειονότητες και με το καθεστώς των διομολογήσεων δρα στην ουσία ως διεκπεραιωτής του εμπορίου ανάμεσα στην εκβιομηχανιζόμενη Ευρώπη και την υπανάπτυκτη οθωμανική αυτοκρατορία -μιας και οι Ευρωπαίοι ως ξένοι είναι ανεπιθύμητοι - εξαρτιέται οικονομικά από την Δύση  και εσωτερικά  δεν έχει την εύνοια της Πύλης. Έτσι, δεν μπορεί να γίνει σοβαρά λόγος ότι αποτελεί τμήμα της άρχουσας τάξης, αφού στέκει ξεκρέμαστη μέσα στον χώρο άσκησης εξουσίας της Οθωμανικής  επικράτειας. Μπορεί όμως να θεωρηθεί ότι βρίσκεται τρόπον τινά, επικεφαλής της κοινωνικής πυραμίδας των μειονοτήτων.
Το στοιχείο όμως που μας ενδιαφέρει είναι ότι έχουμε μια ανερχόμενη αστική τάξη, πρόθυμη να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Tο γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την συχνή επαφή των Τραπεζουνταίων με τη Κωσταντινούπολη, την Αθήνα, τη Σμύρνη και την Ευρώπη, οδηγεί σε μια εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση με ανοδική πορεία και εντυπωσιακή κατάληξη. Ιδρύονται θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα και αξιόλογοι επιστήμονες στέλνονταν για ειδίκευση στην Ελλάδα [6] και σε διάφορα πανεπιστήμια της Ευρώπης για να μεταφέρουν  επιστρέφοντας στην πατρίδα, την επιστημονική γνώση.


(  Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)

Το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας [7] που είχε ιδρύσει το 1682 ο μεγάλος Τραπεζούντιος δάσκαλος του Γένους Σεβαστός Κυμινήτης [8] παίζει σημαντικό ρόλο στην πνευματική και ηθική ανάπλαση των Ελληνοποντίων και στην ανάπτυξη της εθνικής τους συνείδησης, όπως και η ίδρυση του Τυπογραφείου της πόλης, το 1880.
Πυρήνα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής των Ελλήνων της Τραπεζούντας  κατά τον 19 και στις  αρχές του 20 ου αιώνα αποτελεί η ορθόδοξη Μητρόπολη Τραπεζούντος, η οποία δρα και ως διαμεσολαβητής- διεκπεραιωτής της εξουσίας της Πύλης προς τους υπόδουλους χριστιανούς.  De jure και de facto η εκκλησία είναι η ανώτερη τάξη μέσα στους χριστιανικούς πληθυσμούς και σε αγαστή συνεργασία με την ανερχόμενη αστική τάξη προβαίνει στη δημιουργία ή την ενίσχυση τόσο εκπαιδευτικών όσο και κοινωφελών αλλά και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και συλλόγων, μέσα στο γενικότερο πλαίσιο αλληλεγγύης που διακατέχει την Ποντιακή κοινωνία.

Ελάτε να σώσουμε τη γλώσσα μας

$
0
0



Η υπέροχη Ποντιακή ομιλία είναι ζωντανή εδώ και 3000 χρόνια, μεταδιδόμενη μόνον από στόμα σε στόμα μέσω των γενεών. Η μοίρα το θέλησε να είναι οι μέρες μας το λυκόφως μιας από τις αρχαιότερες γλώσσες του πλανήτη. Εμείς που την ακούσαμε, τη γνωρίσαμε και την αγαπήσαμε ας μη βάλουμε ένα ακόμη λιθαράκι στο μνήμα της λησμονιάς της. Σίγουρα αξίζουν πολλά ευχαριστώ στου Ποντίους λόγιους που προσπαθούν να την καταγράψουν. Δυστυχώς όμως μια γλώσσα γεννιέται και υπάρχει όσο αυτή μιλιέται. Μετά απλά μπαίνει στο χρονοντούλαπο τη ς Ιστορίας.  Ας την μάθει λοιπόν η μάνα στην κόρη κι ο πατέρας στο γιο. Ας μιλήσει κι ο φίλος στο φίλο με την λαλιά των παππούδων μας. Σε απλά Ποντιακά, ας καλατσεύομεν, βρε αδελφέ!
Στις μέρες μας υπάρχουν ακόμη άτομα που αμφισβητούν το ιστορικό βάθος της ποντιακής διαλέκτου. Τα 3000-ιστορικά-χρόνια που μιλιούνται τα ποντιακά τους φαντάζουν υπερβολικά πολλά.

Αν και η απαρχή της υπόστασης του Πόντου -που είναι υπόθεση πολλών περισσοτέρων από των παραδεκτών 3 χιλιάδων χρόνων- χάνεται στα βάθη των αιώνων συναντούμενη τόσο στους μύθους του Πήγασου και των παιδιών της Νεφέλης όσο και στην Αργοναυτική εκστρατεία και τις πρώτες εγκαταστάσεις των Ελλήνων στα μέρη αυτά ευθύς αμέσως μετά τον Τρωικό πόλεμο (1100 π.Χ.), η καθαυτό ι σ τ ο ρ ί α του διαφαίνεται από τις αρχές του Η’ π.Χ. αιώνα με την ίδρυση της Σινώπης από Μιλήσιους αποίκους το 785 π.Χ. και αργότερα των άλλων πόλεων: Τραπεζούντας (756 π.Χ.), Κερασούντος (700 π.Χ.), Αμισού (Σαμψούντας 600 π.Χ.), Κοτυώρων (Ορντού), Τριπόλεως κλπ.
 Σε όλη τη μακρόχρονη διάρκεια της ζωής του (1100 π.Χ. –1922 μ.Χ.), ένα διάστημα 3.000 χρόνων δηλαδή, ο Πόντος υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα τμήματα του ελληνικού έθνους, στο οποίο ο ελληνισμός της περιοχής αυτής τόσο στα χρόνια της αρχαιότητας και του Μ. Αλεξάνδρου όσο και της ρωμαιοκρατίας και του Βυζαντίου και αυτής της τουρκοκρατίας (1461–1922) δεν έπαυσε να διατηρεί αλώβητη την εθνική του συνείδηση και ακμαίο και υπερήφανο το εθνικό του φρόνημα με ακλόνητη την πίστη στις ακατάλυτες προγονικές του παραδόσεις. Επί 3000 ιστορικά (υπάρχουν και τα προ- ιστορικά που δε υπολογίζονται) χρόνια οι Έλληνες του Πόντου διατήρησαν την ελληνική γλώσσα, στη μορφή της ποντιακής διαλέκτου, στην οποία απαντώνται στοιχεία της αρχαίας ελληνικής (ιωνικής) προφοράς.

Για να μην ξεχνάμε το πόσο σημαντική είναι η γλώσσα, η κουλτούρα και ο πολιτισμός μας ας θυμηθούμε την περίφημη σχετική δήλωση Henry Kissinger :


«The Greek people are anarchic and difficult to tame. For this reason we must strike deep into their cultural roots: Perhaps then we can force them to conform. I mean, of course, to strike at their language, their religion, their cultural and historical reserves, so that we can neutralize their ability to develop, to distinguish themselves, or to prevail; thereby removing them as an obstacle to our strategically vital plans in the Balkans, the Mediterranean, and the Middle East"
Henry Kissinger

"
Οι Έλληνες είναι αναρχικοί και δύσκολα κουμαντάρονται. Γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να χτυπήσουμε βαθιά μέσα στις πολιτισμικές τους ρίζες: έτσι ίσως καταφέρουμε να τους αναγκάσουμε να συμβιβαστούν. Εννοώ βέβαια να χτυπήσουμε την γλώσσα τους, την θρησκεία τους, τα πολιτισμικά και ιστορικά αποθέματα, έτσι ώστε να ουδετεροποιήσουμε την δυνατότητα τους να αναπτύσσονται, να διακρίνουν τους εαυτούς τους, ή να αποδεικνύουν ότι μπορούν να νικούν, έτσι ώστε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια στα στρατηγικώς απαραίτητα σχέδια μας στα Βαλκάνια, την Μεσόγειο, και την Μέση Ανατολή"
Henry Kissinger

Σεπτέμβρης του 1974
Ουάσινγκτον

Viewing all 95 articles
Browse latest View live